Το ολοκαύτωμα των Εβραίων της Παραμυθιάς στην Κατοχή

Κυριακή, Οκτωβρίου 27, 2024
Το ολοκαύτωμα των Εβραίων της Παραμυθιάς στην Κατοχή



Ο Εζρά Μπακόλας ήταν ράφτης και ζούσε στην Παραμυθιά με μερικά από τα παιδιά του. Είχε μείνει χήρος ύστερα από τον θάνατο της συζύγου του Ντίνας ή Ντινούλας Κολσαμίρο, κόρης της πολυμελούς οικογενείας του Γιεσουλά Κολσαμίρο και της Ραχήλ Γαλανού, που αποτελείτο από έντεκα παιδιά, και της οποίας οι περισσότεροι απόγονοι ζουν σήμερα στη Νέα Υόρκη.

Κάποιοι από αυτούς, όπως ο Ματαθίας και ο Γιεουντά Κολσαμίρο, κουνιάδοι του Εζρά είχαν μεταναστεύσει ήδη πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Εζρά Μπακόλας είχε οχτώ παιδιά από τα οποία το μεγαλύτερο, ο Μαξ, είχε μεταναστεύσει στις ΗΠΑ ήδη από το 1914. Ο γιος του Νισσήμ είχε νυμφευτεί την Έστερ, κόρη του Ελιγιά Κοέν και είχαν αποκτήσει τρία παιδιά. Ο άλλος γιος του, ο Χαΐμ, που έμενε επίσης στην Παραμυθιά, ήταν θείος του Ισαάκ Ντόστη.

Ο Ελιγιά Κοέν, ο πατέρας της Έστερ, είχε ένα μαγαζί με υφάσματα ενώ ήταν συγχρόνως και ο τοπικός αντιπρόσωπος του αθηναϊκού Τύπου.

Με την ιδιότητα αυτή, διένειμε τον Τύπο στην Παραμυθιά και τα γειτονικά χωριά. Ο Ελιγιά ήταν επίσης υπεύθυνος για την λειτουργία της Συναγωγής και την προστασία των ιερών βιβλίων. Σε αυτά τον βοηθούσε και ο γιος του, Ιωσήφ Κοέν.

Ο Θεόδωρος Κοσκινάς, ο παλιός παλιατζής του οποίου την ιστορία γνωρίζουν πολύ καλά όλοι σήμερα στην Παραμυθιά, εργαζόταν ως υπάλληλος και «παιδί για όλες τις δουλειές» στο μαγαζί του Ελιγιά.

Κρατά μέχρι σήμερα, σαν πολύτιμα φυλαχτά, το μεταλλικό μέτρο του ράφτη κι ένα μαγκάλι που είχε αφήσει ο φίλος και αφεντικό του· κι όταν τον αναπολεί, η έκφραση του προσώπου του μοιάζει με εκείνη του ορφανού παιδιού που δεν βαριέται ποτέ να διηγείται ξανά και ξανά πόσο καλός άνθρωπος ήταν ο πατέρας του.

Κρατά επίσης φυλαγμένο το μαγκάλι του Εζρά Μπακόλα, γιατί αγαπούσε και τιμούσε ιδιαιτέρως τον ρόλο που είχε κάθε Σαμπάτ να ανάβει τα κεριά στα εβραϊκά σπίτια, μία χειρονομία απλή την οποία διηγείται με ενθουσιασμό και φαντάζεται κανείς πόσο σημαντική στάθηκε για την εκπαίδευση αυτού του νεαρού Έλληνα, μέσω της γνώσης του άλλου και της ανεκτικότητας.

Ο Θεόδωρος είχε φυλάξει τα ιερά βιβλία της Συναγωγής της Παραμυθιάς και μιλάει περιφρονητικά για τον καταστροφικό ρόλο των συζύγων που, σαν εξαιρετικές νοικοκυρές που ήταν, μισούσαν πάντοτε τη σκόνη και τα παλιά χαρτιά, τα οποία και πετούσαν σωρηδόν.

Σε ένα από εκείνα τα νοικοκυρέματα, θα πρέπει να πετάχτηκαν και τα βιβλία της Συναγωγής (ίσως, όμως, και το να φυλάνε τις μνήμες μιας περιόδου, που τις σημάδεψε με την ωμότητά της, να ήταν πάνω από τις δυνάμεις πολλών νοικοκυρών· η δική μου η γιαγιά είχε εξαφανίσει μία χαρακτηριστική κάσκα Ναζί στρατιώτη, που είχα βρει εγώ σε ένα χαντάκι.

Ήμουν πολύ υπερήφανος για το εύρημά μου, αλλά γρήγορα αντιλήφθηκα ότι εκείνη η ανακάλυψή μου, μόλις εκατό μέτρα από το σπίτι μας, την στενοχωρούσε κατά τρόπο παράλογο). Κι έτσι, μέσα από μερικά διφορούμενα λόγια και χειρονομίες φαινομενικά ασήμαντες όπως ήταν εκείνη, αντιλήφθηκα για πρώτη φορά ότι κάτι τρομερό κι ανείπωτο βάραινε την περιοχή

Ο Ματαθίας Ελιέζερ Χατ όπουλος ήταν σιδεράς και ζούσε στην Παραμυθιά με τους γιους του Χαΐμ και Μαχίκο. Η θεία μου η Σταμάτω διατηρεί ζωντανές μνήμες και τις πιο χαρούμενες αναμνήσεις από τον Μαχίκο.

Μίλησα με μερικές δεκάδες κατοίκους της Παραμυθιάς και δεν βρέθηκε ούτε ένας να μιλήσει άσχημα για όλες εκείνες τις εβραϊκές οικογένειες, για όλους εκείνους τους ήσυχους μικροαστούς, που ήταν έξυπνοι και πιστοί, ειρηνικοί και γεμάτοι σεβασμό για τον γείτονά τους. Κάποιος μάλιστα με επέκρινε και με διόρθωσε όταν χρησιμοποίησα τον όρο «συνύπαρξη», «εμείς δεν συνυπήρχαμε μαζί, εμείς υπήρχαμε μαζί, κάθε μέρα, έτσι απλά…».

Στην Παραμυθιά, οι Εβραίοι είχαν έναν χώρο λατρείας, ένα μικρό διαμέρισμα στον πρώτο όροφο ενός σπιτιού, που είχε μετατραπεί σε Συναγωγή και βρισκόταν στον κεντρικό δρόμο, και ένα νεκροταφείο λίγο έξω από την πόλη στην περιοχή Γαλατά, απ’ το οποίο δεν έχει απομείνει τίποτα. Κι όμως, κατά περίεργο τρόπο, υπάρχουν λίγο πιο μακριά από την τοποθεσία του νεκροταφείου που δεν υπάρχει πια και μέσα στα ερείπια της αρχαίας πόλης της Φωτίκης, τα ίχνη μίας άλλης Συναγωγής που χρονολογείται από το 200 π.Χ.!

Οι Μπακόλα, οι Κοέν και οι Χατζόπουλοι, όπως και πριν από αυτούς οι Κολσαμίρο και όλοι οι Εβραίοι που έμειναν στην Παραμυθιά, ήταν ρωμανιώτες, ένας ευρωπαϊκός Ιουδαϊσμός από τους πιο αρχαίους, που είχε εγκατασταθεί στις ακτές της Ελλάδας και της Μαύρης Θάλασσας, κυρίως γύρω στα 400 π.Χ., εποχή του Ναβουχοδονόσορα, καθώς και το 70 μ.Χ., ύστερα από την καταστροφή του δευτέρου Ναού από τους Ρωμαίους. Μιλούσαν την ελληνική και τη γεβανίτικη (Ρωμανιώτικη), μία διάλεκτο όπου αναμειγνύονταν η ελληνική με την εβραϊκή γλώσσα, και διαφοροποιούνταν από τους σεφαραδίτες τόσο ως προς το γεγονός ότι δεν γνώριζαν τη λαδίνο όσο και ως προς το λειτουργικό τυπικό που ακολουθούσαν.

Η Κοινότητα κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο

Η πιο σημαντική ρωμανιώτικη κοινότητα ήταν εκείνη των Ιωαννίνων, με δορυφόρους της τις άλλες πόλεις της Ηπείρου, την κοινότητα της Άρτας, της Πρέβεζας, ή ακόμα και της Αυλώνας και του Αργυροκάστρου (σημερινή Αλβανία). Στις πόλεις του Βόλου και της Χαλκίδας υπήρχαν, επίσης, σημαντικές ρωμανιώτικες κοινότητες, ένα από τα πιο ξακουστά μέλη των οποίων ήταν ο Μορδοχαίος Φριζής, συνταγματάρχης του ελληνικού στρατού και μεταξύ των πρώτων αξιωματικών που σκοτώθηκε το 1940 πολεμώντας ενάντια στις φασιστικές δυνάμεις του Μουσολίνι στο νικηφόρο μέτωπο της Αλβανίας.

Η κοινότητα του νησιού της Κέρκυρας μετρούσε ανάμεσα στα μέλη της έναν άλλο εξαιρετικά λαμπρό ρωμανιώτη, τον συγγραφέα και διπλωμάτη Αλμπέρ Κοέν.

Έτσι οι Εβραίοι της Παραμυθιάς συνδέθηκαν στενά με εκείνους των Ιωαννίνων, που εγκατέστησαν το εμπόριό τους σε αυτή τη γειτονική της μητέρας-πόλης κωμόπολη, για να διευκολύνουν τις εμπορικές συνδιαλλαγές τους.

Το 1941, οι Δυνάμεις του Άξονα κατέλαβαν την Ελλάδα. Η Ήπειρος περιήλθε υπό ιταλική κηδεμονία. Ο τρόμος, οι ταπεινώσεις και οι κίνδυνοι που διέτρεξαν οι σεφαραδίτες της Θεσσαλονίκης από τους Ες Ες του Αλόις Μπρούνερ και του Ντίτερ Βισλιτσένυ, καθώς επίσης και η λεηλασία που οργάνωσε ο στρατιωτικός διοικητής Μαξ Μέρτεν, δεν έλαβαν χώρα στην ιταλική ζώνη κατοχής.

Ωστόσο, οι Έλληνες ορθόδοξοι της Παραμυθιάς και όλης της γύρω περιοχής, που ονομάζεται επίσης Θεσπρωτία, έμελλε να πέσουν θύματα μίας σειράς δολοφονιών, απαγωγών, αρπαγών, πυρκαγιών και απαλλοτριώσεων με τη βία.

Οι υπεύθυνοι για εκείνα τα ταπεινωτικά μέτρα που στόχευαν στον διωγμό του χριστιανικού πληθυσμού της περιοχής ήταν μέλη μίας πολιτοφυλακής απαρτιζόμενης από συνεργάτες των κατακτητών, που προέρχονταν από τη μουσουλμανική μειονότητα της περιοχής και αποκαλούνταν Τσάμηδες. Ήταν ελληνικής, αλβανικής ή τουρκικής καταγωγής και διεκδικούσαν την απελευθέρωση της περιοχής που εκείνοι αποκαλούσαν Τσαμουριά.

Κι έτσι, η Παραμυθιά μετατράπηκε σε ένα σταυροδρόμι άτακτων μαχών, σχεδόν καθημερινών δολοφονιών μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων, ενώ οι Ιταλοί έτριβαν τα χέρια τους από τη χαρά τους που μπορούσαν έτσι να περιορίσουν τις δικές τους απώλειες.

Το 1943, τα γεγονότα πήραν μία καταστροφική τροπή. Το ιταλικό φασιστικό καθεστώς πλησίαζε προς το τέλος του και πριν από το καλοκαίρι οι εβραϊκές οικογένειες της Παραμυθιάς είχαν εγκατασταθεί στα Ιωάννινα, προτιμώντας τη συγκέντρωση της κοινότητας για να είναι λιγότερο εκτεθειμένοι και να νιώθουν έτσι καλύτερα προστατευμένοι απέναντι στην επικείμενη άφιξη των Ναζί, της 1ης ορεινής μεραρχίας, της περίφημης μεραρχίας Edelweiss που το γενικό επιτελείο (Oberkommando der Wehrmacht ή OKW) είχε αποσύρει από το ρωσικό μέτωπο, για να εξολοθρεύσει τους υποστηρικτές του Τίτο στη Γιουγκοσλαβία, του Χότζα στην Αλβανία και τους Έλληνες αντάρτες, αλλά επίσης, και κυρίως, για να καλύψει την ανατολική όχθη της Αδριατικής και των ιόνιων ακτών, αφού ο Χίτλερ ήταν πεπεισμένος ότι οι Σύμμαχοι ετοιμάζονταν για απόβαση.

Τότε ξέσπασε η βία. Οι Ναζί του 99ου συντάγματος της μεραρχίας Edelweiss, πάντοτε με την υποστήριξη των μουσουλμάνων πολιτοφυλάκων, έκαψαν και καταλήστεψαν όλη την κοιλάδα της Παραμυθιάς, επιδιδόμενοι συγχρόνως σε συχνές αρπαγές αιχμαλώτων που εγκλείονταν μέσα σε ένα στρατόπεδο στα Ιωάννινα, έδρα της μεραρχίας των Ναζί. Το αποκορύφωμα του τρόμου ήταν η φωτιά που έβαλαν χωρίς προειδοποίηση στις 16 Αυγούστου του 1943 στο Κομμένο Άρτας, κατά την οποία κάηκε όλο το χωριό, ενώ οι 317 κάτοικοί του, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, εκτελέστηκαν βιαστικά μέσα σε λιγότερες από τρεις ώρες.

Το Ολοκαύτωμα των Εβραίων της Παραμυθιάς

Τα βουνά της Παραμυθιάς αποτελούσαν την έδρα ισχυρών ομάδων ανταρτών, που τον Σεπτέμβριο του 1943 εξολόθρευσαν μία περίπολο έξι Γερμανών στρατιωτών. Λίγο αργότερα, οι πρώτοι έντεκα περαστικοί, διαλεγμένοι στην τύχη, εκτελέστηκαν βιαστικά.

Στη συνέχεια, οι υπηρεσίες των Ναζί κατάρτισαν μία καλά μελετημένη λίστα και μία περίπολος αποτελούμενη από Γερμανούς στρατιώτες και Τσάμηδες πολιτοφύλακες πήγαν και τράβηξαν από τα κρεβάτια τους 49 προκρίτους της πόλης (εμπόρους, έναν ιερέα, τεχνίτες, δασκάλους…) για να συμπληρωθεί έτσι η αναλογία των δέκα ντόπιων για κάθε έναν Γερμανό που σκοτωνόταν.

Εκτελέστηκαν την αυγή της 29ης Σεπτεμβρίου 1943 από ένα απόσπασμα Γερμανών, ενώ οι γείτονές τους της μουσουλμανικής πολιτοφυλακής σχημάτισαν μία ζώνη προστασίας γύρω από τον χώρο της εκτέλεσης, εμποδίζοντας έτσι κάθε απόπειρα απόδρασης…

Οι Εβραίοι της Παραμυθιάς που κατέφυγαν στα Ιωάννινα γλύτωσαν έτσι, τουλάχιστον για πρώτη φορά, από την τύχη των συμπατριωτών τους. Οι στρατιώτες, όμως, της μεραρχίας Edelweiss που είχαν συμμετάσχει στις δράσεις του Einsatzgruppe D, έχοντας ως πρωταρχικό τους ρόλο τη συστηματική εξολόθρευση των Εβραίων για πρόληψη αντιστασιακής δράσης, βρήκαν σε αυτό μία εξαιρετική ευκαιρία για να πετύχουν μ’ ένα σμπάρο δύο τρυγόνια και να ξεφορτωθούν τους Εβραίους της πόλης.

Δυστυχώς, μερικούς μήνες αργότερα, η ίδια μεραρχία Edelweiss συγκέντρωσε όλη τη ρωμανιώτικη κοινότητα των Ιωαννίνων στις όχθες της λίμνης. Χίλιοι εννιακόσιοι εξήντα άνδρες, γυναίκες και παιδιά φορτώθηκαν επάνω σε ογδόντα φορτηγά και στη συνέχεια τους ξεφόρτωσαν στη Λάρισα για να τους βάλουν σε βαγόνια με προορισμό τη Σιλεσία.

Αυτή η επιχείρηση πραγματοποιήθηκε μαζί με μία σειρά από παρόμοιες μαζικές συλλήψεις που έγιναν στην Αθήνα, τον Βόλο, τα Τρίκαλα, τη Λάρισα και την Πρέβεζα για να οργανώσουν, με την ίδια αποστολή, αναχωρήσεις με προορισμό την Πολωνία. Έλαβε χώρα στις 25 Μαρτίου 1944, ημέρα εθνικής εορτής στην Ελλάδα!

Ο εγκέφαλος αυτής της επιχείρησης ήταν ο αξιωματικός των SS Τόνι Μπούργκερ, διορισμένος από τον Άντολφ Άιχμαν, ο οποίος είχε θελήσει να αντικαταστήσει τον υπερβολικά κερδοσκόπο Ντίτερ Βισλιτσένυ με έναν πιο αυθεντικό εθνικο-σοσιαλιστή.

Ενώ η κατάσταση των Γερμανών ήταν στρατιωτικά δύσκολη, τόσο στα Βαλκάνια όσο και στο μέτωπο της Ιταλίας και της Ρωσίας, ο στρατηγός Ούμπερτ Λανζ, διοικητής του 22ου σώματος στρατού, κατόρθωσε να συγκεντρώσει τα απαραίτητα μέσα για να μεταφέρει τους Εβραίους των Ιωαννίνων και της Κέρκυρας.

Ο στρατηγός Ούμπερτ Λανζ, αξιωματικός της Βέρμαχτ, που φέρει ακέραια την ευθύνη αυτής της πράξης, (δεδομένου ότι οι δυνάμεις της αστυνομίας των Ναζί, όπως του SS, της SD ή της Γκεστάπο ήταν σχεδόν ανύπαρκτες στα εδάφη που βρίσκονταν υπό τη διοίκησή του), πέθανε στο Μόναχο το 1982 χωρίς να ανακριθεί ποτέ για αυτό το έγκλημα.

Εκείνη η τελευταία έξοδος των ρωμανιωτών ολοκληρώθηκε μέσα στους καπνούς, μέσα στις φλόγες του απερίγραπτου, στις φωτιές που ο τιποτένιος άνθρωπος άναψε στο Άουσβιτς. Από τους 1.960 Εβραίους των Ιωαννίνων που εκτοπίστηκαν εκείνη την ημέρα, μόνο 80 επέζησαν του Ολοκαυτώματος και σήμερα η κοινότητα αριθμεί 30 μέλη.

Με την απελευθέρωση της Παραμυθιάς από τους Έλληνες αντάρτες την 27η Ιουνίου 1944, οι Τσάμηδες πλήρωσαν κι εκείνοι με τη σειρά τους τον δικό τους φόρο αίματος.

Όλοι οι χριστιανοί που συνεργάστηκαν με τους Ναζί και όλοι οι μουσουλμάνοι που είχαν συμμετάσχει από κοντά ή από μακριά στην πολιτοφυλακή που ήταν υπέρ των Ναζί, δικάστηκαν, καταδικάστηκαν και εκτελέστηκαν πριν να πέσει η νύχτα. Η μεγάλη πλειοψηφία των μουσουλμάνων γυναικών και παιδιών συγκεντρώθηκαν σε ένα κτήριο και στη συνέχεια εκτοπίστηκαν στην Αλβανία όπου ένας από τους αρχηγούς τους, ο Μαζάρ Ντίνο, πιστεύοντας ότι εκεί είχε πλέον βρει καταφύγιο, εκτελέστηκε από τους οπαδούς του Ενβέρ Χότζα.

Οι χριστιανοί, οι εβραίοι και οι μουσουλμάνοι της Παραμυθιάς έζησαν σχεδόν σε απόλυτη αρμονία μεταξύ τους στη διάρκεια των αιώνων και της ιστορίας. Πλήθος είναι οι νοσταλγικές μαρτυρίες των παλαιότερων. Γηραιές κυρίες μου μίλησαν για εκείνα τα αγόρια που τα έλεγαν Μάλικ, Σιών, Μαχίκο, Τεφίκ ή Χαΐμ, παιδιά της Παραμυθιάς που έπαιζαν με τον Γιάννη, τον Κώστα ή τον Χρήστο.

Όλοι οι γείτονες προσκαλούνταν στους γάμους, τις βαπτίσεις και τις θρησκευτικές εορτές κάθε θρησκείας, και ήταν όλοι ενθουσιασμένοι που οι τόσες πολλές γιορτές έδιναν ζωή στη σκληρή καθημερινότητά τους.

Και ύστερα, μια μέρα, μέσα σε μερικά λεπτά, όλα είχαν ειπωθεί, όλα είχαν τελειώσει. Διέλυσαν τα τζαμιά και κανείς δεν μιλούσε πλέον για συναγωγές. Κι ύστερα, αλληλοσπαράσσονταν οι Έλληνες, μεταξύεθνικιστών και κομμουνιστών. Ο Διάβολος είχε ολοκληρώσει το έργο του στις πόρτες της Κόλασης.

Από όλα τούτα, και κυρίως από τους Εβραίους της Παραμυθιάς, δεν μένει παρά η μνήμη μας, αιώνια πηγή της σωτηρίας μας. Κι ετούτη τη μνήμη την ξαναβρήκα σε μερικούς απογόνους με τους οποίους κατάφερα να έρθω σε επαφή, όπως η Άννα Μπακόλα που ζει στο Ισραήλ, κόρη του Σιών Μπακόλα, ένα από τα τρία παιδιά του Εζρά που γλίτωσαν από το Ολοκαύτωμα ή ακόμη ο Καλβίνος Αττάς που ζει στη Φλόριντα και του οποίου η μητέρα Άννα Αττάς γεννήθηκε στην Παραμυθιά, κόρη του Ελιγιά Κοένα και αδερφή του Ζοζέφ. Και κυρίως ο Ισαάκ Ντόστης, ανηψιός του Χαΐμ Μπακόλα, γεννημένος στη Νέα Υόρκη και εγκαταστημένος σήμερα στην εστία της οδού Γιοσέφ Ελιγιά στα Ιωάννινα.

Ο Ισαάκ είναι η ψυχή της εστίας. Από διάφορες αφηγήσεις, γνωρίζω ότι σήμερα υπάρχουν πολλοί Εβραίοι από την Παραμυθιά που ζουν σε διάφορα μέρη του κόσμου και πιστεύω ότι η πόλη μας οφείλει να τιμά τη μνήμη των προγόνων τους στον ίδιο βωμό αθώων όπου τιμώνται και οι 49 συμπατριώτες τους. Επίσης, η Ελλάδα οφείλει να αναγνωρίσει χωρίς καθυστέρηση το δισχιλιετές δικαίωμά τους στην ελληνική ιθαγένεια.

Καθένας από εμάς οφείλει να θυμάται ότι την 7η Οκτωβρίου 1944 στο Άουσβιτς, 300 Έλληνες Εβραίοι, σεφαραδίτες και ρωμανιώτες, οργάνωσαν μία από τις πιο ηχηρές εξεγέρσεις στην ιστορία των στρατοπέδων θανάτου. Αιώνιοι φύλακες των Θερμοπυλών της ανθρωπότητας.

Κλείνοντας και προς επίρρωση αυτής της ανάλυσης, θα αρκεστώ στο να παραθέσω ένα γράμμα που βρέθηκε το 1980 μέσα στα κρεματόρια του Μπίρκε ναου και το οποίο λέει μέσα σε τρεις γραμμές για τις εβραϊκές κοινότητες της Ελλάδας, ρωμανιώτικες και σεφαραδίτικες, περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη μελέτη ή επίσημο έγγραφο:

«Στους αγαπητούς μου φίλους, Δημήτρη Στεφανίδη, υιό του Αθανασίου, Ελιγιά Κοέν, Γιώργο Γούναρη και σε όλη την παρέα μου, στη Σμαρώ Εφραιμίδου από την Αθήνα, και σε όλους τους άλλους φίλους μου που θα θυμάμαι πάντοτε, και τέλος στην αγαπημένη μου πατρίδα, την ΕΛΛΑΔΑ, της οποίας ήμουν ένας πιστός πολίτης».

Γράφει για την paramythia-online.gr ο Γιάννης Παπαδόπουλος*

 
* O Γιάννης Παπαδόπουλος, είναι Ιατρος, Διευθυντής της Μ.Ε.Θ. της Παιδιατρικής του Γ.Ν Jolimont στις Βρυξέλλες και Ιστορικός ερευνητής
Read More »
Το ολοκαύτωμα των Εβραίων της Παραμυθιάς στην Κατοχή Το ολοκαύτωμα των Εβραίων της Παραμυθιάς στην Κατοχή Reviewed by thespro.gr on Κυριακή, Οκτωβρίου 27, 2024 Rating: 5

Τα "πανηγύρια" των Αλβανοτσάμηδων στην Παραμυθιά στις 28 Οκτωβρίου 1940

Κυριακή, Οκτωβρίου 27, 2024
Τα "πανηγύρια" των Αλβανοτσάμηδων στην Παραμυθιά στις 28 Οκτωβρίου 1940

 
Λίγες μέρες προ του πολέμου του 1940, οι Αλβανοτσάμηδες άφηναν να τους ξεφεύγουν λόγια ότι, «θα’ρθει ο Ιταλός».

Οι διαβόητος λήσταρχος ΝΤΑΟΥΤ ΧΟΤΖΑΣ εκινείτο για την προετοιμασία ενεργειών στα μετόπισθεν, που θα διευκόλυναν την ιταλική προέλαση. Καταγόταν από το χωριό Δραγούμη (νυν Ζερβοχώρι) και ήταν λήσταρχος, συναρχηγός συμμορίας με τον χριστιανό συγχωριανό του, Κ.Σ, βαρύνονταν δε με παντοειδή αδικήματα και είχε επικηρυχθεί με το κολοσσιαίο για την εποχή εκείνη ποσό των 500.000 δραχμών. Οι Ιταλοί τον προσεταιρίσθησαν και άρχισε να εργάζεται για την Αλβανία, τότε δε, ήρθε σε ρήξη με τον συναρχηγό του, Κ.Σ, ο οποίος παρά τον ληστρικό βίο διατηρεί ακμαία τα εθνικά φρονήματα.

Ο μεν Νταούτ Χότζας αναγκάστηκε διωκόμενος να καταφύγει στην Αλβανία, ο δε Σ. εγκατέλειψε την Ελλάδα και κατέφυγε στην Αμερική, όπου εργάστηκε πλέον τίμια και ευσυνείδητα, απέκτησε οικογένεια και αρκετή περιουσία και πέθανε στα βαθιά γεράματα προ μερικών ετών.

Οι ληστές Τ-Μ και Ν.Κ κινήθηκαν κατά των υπολειμμάτων της συμμορίας του Νταούτ από το 1924 και εντός του έτους, με την στήριξη και του Η.Σ, αδελφό του Κ.Σ ο οποίος ζει ήσυχα και έντιμα στο σπίτι του, την ανοχή των αστυνομικών αρχών, την εξολόθρευσαν τελείως, σκοτώνοντας τον υπαρχηγό του Νταούτ, Αζίζ Λιούλη από το Ζερβοχώρι και άλλους 5 Αλβανοτσάμηδες ληστές, έφεραν δε στην Παραμυθιά τα 6 κεφάλια και τον 7ο συμμορίτη αιχμάλωτο, καθώς είχε τραυματιστεί στα πόδια.

Τα κεφάλια εκτέθηκαν σε κοινή θέα στο καλαμποκοπάζαρο της Παραμυθιάς, και η συμμορία Τ-Μ παραδόθηκε στις αρχές λαμβάνοντας αμνηστία. Τον Αζίζ Λιούλη σκότωσε ο ίδιος ο Η.Σ με το όπλο του, Μάνλιχερ (το οποίο ουδέποτε παρέδωσε), ο ίδιος δε τραυμάτισε στο πόδι τον αιχμάλωτο, για να μην ξεφύγει στην διάρκεια της συμπλοκής.

Ήδη την παραμονή του πολέμου του 1940, ο Νταούτ Χότζας και ο Μελέκ Σιάνης είχαν εισχωρήσει κρυφά στο ελληνικό έδαφος, όπως διέδιδε ο ελληνοχριστιανικός πληθυσμός. Κατά το 1950, οι Η.Σ και ο πρόεδρος της κοινότητας, Δημ. Μαραζόπουλος, με διαβεβαίωσαν ότι η φήμη ήταν καθ’ όλα ακριβής.

Ο Νταούτ είχε εγκατασταθεί κοντά στην ελληνική μεθόριο, για να εισέρχεται εύκολα στην Ελλάδα, αλλά, ως κακοποιό στοιχείο, ήρθε σε ρήξη με τους ομόθρησκούς του Αλβανούς, που για προσωπικούς λόγους τον σκότωσαν. Μην μπορώντας να μείνουν άλλο στην Αλβανία, αφού ο Νταούτ ήταν προστατευόμενος των αλβανικών και ιταλικών αρχών, του έκοψαν το κεφάλι, ήρθαν στην Ελλάδα όπου ζήτησαν άσυλο και την είσπραξη της επικήρυξης. Οι Ελληνικές αρχές τότε μετέφεραν στα σύνορα τους Χ.Ο, κάτοικο Γλυκής και τον γνωστό μας Η.Σ, κάτοικο Ζερβοχωρίου. Τους συνόδευε αξιωματικός της Χωροφυλακής, νομίζω ο κ. Χριστινάκης. Αυτοί επιβεβαίωσαν ότι η κεφαλή ανήκε στον Νταούτ Χότζα, ληστή, επικηρυγμένο, βαρυνόμενο με 35 φόνους, στους οποίους και ομοθρήσκων του, με ληστείες, απαγωγές και ο οποίος είχε καταφύγει από το 1924 στην Αλβανία.

Την υπόθεση «Του μεγάλου πατριώτη Νταούτ Χότζα», η αλβανική εφημερίδα «Τομόρι», το επίσημο ιταλικό πρακτορείο «Ντε Στέφανι», ο ιταλικός τύπος και οι διπλωματική αντιπρόσωποι Ιταλίας και Αλβανίας έκαναν μυθιστόρημα και σ’ αυτό βάσισαν την ψυχολογική προετοιμασία της κατά της Ελλάδας φασιστικής επίθεσης καθώς και την εν γένει ανθελληνική εκστρατεία…

Η ελληνική κυβέρνηση και το Αθηναϊκό πρακτορείο κατέρριψαν τα περί Νταούτ αλβανο-ιταλικά ψεύδη, αποδεικνύοντας ότι πρόκειται περί κοινού κακοποιού, δολοφονημένος στην Αλβανία για λόγους εκδίκησης και όχι στην Ελλάδα από τις ελληνικές αρχές για τις πατριωτικές του, όπως έλεγαν οι Αλβανο-Ιταλοί, ενέργειες.

Παρ’ όλα αυτά, οι μουσουλμάνοι της Θεσπρωτίας μεταβίβασαν και άλλες ψευδολογίες που δημοσιεύθηκαν στις αλβανικές και ιταλικές εφημερίδες και μεταδόθηκαν από το ραδιόφωνο των Τιράνων. Ότι δήθεν γίνονταν καταπιέσεις και φόνοι Αλβανών στην Παραμυθιά, Καρβουνάρι και Μαζαράκι. Ο Παραμυθιώτης έμπορος Ριζά Κάλης παρουσιάστηκε ως δολοφονημένος, ενώ εργαζόταν στο κατάστημά του και μικρό καπνοεργοστάσιο της Παραμυθιάς και το ίδιο καλοκαίρι του μάθαινα τις 4 πράξεις της αριθμητικής, χάρη των εργασιών του.

Οι ελληνικές αρχές προέβησαν εις την διάψευση, επί πλέον δε, συνέλαβαν τον Ριζά Κάλη και τον μετέφεραν βιαίως στον ραδιοφωνικό μας σταθμό, όπου τον υποχρέωσαν να μιλήσει προς απόδειξη των ψευδολογιών. Χαρακτηριστικό του θράσους των Αλβανών είναι ότι κατήγγειλαν φόνους στο Καρβουνάρι, ενώ στο χωριό αυτό είχε να γίνει φόνος από το 1906, από τουρκοκρατίας δηλαδή, όταν ο αδελφός του Τεφήκ Κεμάλ, με την προτροπή του πατέρα του, σκότωσε την μητέρα του, το γένος Ζεϊνέλ, για λόγους τιμής. Επτά έτη δηλαδή, πριν η Ήπειρος γίνει ελληνική.

Νεαροί τσάμηδες δραπέτες από την Ελλάδα εντάχθηκαν στην υπό τον Γασίν Σαντήκ συμμορία και χρησιμοποιήθηκαν ως οδηγοί και ένοπλοι συμπαραστάτες του εισβολέα, πλαισιώνοντας την ίδια την μεραρχία ΣΙΕΝΑ (Ελληνική Λευκή Βίβλο και Χαρα. Κατσιμήτρου «Ήπειρος Προμαχούσα»).
Την επέκταση των αλβανικών συνόρων προς Τσαμουριά, ήτοι μέχρι και της πεδιάδας του Φαναρίου Θεσπρωτίας, υποσχέθηκε στους Αλβανούς ο Ιταλός στρατάρχης Μποντόλιο, την 25η Ιουνίου 1939. Αναφορές των Ελλήνων πρακτόρων στην Αλβανία, διαταγές ιταλικών μονάδων και απομνημονεύματα Ιταλών αξιωματικών περιγράφουν την ευρεία χρησιμοποίηση των Αλβανοτσάμηδων.

Οι πυρπολήσεις στην Ηγουμενίτσα κατά την κατάληψή της από τις ιταλικές δυνάμεις, τις πρώτες ημέρες του πολέμου, οι βιαιότητες, λεηλασίες, φόνοι, αποδίδονται στις αλβανικές συμμορίες, αποτελούμενες από τρία σώματα των 600 ανδρών και αποτελούμενες από μερικούς εξωμότες της Θεσπρωτίας (Αλβανοτσάμηδες) και Αλβανούς, από την περιοχή Κουρβελεσίου, είχαν μισθό 300 αλβανικών φράγκων ή λεκ. Ένα λεκ ισούνταν με 7 δραχμές κατά το 1940.

Στο χωριό Λεπτοκαρυά, ο Αθανάσιος Νικολαΐδης, απεσταλμένος του επιτελάρχη Λαλαούνη Β., διοικητή της VΙΙΙ ομάδας αναγνώρισης, ψάχνοντας έγγραφα των άταφων Ιταλών νεκρών που βρίσκονταν στην θέση Ντούπιανη (μεταξύ Βρουσίνας-Λεπτοκαρυάς-Ρεβενής), βρήκε έναν Αλβανό νεκρό, ντυμένο με λευκά σαλβάρια, φέροντα μπόγο πλήρη τιμαλφών, αποτέλεσμα ασφαλώς της ένδοξης δράσης του κατά τις πολεμικές επιχειρήσεις, οι οποίες κατά τους Αλβανούς, είναι ακατανόητες χωρίς το πατροπαράδοτο γι’ αυτούς «πλιάτσικο».

Εντός της πόλης των Φιλιατών, η δράση των Αλβανών ήταν τέτοια που οι Ιταλοί αναγκάστηκαν να αφοπλίσουν πολλούς εξ αυτών (απομνημονεύματα Ιταλών αξιωματικών στην εφημερίδα «Θεσπρωτικά Νέα»).

Κατά την πρώτη φάση του πολέμου, κατά την οποία οι Ιταλοί έφτασαν και πέρα του ποταμού Καλαμά, επέδειξαν την προδοτική τους στάση οι Ντεμάτες και ο Χατζή Σέϊκος, ο οποίος ανέλαβε την αρχηγία των Αλβανοτσάμηδων φασιστών της πόλης των Φιλιατών.

Το σύνταγμα του Γιασίν Σαντήκ έλαβε μέρος στον κατά της Ελλάδας πόλεμο, στον παραλιακό τομέα με δύο τάγματά του, που ήταν μάλλον πολυάριθμη ληστρική συμμορία παρά στρατός. Οι συμμορίες αυτές τελούν υπό την αρχηγία του Ντέμο Χαμήτ με δράση κατά μήκος της παραλίας, και του Χουσεϊν Χαϋρουλά με δράση κάπως ενδότερα, προς την περιοχή της Σκάλας Φιλιατών. Οργίασαν λοιπόν τα τάγματα του Γιασίν Σαντήκ στις περιοχές της Ηγουμενίτσας και Σκάλας Φιλιατών, όπου συν τοις άλλοις έκαψαν και την οικία του Αντώνη Γκατζώνη, οδηγού των ελληνικών στρατευμάτων, του οποίου είχαν λεηλατηθεί και δύο καταστήματα στις Φιλιάτες κατά την πρώτη ιταλική κατοχή της Ηπείρου το 1917, ο δε Γκατζώνης, μετά και την νέα λεηλασία από τον Χουσεϊν Χαϋρουλά, περιήλθε εις την έσχατη ένδεια και μέχρι τον θάνατό του έζησε μεροκαματιάρης όπου έβρισκε ένα κομμάτι ψωμί.

Την 6η Νοεμβρίου 1940, ιταλικό σύνταγμα προέλασε προς το χωριό Δράγανη Παραμυθιάς (νυν Αμπελιά) και είχε οδηγό τον Βεήπ Μούχον από το Νικολίτσι, ντυμένο με ιταλική στολή και οπλισμένο με ιταλικό μουσκέτο. Κατά την εκ Σενεμηρίζης και Νικολιτσίου διέλευσή του, το σύνταγμα αυτό ενισχύθηκε και από άλλους Αλβανούς, οι οποίοι το ακολούθησαν και κατά την οπισθοχώρηση.

Την 7η Νοεμβρίου 1940 και αφού καλώς, ή κακώς, οι υπό τον στρατηγό Λιούμπαν ελληνικές δυνάμεις αναπτύχθηκαν πέρα του Αχέροντα, η δε χωροφυλακή και οι δημόσιες αρχές είχαν εκκενώσει την επαρχία πλην των σταθμών χωροφυλακής Κερασόβου και Βλαχωρίου, του οποίου εμπόδισε να φύγουν το απόσπασμα Τσακαλώτου, ο οποίος μάλιστα παρ’ ολίγον να τουφεκίσει τον σταθμάρχη Βλαχωρίου, Γούδα, για εγκατάλειψη θέσης ενώπιον του εχθρού, ενώ ο Γούδας ακολουθούσε την εντολή των προϊσταμένων του.

Η VIII Μεραρχία Ηπείρου, προς κάλυψη του πλευρού της, που κακώς είχε μείνει ακάλυπτο, απέστειλε μονάδα δύναμης τάγματος στην Σκάλα Παραμυθιάς, υπό τον αντισυνταγματάρχη Προεστάκην, αν ενθυμούμαι καλώς. Αλλιώς ο εχθρός μπορούσε να προελάσει επί της ημιονικής οδού Παραμυθιάς-Ιωαννίνων, της βασικότερης τότε οδικής αρτηρίας στην δυτική Ήπειρο.

Κατά τις 8 το βράδυ, μπήκε στην κωμόπολη της Παραμυθιάς εχθρικό αναγνωριστικό απόσπασμα δύναμης 80 ανδρών, προερχόμενο από την Δράγανη, όπου είχαν ήδη φτάσει σημαντικές εχθρικές δυνάμεις που είχαν χάσει κάθε επαφή με τα ελληνικά τμήματα, χωρίς σημαντική μάχη. Δεν τολμούσαν να επιχειρήσουν προέλαση, διότι η μεν VIII Μεραρχία κρατούσε τις θέσεις σθεναρά, καταφέρνοντας καίρια πλήγματα κατά των επιτιθέμενων Ιταλών, τόσο στο Γκραμπάλα, όσο και στον Καλαμά (τομέας Ρεπετίστης), ενώ στην Πίνδο για την μεραρχία Τζούλια άρχισαν οι μαύρες μέρες, που κατέληξαν μετά από τετραήμερο στην πλήρη διάλυσή της. Έμειναν λοιπόν οι Ιταλοί εν αναμονή εξελίξεων, αντί να επιτεθούν ταχέως προς την κατεύθυνση της Πρέβεζας, πριν το 6ο Σύνταγμα Κορίνθου οργανώσει αμυντικά την διάβαση Μποντάρι.

Έστειλαν όμως αναγνωριστικές περιπόλους, εκ των οποίων η μία εισήλθε στην Παραμυθιά. Οδηγοί του αναγνωριστικού αυτού αποσπάσματος ήταν Αλβανοί, ανάμεσά του δύο πρώην ληστές Μελέκ Σιάνης και Μεϊντή Χότζιας, από το Ζερβοχώρι και οι δύο, συμμορίτης ο πρώτος, συμμορίτης και αδελφός του Νταούκ Χότζια ο δεύτερος, ανήκουν στην δύναμη του αποσπάσματος και φέρουν ιταλική στολή και ιταλικό οπλισμό.

Οι τσάμηδες της Παραμυθιά, έχοντας επικεφαλής τον μουφτή τον Χασάν Αβδουλά, βρέθηκαν στο πηγάδι της αγοράς, όπου ήταν το Ιερό Τέμενος, όπου δέχτηκαν με αγκαλιές τους ελευθερωτές τους και ξεφώνισαν: «Ντουά στο Γιαραμπή», ήτοι δέηση προς τον Ύψιστο υπέρ των Ιταλο-αλβανικών όπλων.

Κατά την στιγμή εκείνη, πενήντα περίπου μέτρα μακριά, στο καφενείο Κυριάκη, βρίσκονταν δύο στρατιώτες και ένας λοχίας του ελληνικού στρατού, οι οποίοι για να ικανοποιήσουν τον αλκοολισμό τους, μόλις είχε σκοτεινιάσει, είχαν εγκαταλείψει τις θέσεις τους στην Σκάλα. Έπιναν και βρίσκονταν σε εύθυμη διάθεση. Όταν ειδοποιήθηκαν ότι ήρθε στην πόλη ιταλικό απόσπασμα, αρνήθηκαν να φύγουν.

Ο Σιέφης (Εσρέφ Ντίνος), Αλβανός Παραμυθιώτης, που είχε αναλάβει πολιτοφύλακας κατ’ εντολή των Ιταλών, μπήκε και τους διέταξε να τον ακολουθήσουν, και όταν έλαβε την άρνησή τους, έτρεξε να ειδοποιήσει τους Ιταλούς. Οι Έλληνες πολίτες τότε, προεξάρχοντος του Ιωάννη Μητσιώνη, αντιπροσώπου της εταιρείας Σίγγερ, τους έσυραν βιαίως και εν τάχει έξω από την πόλη. Μόλις πέρασαν την οικία Νικ. Εργολάβου, τους χτύπησε κρύος αέρας, συνήλθαν και έτρεξαν προς τις θέσεις τους, όπου φτάνοντας πυροβολήθηκαν ανεπιτυχώς από τους συναδέλφους τους κατά τις 9 το βράδυ, και αφού μίλησαν, τους άφησαν να περάσουν.

Οι πυροβολισμοί αυτοί είχαν ευχάριστη συνέχεια: οι Ιταλοί μετά την υποδοχή, τους εναγκαλισμούς και τις δεήσεις, οδηγήθηκαν από τους τσάμηδες στην πυρπόληση καταστημάτων και των οικιών. Ήδη είχε πυρποληθεί το καφενείο του Σωτήρη Κουτούπη, καιγόταν ολόκληρο το τετράγωνο, όταν στο χωριό Καρυώτι συγκεντρώθηκαν προς άμυνα μερικοί ένοπλοι υπό τους αγροφύλακες Λάμπρο Γκάτζια, και Γεώργιο Θ. Τάχια, επιζώντα εισέτι, ενισχύθηκαν και από μερικούς πρόσφυγες χωριάτες από Ψάκκα, υπό την ηγεσία του Γεωργίου Δήμα.

Οι χωρικοί εξήλθαν από το χωριό για να λάβουν αμυντική διάταξη, όταν άκουσαν τους πυροβολισμούς από την Σκάλα Παραμυθιάς, όπου ήταν τμήμα της VIII Μεραρχίας Ηπείρου και νομίζοντας ότι άρχισε ελληνική επίθεση προς εκείνο το σημείο, έτρεξαν και κατέβαλαν την ΝΑ παρυφή της Παραμυθιάς αντέρεισμα Ταμπούρι και έβαλαν κατά του πυρολυμένου κτιρίου, πέριξ του οποίου φώναζαν Ιταλοί και Τσάμηδες. Το ιταλικό απόσπασμα φοβούμενη την σοβαρή επίθεση και τον κίνδυνο να βρεθεί μεταξύ δύο πυρών, ετράπη σε άτακτη φυγή προς Δράγανη. Οι Γκάτζιας, Τάχιας και Δήμας παρασημοφορήθηκαν από την 8η Μεραρχία για την πρωτοβουλία τους αυτή.

Κατά την κατοχή όμως ο Δήμας υπέστη βασανιστήρια από τους Αλβανούς και την ιταλική καραμπινερία και εμπρησμό της οικίας του. Ομοίως ο Τάχιας συνελήφθη δις από την καραμπινερία Παραμυθιάς και κακοποιήθηκε, συλλήψεις που έγιναν με διάφορες προφάσεις.

Ο Σιέφης, που είχε αναλάβει ως πολιτοφύλακας κατ’ εντολή των Ιταλών, συνελήφθη μετά από εκείνη την ημέρα από τον στρατό μας, οδηγήθηκε σε έκτακτο στρατοδικείο, όπου καταδικάστηκε σε θάνατο.

Μπροστά από την προέλαση του 6ου συντάγματος Κορίνθου και του τάγματος Προεστάκη, οι Ιταλοί αποσύρθηκαν πέρα του Καλαμά, φοβούμενοι ότι θα πάθουν ότι και η μεραρχία αλπινιστών στην Πίνδο. Τότε, ολόκληρος ο πληθυσμός της Παραμυθιάς, ο χριστιανικός βέβαια, μετέφερε στους ώμους (μην υπάρχοντας άλλα μεταφορικά μέσα) όλη την διαθέσιμη ξυλεία από τα ξυλουργεία της Παραμυθιάς, μέχρι Μενίνα, προς γεφύρωση του Καλαμά.
Στα εδάφη που ανακτήθηκαν από τον στρατό μας, οι χωροφύλακες και αγροφύλακες υπό τον ανθυπασπιστή Γυπάκη και αγρονόμο Καρβούνη, συγκέντρωσαν εν τάχει τους άνδρες Αλβανοτσάμηδες και τους οδήγησαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Κόρινθο και Χίο.

Για να τους συλλάβουν οι αγροφύλακες, οι οποίοι κυρίως γνώριζαν τους συνεργάτες των Ιταλών κατά πρόσωπο, έφθασαν μέχρι τα σύνορα. Πολλοί Αλβανοί σταμάτησαν εκεί, όταν εκδιώχθηκαν οι Ιταλοί, νομίζοντας πως είναι ασφαλείς. Ήταν από εκείνους που παρακολουθούσαν τον ιταλικό στρατό νικητή, αλλά τον εγκατέλειψαν όταν ετράπη σε φυγή. Στις σημειώσεις μου έχω τα ονόματα δύο εξ αυτών, συλληφθέντων στην κορυφογραμμή Βέρβα, τους Σελήμ Λιατίφ από Κορύτιανη και τον Σαντήκ Κερίμ από Σενεμηρίζα.

Όπως με τις ανοιξιάτικες ψιχάλες, εξαπατώνται οι κόχλοι και ανυψώνουν το κεφάλι, έτσι και με την ιταλική προέλαση των πρώτων ημερών, οι Αλβανοτσάμηδες νομίζοντας ότι έσβησε η Ελλάδα, αποκάλυψαν τον πραγματικό τους εαυτό.

Προ ετών ανέγνωσα, χωρίς να συγκρατήσω στοιχεία, ότι και οι Γερμανοί ασχολούμενοι με τον ελληνο-ιταλικό πόλεμο περιγράφουν με μελανά χρώματα τους Αλβανούς, πρώτους στις λεηλασίες και τελευταίοι στην μάχη. Μία των αιτιών της ιταλικής ήττας θεωρούν την κακή εκτίμηση από τους Ιταλούς, των στρατιωτικών δυνατοτήτων των Αλβανών εν γένει.

* Απο το βιβλίο του Βασίλειου Παυλίδη: Οι Αλβανοτσάμηδες της Παραμυθιάς και η Κατοχή

 
Read More »
Τα "πανηγύρια" των Αλβανοτσάμηδων στην Παραμυθιά στις 28 Οκτωβρίου 1940 Τα "πανηγύρια" των Αλβανοτσάμηδων στην Παραμυθιά στις 28 Οκτωβρίου 1940 Reviewed by thespro.gr on Κυριακή, Οκτωβρίου 27, 2024 Rating: 5

Δείτε την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην Ηγουμενίτσα το 1993 (ΒΙΝΤΕΟ)

Κυριακή, Οκτωβρίου 27, 2024
Δείτε την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην Ηγουμενίτσα το 1993 (ΒΙΝΤΕΟ)



Δείτε στο βίντεο που ακολουθεί, την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην πόλη της Ηγουμενίτσας το 1993, όπως την είχε καταγράψει η κάμερα του τοπικού τηλεοπτικού σταθμού tvA.

Αναγνωρίστε τον εαυτό σας να παρελαύνει στους δρόμους της πόλης.

Στο σπικάζ της παρέλασης ο Δημήτρης Πάκος και η Λιλή Κωτσαία ενώ στην κάμερα ο Βαγγέλης Χαλμαντζής και ο Βαγγέλης Αναστασίου.

 
Read More »
Δείτε την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην Ηγουμενίτσα το 1993 (ΒΙΝΤΕΟ) Δείτε την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην Ηγουμενίτσα το 1993 (ΒΙΝΤΕΟ) Reviewed by thespro.gr on Κυριακή, Οκτωβρίου 27, 2024 Rating: 5

Δείτε την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην Ηγουμενίτσα το 1997 (ΒΙΝΤΕΟ)

Κυριακή, Οκτωβρίου 27, 2024
Δείτε την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην Ηγουμενίτσα το 1997 (ΒΙΝΤΕΟ)


Δείτε στο βίντεο που ακολουθεί, την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην πόλη της Ηγουμενίτσας το 1997, όπως την είχε καταγράψει η κάμερα της Δημοτικής Τηλεόρασης Ηγουμενίτσας.

Στο σπικάζ της παρέλασης ο Δημήτρης Πάκος, στην κάμερα ο Βαγγέλης Χαλμαντζής και στο ρεπορτάζ ο Παντελής Κίτσιος.

Στην εκφώνηση του πανηγυρικού της ημέρας ο τότε διευθυντής του Δημοτικού Σχολείου Γραικοχωρίου κ. Βασίλης Μασούρας.




Δείτε ακόμα: Την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην Ηγουμενίτσα το 1993 (ΒΙΝΤΕΟ)
Read More »
Δείτε την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην Ηγουμενίτσα το 1997 (ΒΙΝΤΕΟ) Δείτε την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στην Ηγουμενίτσα το 1997 (ΒΙΝΤΕΟ) Reviewed by thespro.gr on Κυριακή, Οκτωβρίου 27, 2024 Rating: 5

Ηγουμενίτσα: Η παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου 1989

Κυριακή, Οκτωβρίου 27, 2024
Ηγουμενίτσα: Η παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου 19α89


Read More »
Ηγουμενίτσα: Η παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου 1989 Ηγουμενίτσα: Η παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου 1989 Reviewed by thespro.gr on Κυριακή, Οκτωβρίου 27, 2024 Rating: 5

1940-Η ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ, ΤΙΣ ΠΡΩΤΕΣ ΗΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ, ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΤΑΛΟ ΥΠΟΛΑΧΑΓΟ ΚΑΜΠΙΟΝΕ

Κυριακή, Οκτωβρίου 27, 2024
1940-Η ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ, ΤΙΣ ΠΡΩΤΕΣ ΗΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ, ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΤΑΛΟ ΥΠΟΛΑΧΑΓΟ ΚΑΜΠΙΟΝΕ
Μια βόμβα, έπεσε και σκότωσε τον Παναγιώτη Κύρκο, Πρόεδρο της τότε κοινότητας Φιλιατών

Της Μαίρης Τζώρα

Τις πρώτες ώρες της 28ης Οκτωβρίου 1940 οι Ιταλοί ξεκινούν να βομβαρδίζουν το Φιλιάτι.Μια βόμβα, έπεσε στο δρομάκι που υπήρχε, μεταξύ του ξενοδοχείου Λάμπρου Βενέτη και μαγαζιού Μάρκου Περιστέρη, και σκότωσε τον Παναγιώτη Κύρκο, Πρόεδρο της τότε κοινότητας Φιλιατών.Επίσης, τραυμάτισε σοβαρά τον γιο του Δημήτρη Κύρκο, ο οποίος υπέκυψε αργότερα στα τραύματα του.Στο Φιλιάτι, όλοι προσπαθούσαν να γλιτώσουν και κατέφευγαν στις γράβες. Μια τέτοια γράβα, ήταν στο δρόμο απέναντι από την…
μάντρα του στρατοπέδου του Τάγματος Φιλιατών.Ο υπολοχαγός Καμπιόνε σημειώνει στο ημερολόγιο της μεραρχίας:
«…28η Οκτωβρίου 1940. Ξημερώματα στις 6 και 15 αρχίζουν οι εχθροπραξίες. Είναι η επέτειος της πορείας προς την Ρώμη(γιορτή του καθεστώτος Μουσολίνι). Δύο συντάγματα πεζικού, το 31ο και το 32ο , αποτελούντα τηνβάση των δυο φαλαγγών βορείως και νοτίως στον τομέα της μεραρχίας μας, υποστηριζόμενα από ορειβατικό πυροβολικό, από ιπποκίνητο και από πυροβόλα των 150 διέρχονται τα ελληνοαλβανικά σύνορα. Ο ουρανός είναι πολύσυννεφιασμένος. Πυκνή ομίχλη περιβάλλει τα βουνά. Η ορατότητα είναι σχεδόν στο μηδέν. Τα τμήματά μας προελαύνουν σε όλη την έκταση του μετώπου της επιθέσεως, χωρίς να συναντήσουν αντίσταση, υποστηριζόμενα απόορεινό πυροβολικό λόγω της μικρής ορατότητας,και φθάνουν την νύχτα σε ορισμένα χωριά επί του ελληνικού εδάφους, σε απόσταση ολίγων χιλιομέτρων από τα σύνορα Η επιχείρηση διεξήχθη με αλλεπάλληλα κλιμάκια,μεθοδικά με απόλυτη ηρεμία, εξαιρέσει μερικών σποραδικών πυροβολισμών η αραιών τυφεκιοβολισμών εκ μέρους των τμημάτων που βρίσκονται σε επαφή με τον εχθρό κοντά στα κατοικημένα κέντρα κατά των κατευθύνσεων τηςεισβολής.
29η Οκτωβρίου. Η βροχή που άρχισε από χθες το βράδυ εξακολουθεί ραγδαία,
δυσκολεύοντας σημαντικά τον εφοδιασμό και επιβραδύνοντας την προέλαση του πεζικού, το οποίο προχωρεί προς τους καθορισμένους αντικειμενικούς σκοπούς.
Το 37ο σύνταγμα πεζικού έχει φτάσει στους Φιλιάτες αξιόλογη ελληνική κωμόπολη σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων από τα σύνορα,όπου θα μείνει επί μερικές μέρες προς παρασκευήν του νέου άλματος προς τα εμπρός και ευθυγραμμισθεί με τα άλλα τμήματα τα προελεύνοντα στον ίδιο τομέα. Πρέπει να συντονισθεί η συγκλίνουσα ενέργεια όλων των τμημάτων για να παραβιασθεί η διάβαση του Καλαμά, σημαντικού ποταμού που έχει πλημμυρίσει λόγω των βροχών.Το πεζικό ακολουθούν αμέσως οι «Έφιπποι Οδηγοί» ( δηλ. το 19ο σύνταγμα ιππικού) για να χρησιμοποιηθούν σε πεδινές περιοχές μόλις τα τμήματα μας περάσουν την ορεινή ζώνη ορισμό των μαχόμενων στρατευμάτων. Το βράδυ έρχεται να δώσει αναφορά ο διοικητής του πυροβολικού της μεραρχίας. Πρόκειται να ρυθμισθεί ο τρόπος της δράσεως του πυροβολικού δια την διάβαση του ποταμού Καλαμά, ο οποίος θα αποτελεί σοβαρό εμπόδιο, σε περίπτωση αντιστάσεως των Ελλήνων.
30η Οκτωβρίου. Η επίμονη βροχή που συνεχίζεται μέρα – νύχτα με θύελλες,δυσκολεύει τις κινήσεις του στρατού και τις επιβραδύνει.Οι Μελανοχιτώνες που ήσαν στην άμεση διάθεση της Διοικήσεως της Μεραρχίας και μεναν κοντά σε αυτήν προωθούνται επίσης. Η όλη κίνηση στην Διοίκηση την ημέρα αυτή είναι ζωηρότατη. Αύριο το στρατηγείο θα μεταφερθεί εις την Βέρβα, ένα χωριό επί των ελληνοαλβανικών συνόρων. Ξαφνικά, αργά τοδείλι, φθάνουν 900 εργάτες οι οποίοι πρόκειται να εργασθούν για την επισκευή του τμήματος της οδού από την Κονίσπολι της Αλβανίας έως τους Φιλιάτες, επί του Ελληνικού εδάφους. Τους μεταφέρουν φάλαγγες φορτηγών αυτοκινήτων, φορτωμένων με υλικό, ενώ βρέχει και φυσά δυνατός άνεμος. Οι εργασίες ξεκινούν αμέσως, με έκτακτη δραστηριότητα. Οι ειδήσεις από τα προελαύνοντα στρατεύματα είναι καθησυχαστικές.Συναντούν ελάχιστηαντίσταση. Έξαφνα το βράδυ, σαν κεραυνός σε καθαρό ουρανό, έρχεται η ανακοίνωση ότι σκοτώθηκε στους Φιλιάτες ο διοικητής του 32ου συντάγματος. Αποτελεί σημαντικότατη απώλεια ο θάνατός του κατά την αρχική φάση των επιχειρήσεων, γιατί στερεί το σύνταγμα του γέρου διοικητού εκτιμώμενου και αγαπώμενου από τους υφισταμένους του, ιδίως από τους στρατιώτες. Ο συνταγματάρχης είχε πάει στο παρατηρητήριο του πυροβολικού για να εξετάσει ο ίδιος από πού προήρχετο η βολή μίας εχθρικής πυροβολαρχίας, η οποία παρενοχλούσε τα στρατεύματα τα συγκεντρωθέντα στους Φιλιάτες. Εκεί στο παρατηρητήριο τον πέτυχε μια εχθρική οβίδα και τον κομμάτιασε.Ήταν ο μόνος αξιωματικός που έπεσε κατά την πρώτη φάση των επιχειρήσεων. Ο θάνατός του προκάλεσε γενική και ειλικρινή θλίψη, που ήταν ακόμη μεγαλύτερη, γιατί το τραγικό γεγονός επήλθε ενώ τόσο λαμπρά εξελισσόταν οι επιχειρήσεις.
31η Οκτώβρη. Το πρωί στις 6 αρχίζει η μετακίνηση της Διοικήσεως προς την Βέρβα!
1η Νοέμβρη.Ύστερα από μέρες βροχής και ανέμου και ύστερα από το χθεσινό χαλάζι ο καιρός σήμερα είναι ωραίος και ο ήλιος καταυγάζει τα άσπρα σπιτάκια τηςορεινής αυτής κωμόπολης. Ζωηρά κίνηση στην Διοίκηση τηςμεραρχίας, λόγω των επιχειρήσεων που θα διεξαχθούν μετά την διάβαση του ποταμού Καλαμά. Το πρωί πετούν επάνω από το μέρος που βρισκόμαστε 9 αεροπλάνα « Καπρόνι» σε πυκνό σχηματισμό κατευθυνόμενα προςνότο, προφανώς για να βομβαρδίσουν εχθρικές θέσεις.
2α Νοεμβρίου. Προετοιμασίες για μεταφορά στους Φιλιάτες.
3η Νοεμβρίου. Μεταφερόμεθα με τις ίδιες πάντοτε δυσκολίες, από ημιονικούς οδούς, στους Φιλιάτες. Στους Φιλιάτες, όπου έχει συγκεντρωθεί πολύς στρατός και τώρα βρίσκεται και η Διοίκηση της μεραρχίας, επικρατεί γενικώς ατμόσφαιρα ενθουσιασμού και επιθέσεως. Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού έμεινε στην πόλη και οι Αρχές, που δεν θέλησαν να εγκαταλείψουν την θέση τους, παραμένουν τελείως αδιάφορες για την άφιξή μας. Δύο οβίδες πέφτουν ακριβώς μέσα στην πλατεία. Κανείς δεν κινείται. Και όμως η πλατεία είναι γεμάτη από αυτοκίνητα,
μεταγωγικά, στρατιώτες ακόμη δε και πυρομαχικά που έχουν ξεφορτωθεί πρόχειρα, έχει δε κατακλυσθεί από τους ντόπιους. Οι δυο οβίδες που έπεσαν μέσα στην πλατεία, αν είχαν πέσει στα πυρομαχικά θα είχαν προκαλέσειμεγάλες απώλειες, σε ανθρώπινες ζωές και υλικό. Ο νεοκατασκευασμένος δρόμος αποτελείται μόνο από μια λωρίδα χώματος, δίχως κατάστρωμα. Είναι γεμάτος λάσπη, νερά και άφθονες πέτρες…. Η Διοίκηση της μεραρχίας έχει εγκατασταθεί στο νεόκτιστο σχολείο. (Φιλιατών).
( προετοιμασίες για πέρασμα Καλαμά)!..
4η Νοεμβρίου. Έρχεται από τα Τίρανα ο Διοικητής του Μηχανικού για να επιστατήσει στην ζεύξη του ποταμού όταν θα συντελεσθεί η διάβασή του. Την ίδια ώρα φθάνουν και τρεις αξιωματικοί δημοσιογράφοι, πολεμικοί ανταποκριτές, ο ένας του γραφείου τύπου και προπαγάνδας, ο άλλος του «Τζορνάλε ντ’ Ιτάλια» και ο τρίτος της « Γκαζεττα ντελ Πόπολο». Το βράδυ έρχεται από τα Τίρανα ο αρχηγός ενός σώματος άτακτων Αλβανών για ν? ανακοινώσει ότι την ημέρα της ενάρξεως των εχθροπραξιών είχε απώλειες τρεις νεκρούς και δυο τραυματίες. Ταυτόχρονα ήρθαν στους Φιλιάτες κι ο διοικητής της Εθνικής Τράπεζας της Αλβανίας κι ένας υπάλληλος του Υπουργείου των Εξωτερικών για να εξετάσουν αν είναι δυνατόν να ξεκινήσουν αμέσως την δράση τους στην Κωμόπολη…. Αύριο θα εξαπολυθεί αληθινή θύελλα πυρός…
5η Νοεμβρίου. Από την 10η χθες το βράδυ τα εχθρικά πολυβόλα βάλουν σφοδρώς κατά της παρατάξεως μας, στο ποταμό Καλαμά. Αργότερα βάλλουν και το εχθρικό πυροβολικό. Στις 9 το πρωί εμφανίζονται πάνω μας τα πρώτα αεροπλάνα και αδειάζουν τις βόμβες τους σε ένα σημείο όχι ενδιαφέρον. Κατά τις δέκα βομβαρδίζονται στόχοι κοντά στους Φιλιάτες. Συγκλονίζονται όλα τα σπίτια της Κωμόπολης. Οι πρώτες πληροφορίες ότι στοιχεία δύο ταγμάτων του 32ου πέρασαν τον Καλαμά, αναγκάζουν τον Μέραρχο να μου δώσει εντολή να εξακριβώσω την αλήθεια και συγχρόνως να εξετάσω που πρέπει να ζευχθεί ο ποταμός με γεφυρόσκαφα. Κατά τις 11 επιβαίνω στην μοτοσικλέτα ενός αγγελιοφόρου και πηγαίνω στον ποταμό. Σε καμπή του δρόμου, που οργώνεται από το εχθρικό πυροβολικό, συναντώ τον πρώτο τραυματία. Κατά μήκος του δρόμου διακρίνω κι άλλους. Βρίσκω τονσυνταγματάρχη παρατηρητή ο οποίος με ενημερώνει ότι ομάδα στρατιωτών προσπαθούν να βάλλουν καλώδιο για να περάσουν τον ποταμό. Στις 4 το απόγευμα αφού υποσθήκαμε αισθητές απώλειες εγκαταστήσαμε την γέφυρα και τμήματα μας πέρασαν απέναντι.
6η Νοεμβρίου. Απόλυτη ηρεμία ακολουθεί την σφοδρή χθεσινή δράση, που κατέληξε στην διάβαση του ποταμού. Κατά τις 8 το πρωί εχθρικά αεροπλάνα ανατινάζουν την γέφυρα, που με τόσους κόπους είχαμε εγκαταστήσει τοβράδυ. Ένα εχθρικό αεροπλάνο ήταν αληθινά υπέροχο. Κατέβαινε κάθετα σχεδόν στα 30 μέτρα μέσα στη στενή κοιλάδα. Τα τμήματά μας είχαν προελάσει 12 χιλιόμετρα από εδώ, έως την Βάρφανη.
7η Νοεμβρίου. Ενώ συνεχίζονται οι κινήσεις για την προέλαση της μεραρχίας έρχεται διαταγή από το Σώμα Στρατού να σταματήσει η προέλαση να οπισθοχωρήσουν τα στρατεύματα και να σχηματίσουν ισχυρό προγεφύρωμα στον Καλαμά, με κέντρο την Βρυσέλλα όπου είχε δημιουργηθεί η γέφυρα με τα γεφυρόσκαφα. Μετά μάθαμε για τις ελληνικές νίκες στο υπόλοιπο μέτωπο της Ηπείρου. Οι Έλληνες είχαν φθάσει στην Κορυτσά.
17η Νοέμβρη. Προετοιμασία υποχώρησης.
18η Νοέμβρη. Υποχώρηση .Στις 10 έρχεται να δώσει αναφορά ο Ταγματάρχης-Διοικητής των άτακτων Αλβανικών σωμάτων, μαζί με δύο Αλβανούς αξιωματικούς, και λέει ότι οι Αλβανοί ετοιμάζονται να μας εγκαταλείψουν. Επειδή πρόκειται περί συμμοριτών που αποτελούνται από κάθε καρυδιάς καρύδι και περισσότερο ενδιαφέρονται να πλιατσικολογήσουν παρά να πολεμήσουν, είμαιπεπεισμένος ότι εκείνο που παρακινεί τους Αλβανούς είναι ο φόβος. Η διαγωγή τους σε αυτήν την κρίσιμη ώρα είναι σχεδόν προδοσία.Οπισθοχωρούμε! προς Κονίσπολη….».
(Από το βιβλίο ¨Κάτι για το Φιλιάτι¨ του Γιώργου Κώτση- Φιλιάτες 2011)


Read More »
1940-Η ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ, ΤΙΣ ΠΡΩΤΕΣ ΗΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ, ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΤΑΛΟ ΥΠΟΛΑΧΑΓΟ ΚΑΜΠΙΟΝΕ 1940-Η ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ, ΤΙΣ ΠΡΩΤΕΣ ΗΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ, ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΤΑΛΟ ΥΠΟΛΑΧΑΓΟ ΚΑΜΠΙΟΝΕ Reviewed by thespro.gr on Κυριακή, Οκτωβρίου 27, 2024 Rating: 5

Πώς η VΙΙΙ Μεραρχία συνέτριψε την ιταλική επίθεση στην Ηπειρο

Κυριακή, Οκτωβρίου 27, 2024
Πώς η VΙΙΙ Μεραρχία συνέτριψε την ιταλική επίθεση στην Ηπειρο


 
Ψηλά στην Ήπειρο, ο χειμώνας είχε ήδη έρθει. Στα Ιωάννινα, ο διοικητής της VΙΙΙ Μεραρχίας Πεζικού (ΜΠ), ο υποστράτηγος Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, βρισκόταν στο γραφείο του.

Η ώρα είχε περάσει, αλλά ο έμπειρος στρατηγός, μαζί με τους επιτελείς του, βρίσκονταν σκυμμένοι επάνω από τους απλωμένους χάρτες τους, μελετώντας τους και ανταλλάσσοντας μόνο τα απαραίτητα λόγια.

Ο μέραρχος είχε ενημερώσει τους επιτελείς του για την αναφορά του διοικητή του Αποσπάσματος Πίνδου, του Δαβάκη, ο οποίος ήταν βέβαιος ότι η ιταλική εισβολή ήταν  ζήτημα ωρών.

Μέσα στη νύχτα έφτασε στο γραφείο του μέραρχου και ο συνταγματάρχης Μαυρογιάννης. Ήταν ο διοικητής πυροβολικού της Μεραρχίας, αλλά και ο άνθρωπος που επιμελήθηκε την οργάνωση του εδάφους στη ζώνη ευθύνης της.

Ο συγκεκριμένος αξιωματικός υπήρξε σε μεγάλο βαθμό ο θεμελιωτής της νίκης του Καλπακίου. Ολόκληρο το καλοκαίρι του 1940 περιέτρεχε τη ζώνη της Μεραρχίας βάσει των εντολών που είχε δώσει στο ΓΕΣ ο πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς.

Ο Μαυρογιάννης έκανε μεγάλο έργο: Κατόπτευε. Σχεδίαζε.

Με την αμέριστη συμπαράσταση των κατοίκων, είχε κατορθώσει να οργανώσει άριστα το έδαφος. Κατασκευάστηκαν 269 πολυβολεία αντοχής σε πλήγματα  οβίδων τουλάχιστον των 75 χιλ., 20 διπλά πολυβολεία σκαμμένα στους βράχους, 16 θέσεις τάξης πυροβόλων, και 30 καταφύγια για τους πυροβολητές, τα κτήνη και τα πυρομαχικά, 15 πυροβολεία αντοχής σε πλήγματα τουλάχιστον των 105 χιλ. Ανοίχτηκαν χαρακώματα συνολικού μήκους 66 χλμ. και στρώθηκαν ζώνες συρματοπλέγματος μήκους 5.700 μ., κατασκευάστηκαν 110 σκέπαστρα προστασίας του πεζικού, συνολικής χωρητικότητας 3.500 ανδρών, 10 ενισχυμένα παρατηρητήρια, υπόγεια τηλεφωνικά κέντρα, αντιαρματικές τάφροι συνολικού μήκους 4,5 χλμ. και 26 αντιαρματικά  φράγματα με σιδηροτροχιές.


Επίσης, στρώθηκαν ναρκοπέδια και υπονομεύτηκαν όλες οι γέφυρες στη ζώνη προκάλυψης της Μεραρχίας, ενώ ανοίχθηκαν και πολλαπλές ζώνες χαρακωμάτων, ώστε να διασπείρονται τα εχθρικά πυρά. Οι αφανείς ήρωες του τεράστιου αυτού επιτεύγματος ήταν οι απλοί κάτοικοι της Ηπείρου, οι οποίοι εργάζονταν χωρίς αμοιβή επί πέντε ημέρες κάθε μήνα, κατασκευάζοντας «προχώματα για τα παιδιά μας, που θα πολεμήσουν για την πατρίδα», όπως έλεγαν οι ίδιοι στον στρατηγό Κατσιμήτρο.

Ο Μαυρογιάννης παρουσιάστηκε στον μέραρχο και επιβεβαίωσε τις υπάρχουσες πληροφορίες. Ο Κατσιμήτρος άλλωστε ήταν πάντα καλά πληροφορημένος, έχοντας εγκαταστήσει, με τη βοήθεια του δασκάλου τού χωριού Μολυβδοσκέπαστη Σταύρου Γκατσόπουλου, εκτεταμένο δίκτυο πρακτόρων εντός του αλβανικού εδάφους. Με τον τρόπο αυτό γνώριζε τα πάντα σχετικά με τις μετακινήσεις των ιταλικών δυνάμεων εντός της Αλβανίας.

Οι Ιταλοί είχαν ήδη συγκεντρωθεί στα σύνορα. Η εισβολή δεν θα αργούσε να πραγματοποιηθεί. Μόλις ολοκληρώθηκε η σύσκεψη, ο  Κατσιμήτρος τηλεφώνησε στην Αθήνα, στο Γενικό Επιτελείο Στρατού (ΓΕΣ). Του απάντησε ο αντισυνταγματάρχης Κορώζης.

Ο Κατσιμήτρος χωρίς να χάσει χρόνο είπε στον Κορώζη: «Αναφέρετε, παρακαλώ, κ. Κορώζη, στον κ. Αρχηγό του ΓΕΣ ότι η προσωπική μου γνώμη είναι ότι αύριο το πρωί, ίσως δε και κατά τη διάρκεια της νύκτας 27ης προς την 28η Οκτωβρίου, θα έχουμε ιταλική επίθεση. Η Μεραρχία θα εκτελέσει το καθήκον της προς την πατρίδα, σύμφωνα με τις διαταγές και τις οδηγίες του ΓΕΣ. Μπορώ να διαβεβαιώσω υπευθύνως τον κ. Αρχηγό -και το τονίζω  ιδιαιτέρως αυτό- ότι δεν θα περάσουν οι Ιταλοί από το Καλπάκι».

«Μάλιστα Στρατηγέ μου, θα αναφέρω τα ανωτέρω στον κ. Αρχηγό και θα τονίσω ιδιαιτέρως τη σοβαρή σας διαβεβαίωση. Εύχομαι, Στρατηγέ μου, καλή επιτυχία», απάντησε συγκινημένος ο Κορώζης.

Ο Κατσιμήτρος δεν ανήκε στους απλώς ρομαντικούς και φιλοπάτριδες αξιωματικούς. Είχε συμμετάσχει σε πέντε πολέμους και είχε τεράστια εμπειρία.

Η διαβεβαίωσή του λοιπόν προς τον Παπάγο ότι οι Ιταλοί δεν πρόκειται να διασπάσουν την κύρια γραμμή άμυνας της Μεραρχίας, τη λεγόμενη τοποθεσία Ελαίας-Καλαμά, είχε ιδιαίτερη βαρύτητα.

Αυτό αποδεικνύεται και από τη διαταγή επιχειρήσεων που είχε εκδώσει, ήδη από τις 23 Σεπτεμβρίου 1940. «Η Μεραρχία έχει αποφασίσει να παρασύρει τον αντίπαλο επί της οργανωμένης τοποθεσίας Ελαίας και, αφού  επιφέρει σε αυτόν φθορά, με γενική αντεπίθεση θα επιδιώξει να τον απορρίψει πέρα από τα σύνορα, αποκόπτοντάς τον από τις γραμμές των συγκοινωνιών και του εφοδιασμού του.

Αξιώνω και απαιτώ όπως ενστερνιστείτε όλοι το πνεύμα της διαταγής αυτής, βαθμοφόροι και στρατιώτες παντός Όπλου και Σώματος και όλες οι διοικήσεις και τα επιτελεία...

Ενθυμούμενοι την Ιστορία και τις παραδόσεις μας, ας δείξουμε στους πιθανούς αντιπάλους μας ότι ούτε το πλήθος ούτε η υλική ισχύς φέρνουν τη νίκη, αλλά οι ψυχικές δυνάμεις και η στερεά  πεποίθηση σε αυτήν και στο δίκαιο του αγώνα μας, γιατί θα αγωνιστούμε υπέρ βωμών και εστιών.

Η τιμή των ελληνικών όπλων απαιτεί, όπως κάθε τμήμα, σε οποιαδήποτε κατάσταση και αν βρεθεί, να πολεμήσει μέχρι του τελευταίου ανδρός και του τελευταίου φυσιγγίου, και να θυσιαστεί, αλλά ουδέποτε να παραδοθεί» (υπογραφή: Κατσιμήτρος).

Ο Κατσιμήτρος είχε επεξεργαστεί από καιρό λοιπόν τα σχέδια άμυνας της Μεραρχίας. Η αποστολή του ήταν εξαιρετικά δύσκολη, καθώς η Μεραρχία όφειλε να αμυνθεί μετώπου μήκους 100 χλμ. με 15 τάγματα πεζικού, 2 τάγματα πολυβόλων, 66 πυροβόλα -ορειβατικά, πεδινά και συνοδείας πεζικού– τη μεραρχιακή ομάδα αναγνώρισης, μία αντιαεροπορική πυροβολαρχία των 37 χιλ. (4 πυροβόλα), μία αντιαεροπορική πυροβολαρχία των 20 χιλ. (6 πυροβόλα), μία αντιαρματική πυροβολαρχία των 37 χιλ. (4 πυροβόλα), μία αντιαεροπορική πυροβολαρχία των 88 χιλ. (3 πυροβόλα), η  οποία κάλυπτε την πόλη των Ιωαννίνων, 2 λόχους Μηχανικού και 3 λόχους Διαβιβάσεων.

Οι Ιταλοί απέναντί του είχαν συγκεντρώσει ισχυρές δυνάμεις. Ενταγμένες στο ΧΧV Σώμα Στρατού -το λεγόμενο της «Τσαμουριάς»- οι Ιταλοί διέθεταν την ενισχυμένη 23η ΜΠ Φεράρα (47ο και 48ο Συντάγματα Πεζικού, δύο τάγματα Αλβανών, ένα μηχανοκίνητο τάγμα Βερσαλλιέρων, την 3/131 Επιλαρχία με 50 ελαφρά άρματα, ένα τάγμα όλμων, μία επιλαρχία ιππικού, 48 βαριά πυροβόλα, 68 ελαφρά πυροβόλα, ένα λόχο μοτοσικλετιστών, μία μοίρα αντιαεροπορικών πυροβόλων των 20 χιλ.,  αντιαρματικό ουλαμό των 47 χιλ., στοιχεία μηχανικού με υλικό γεφυροσκευής, συνολική δύναμη 21.000 ανδρών), την 51η ΜΠ Σιέννα (31ο και 32ο Συντάγματα Πεζικού και ένα σύνταγμα ιππικού.

Επίσης ένα τάγμα Αλβανών, ένα τάγμα Μελανοχιτώνων, ένα τάγμα όλμων, 24 βαριά πυροβόλα, 56 ελαφρά πυροβόλα και στοιχεία μηχανικού, συνολικής δύναμης 12.500 ανδρών), την 131η Τεθωρακισμένη Μεραρχία (ΤΘΜ) «Κένταυρος» (μία επιλαρχία αρμάτων με 40 άρματα, ένα μηχανοκίνητο τάγμα Βερσαλλιέρων, 24 ελαφρά πυροβόλα, μία αντιαρματική πυροβολαρχία των 47 χιλ. με 8 πυροβόλα, μία  αντιαεροπορική Μοίρα των 20 χιλ. με 16 πυροβόλα και ένα λόχο μοτοσικλετιστών, με συνολική δύναμη 2.200 ανδρών), τη Μεραρχία Ιππικού (ΜΙ) με δύο συντάγματα ιππικού, ένα σύνταγμα Γρεναδιέρων (3 τάγματα), ένα τάγμα Αλβανών και 24 ελαφρά πυροβόλα, συνολικής δύναμης 5.500 ανδρών.

Συνολικά, οι Ιταλοί ανέπτυξαν απέναντι στην VIII ΜΠ περί τους 42.000 άνδρες, με 244 πυροβόλα κάθε διαμετρήματος και 90 άρματα μάχης. Θα μπορούσε να τους αδικήσει κανείς για τη βεβαιότητα που είχαν για τη νίκη; Μάλλον, όχι.

Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, ο Κατσιμήτρος είχε αντίθετη γνώμη. Έχοντας να καλύψει ένα τεραστίου αναπτύγματος μέτωπο με τις δυνάμεις που διέθετε, έπρεπε να ενεργήσει έξυπνα.

Καταρχάς, θα επιχειρούσε να επιβραδύνει την εχθρική προέλαση, κυρίως για να προκαλέσει φθορά στον εχθρό, πριν ο όγκος του φτάσει ενώπιον της κύριας γραμμής αντίστασης.

Για το σκοπό αυτό ανέπτυξε το 1/3 των δυνάμεών του στην προκάλυψη (5 τάγματα πεζικού, 2 πυροβολαρχίες των 75 χιλ. και 6 πυροβόλα συνοδείας των 65 χιλ.), σε όλο το μήκος της μεθορίου, από την Κόνιτσα  έως το Ιόνιο.

Τον κεντρικό τομέα τον εμπιστεύτηκε στον αντισυνταγματάρχη Μαρδοχαίο Φριζή, στον οποίο διέθεσε το 1/15 Τάγμα Πεζικού (ΤΠ), το 2/42 Τάγμα Ευζώνων (ΤΕ), μία πυροβολαρχία των 75 χιλ., έναν ουλαμό των 65 χιλ. υπό τον ταγματάρχη πυροβολικού Κ. Βερσή, μία πυροβολαρχία των 75 χιλ. και δύο ουλαμούς των 65 χιλ. υπό τον ταγματάρχη του πυροβολικού Δ. Κωστάκη.

Οι δύο αυτοί αξιωματικοί του πυροβολικού αξίζουν ειδικής μνείας. Άριστοι αξιωματικοί και οι δύο, από την πρώτη μέρα του πολέμου μέχρι τη συνθηκολόγηση, είχαν καταστεί ο φόβος και ο τρόμος του Ιταλικού Στρατού.

Υποστήριζαν με τέτοια επιτυχία το πεζικό, που έγιναν θρύλοι, και στα δύο στρατόπεδα. Ένα «μνημείο» της δράσης του Κωστάκη υπάρχει ακόμα και σήμερα στο μουσείο του Αργυροκάστρου.

Πρόκειται για ένα ιταλικό πυροβόλο, με μια ελληνική οβίδα σφηνωμένη στην κάννη του. Σκοπευτής ήταν ο Κωστάκης! Τα τμήματα της προκάλυψης είχαν  ως αποστολή να επιβραδύνουν τις εχθρικές κινήσεις, να προκαλέσουν στον εχθρό τη μεγαλύτερη δυνατή φθορά και να αποσυρθούν κατόπιν στην κύρια γραμμή αντίστασης, όπου θα αποτελούσαν τις εφεδρείες των τομέων.

Όσον αφορά την κύρια γραμμή αντίστασης, αυτή εκτεινόταν από την Ηγουμενίτσα μέχρι τις παρυφές του Σμόλικα. Ο Κατσιμήτρος τη χώρισε σε τέσσερις τομείς. Ο πρώτος, από ανατολικά προς τα δυτικά, ήταν ο τομέας Νεγράδων, χωρισμένος με τη σειρά του σε τρεις υποτομείς, τους Σουδενών, Καλπακίου και Βροντισμένης.

Οι δυνάμεις του συγκεκριμένου τομέα κάλυπταν την τοποθεσία-κλειδί της μεραρχιακής διάταξης, τη διάβαση του Καλπακίου.

Το Καλπάκι είναι μια στενή σχετικά διάβαση, ανάμεσα στα υψώματα Ασσόνισα (ανατολικά) και Παλαιόκαστρο. Στην  τοποθεσία, δεσπόζει το βόρεια της Ασσόνισας ύψωμα Γκραμπάλα, ενώ στον μοναδικό οδικό άξονα δεσπόζει το ύψωμα του Καλπακίου (ύψωμα 493).

Υπήρχαν δύο οδοί, που από το αλβανικό έδαφος οδηγούσαν στην Ελλάδα. Οι δύο αυτοί δρόμοι όμως συνέκλιναν λίγο βορειότερα του Καλπακίου και ενώνονταν σε έναν. Όποιος ήθελε να κατευθυνθεί στα Ιωάννινα, από εκεί όφειλε να περάσει.

Ο Κατσιμήτρος το γνώριζε αυτό, και στο σημείο αυτό αποφάσισε να δώσει την κυρίως αμυντική του μάχη. Ήταν βέβαιος πως αν οι Ιταλοί δεν διασπούσαν την τοποθεσία του Καλπακίου, δεν θα αποτολμούσαν να προελάσουν σε βάθος ούτε στο πλευρό της τοποθεσίας, προς το Ιόνιο, εκεί που η τοποθεσία παρουσίαζε τη  μεγαλύτερη αδυναμία της.

Στον τομέα Νεγράδων λοιπόν έταξε ο στρατηγός δύο τάγματα του 15ου ΣΠ, το 1/40 ΤΕ, έναν λόχο πολυβόλων, τα τέσσερα αντιαρματικά πυροβόλα που διέθετε και το 1ο Τάγμα Πολυβόλων. Οι δυνάμεις αυτές επρόκειτο να σηκώσουν το βάρος του αγώνα. Δυτικότερα, στον τομέα Καλαμά, διατέθηκαν τέσσερα τάγματα ευζώνων του 40ού και 42ου Συνταγμάτων Ευζώνων, το 2ο Τάγμα Πολυβόλων και η ομάδα αναγνώρισης ιππικού της Μεραρχίας. Ακόμα πιο δυτικά, στον τομέα Θεσπρωτίας, διατέθηκαν δύο μόλις τάγματα πεζικού (2/24 και 3/24).

Ο φόβος ιταλικής απόβασης στα νώτα της τοποθεσίας, ανάγκασε τον Κατσιμήτρο να διαθέσει μέρος από τις μικρές του εφεδρείες στον τομέα Πρέβεζας-Φιλιππιάδας, οι δυνάμεις του οποίου (ένα τάγμα πεζικού, ένας λόχος πολυβόλων, τέσσερα πυροβόλα των 65 χιλ. και τέσσερα των 75 χιλ.) φρουρούσαν την ακτογραμμή.

Εφεδρεία της μεραρχίας ορίστηκε το 1/42 ΤΕ και τα τμήματα της προκάλυψης, που, μετά το πέρας του επιβραδυντικού αγώνα, θα έπαιρναν θέσεις πίσω από την τοποθεσία αντίστασης.

Στις 26 Οκτωβρίου, το ιταλικό ραδιόφωνο και οι εφημερίδες άρχισαν να εξαπολύουν μύδρους κατά της Ελλάδας, μεταδίδοντας την είδηση ότι ελληνικές «συμμορίες» εισέβαλαν στο αλβανικό έδαφος και άνοιξαν πυρ κατά ιταλικών τμημάτων.

Σύμφωνα με τους Ιταλούς, άλλες ελληνικές «συμμορίες» τοποθέτησαν βόμβα στους Αγίους Σαράντα.

Το συνοριακό επεισόδιο που ζητούσε ο Μουσολίνι και ετοίμασε ο Τσιάνο, ο πραγματικός εγκέφαλος πίσω από την ιταλική επίθεση κατά της Ελλάδας, είχε συμβεί. Φυσικά, θα έπρεπε να είναι κανείς πολύ αφελής για να  πιστέψει τα ιταλικά ψεύδη. Οι ημερήσιες διαταγές των ιταλικών μονάδων το φανερώνουν:

«26 Οκτωβρίου 1940 - Μεραρχία Φεράρα

»Από 19 μηνών, στην οχυρή και τραχιά αυτή γη της Αλβανίας χαλυβδώνουμε τα όπλα και τις καρδιές μας προσηλωμένοι προς έναν σκοπό, ο οποίος βρίσκεται πια κοντά. Συγκεντρωμένοι σε ένα φάτσιο (δέσμη) ενεργειών και θελήσεων, πεζοί, Μελανοχίτωνες, σκαπανείς, όλοι, Ιταλοί και Αλβανοί, προσηλώνουμε το βλέμμα μας προς την Ήπειρο. Θα κάνουμε να λάμψει η δάφνη της Φεράρα. Με αυτή την πεποίθηση σας κραυγάζω την ιαχή του αγώνα που είναι “Νίκη”. Ήρθε η ημέρα μας και είναι ανάγκη να νικήσουμε.

»Λ. Τζανίνι υποστράτηγος».

Πίσω στα Ιωάννινα, ο Κατσιμήτρος, με απόλυτη ψυχραιμία, έδωσε τις τελικές διαταγές. Κατόπιν, επέτρεψε να αποχωρήσουν όσοι αξιωματικοί δεν είχαν υπηρεσία, και ανέβηκε στον δεύτερο όροφο του κτιρίου του στρατηγείου της Μεραρχίας, όπου βρισκόταν το σπίτι του. Πριν αναπαυθεί, μίλησε τηλεφωνικά με όλους τους διοικητές των τμημάτων της προκάλυψης. Ύστερα, ήσυχος, ξάπλωσε.

«Τα ημέτερα τμήματα προκαλύψεως αμύνονται του πατρίου εδάφους»

Στις 03.45 της 28ης Οκτωβρίου στο σπίτι του μέραρχου αντήχησε το κουδούνισμα του τηλεφώνου. Η μικρή κόρη του στρατηγού απάντησε. Ήταν από το ΓΕΣ. Ζητούσαν επειγόντως τον Κατσιμήτρο.

Ο στρατηγός κατάλαβε.

Πήρε το ακουστικό. Ήταν ο Κορώζης. Είπε στον Κατσιμήτρο τι είχε συμβεί, για το ιταλικό τελεσίγραφο και την απόρριψή του και για την επικείμενη ιταλική εισβολή. Ο Κατσιμήτρος αρκέστηκε να απαντήσει: «Αναφέρατε, παρακαλώ, στον κ. αρχιστράτηγο ότι η Μεραρχία θα εκτελέσει το καθήκον της προς την πατρίδα, όπως επιβάλλει η εθνική τιμή  και με τον τρόπο που αυτή γνωρίζει». Αμέσως μετά, ο στρατηγός δρομολόγησε όλες τις από καιρό προετοιμασμένες κινήσεις του. Σε λίγες στιγμές ολόκληρη η VΙΙΙ ΜΠ ήταν σε ετοιμότητα.

Οι Ιταλοί πάντως δεν σεβάστηκαν ούτε το ίδιο τους το τελεσίγραφο. Η ιταλική εισβολή στην Ελλάδα άρχισε ήδη από τις 04.30 της 28ης Οκτωβρίου, στην Ήπειρο και στην Πίνδο.

Έτσι, οι Ιταλοί κατόρθωσαν να σκοτώσουν έναν και να αιχμαλωτίσουν τέσσερις Έλληνες στρατιώτες.

Στη συντριπτική πάντως πλειοψηφία των περιπτώσεων, οι Ιταλοί δεν πέτυχαν αιφνιδιασμό. Στις 05.30 το πρωί το πυροβολικό τους άρχισε καταιγιστικό βομβαρδισμό των ελληνικών θέσεων της τοποθεσίας προκάλυψης, ιδίως κατά των συγκοινωνιακών κόμβων και του στενού στο Χάνι  Δελβινάκι. Ακολούθησε μαζική εισβολή του ιταλικού πεζικού, το οποίο απώθησε τα ελληνικά φυλάκια.

Τα ελληνικά τμήματα της προκάλυψης αποσύρθηκαν στην πρώτη τοποθεσία ανάσχεσης, και άρχισαν με πείσμα τον αγώνα. Παράλληλα, το Μηχανικό ανατίναζε όλες τις γέφυρες και τις οδούς, σύμφωνα με το σχέδιο καταστροφών. Μόνο η γέφυρα στο Χάνι Μπουραζάνι δεν ανατινάχτηκε, λόγω ελαττωματικών εκρηκτικών.

Οι ελληνικές δυνάμεις, έτοιμες, προετοιμασμένες, περίμεναν τους Ιταλούς και τους υποδέχτηκαν με πυκνά πυρά. Οι ιταλικές φάλαγγες, αιφνιδιάστηκαν από τα ελληνικά πυρά και είχαν τις πρώτες τους απώλειες.

Καθώς ξημέρωνε, εμφανίστηκε και η Ιταλική Αεροπορία και εκτέλεσε βομβαρδισμούς στη ζώνη επιχειρήσεων, αλλά και σε ελληνικές πόλεις, με απώλειες μεταξύ των αμάχων.

Την Αεροπορία συναγωνίζεται και το πυροβολικό, το οποίο βομβάρδισε την ανοχύρωτη κωμόπολη των Φιλιατών, προκαλώντας πολλά θύματα μεταξύ των αμάχων. Ο αγώνας στην  πρώτη τοποθεσία ανάσχεσης συνεχίστηκε.

Σε πολλές περιπτώσεις, οι ιταλικές δυνάμεις δεν κατόρθωσαν να θραύσουν την αντίσταση των ασθενών ελληνικών δυνάμεων, όπως στο Δελβινάκι, όπου ο λοχαγός Παπακώστας με τους άνδρες του απέκρουσαν κάθε απόπειρα των Ιταλών να διεισδύσουν στην τοποθεσία.

Ωστόσο, η εχθρική αριθμητική υπεροχή αναγκάζει τα ελληνικά τμήματα να συμπτυχθούν, για να μην περικυκλωθούν. Στον τομέα Κόνιτσας-Μέρτζανης, ο Φριζής κρατά τους Ιταλούς.

Για τη διάσπαση της τοποθεσίας, οι Ιταλοί ρίχνουν για πρώτη φορά στη μάχη τα άρματα μάχης τους. Περί τα 10 άρματα επιτέθηκαν, βάλλοντας συνεχώς με τα πολυβόλα τους. Ξαφνικά, δύο από αυτά βυθίστηκαν στο έδαφος.

Έπεσαν μέσα σε μία από τις αντιαρματικές τάφρους του Μαυρογιάννη. Τα υπόλοιπα προσπάθησαν να περάσουν εκατέρωθεν της τάφρου. Τότε όμως ακούστηκαν  εκρήξεις. Είχαν πέσει σε ναρκοπέδιο.

Άλλα δύο άρματα εξουδετερώθηκαν με τον τρόπο αυτό. Όσα απέμειναν σταμάτησαν την κίνησή τους. Τότε ήρθε η σειρά της πυροβολαρχίας του Βερσή. Τα ελληνικά πυρά αποτελείωσαν όσα είχαν απομείνει. Ο ενθουσιασμός του  ελληνικού πεζικού ήταν απερίγραπτος. Οι άνδρες βγήκαν από τα χαρακώματα και άρχισαν να φωνάζουν «Αέρα»!

Ωστόσο, η διαταγή της Μεραρχίας ήταν τα τμήματα προκάλυψης να υποχωρήσουν σταδιακά. Έπρεπε αυτά να φθείρουν τον αντίπαλο, και όχι τα ίδια να φθαρούν ανεπανόρθωτα. Ο συνταγματάρχης Μαυρογιάννης, επικεφαλής του δικτύου προκάλυψης της Μεραρχίας, επέβλεπε από κοντά τον αγώνα. Σε λίγο ο ήλιος έγειρε, και η πρώτη μέρα του πολέμου έγινε πια κομμάτι της Ιστορίας.

Το πρώτο ανακοινωθέν της ημέρας ανέφερε στερεότυπα: «Αι ιταλικαί στρατιωτικαί δυνάμεις προσβάλλουν από της 5.30 πρωινής της σήμερον τα ημέτερα τμήματα προκαλύψεως της  ελληνοαλβανικής μεθορίου. Αι ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται του πατρίου εδάφους».

Η πρώτη μέρα του αγώνα αναπτέρωσε ακόμα περισσότερο το ηθικό των Ελλήνων. Αντιμετώπισαν με θάρρος τους Ιταλούς, προκαλώντας τους μάλιστα σοβαρές απώλειες. Ιδιαίτερη σημασία είχε και η αντιμετώπιση των ιταλικών αρμάτων. Το γεγονός αυτό είχε μεγάλο ψυχολογικό αντίκτυπο στους Έλληνες μαχητές. Έτσι, όταν ο μητροπολίτης Ιωαννίνων Σπυρίδων επισκέφθηκε τα μαχόμενα ελληνικά τμήματα για να τα εμψυχώσει, βρέθηκε προ εκπλήξεως.

Είπε μάλιστα γελώντας στον συνταγματάρχη Μαυρογιάννη που τον συνόδευε: «Μου φαίνεται, Μαυρογιάννη, ότι  εδώ που ήρθα για να δω τους πολεμιστές και να τους δώσω εγώ θάρρος και δύναμη, συνέβη το αντίθετο, και μου ενέπνευσαν αυτοί τόση δύναμη και πίστη, ώστε φεύγω ήσυχος και ικανοποιημένος».

Η 29η Οκτωβρίου ξημέρωσε με τους Ιταλούς να βρίσκονται σε επαφή με τις ελληνικές δυνάμεις. Μόνο στον παραλιακό τομέα, η Μεραρχία διέταξε τα εκεί προκαλυπτικά τμήματα να απαγκιστρωθούν και να πάρουν θέσεις στην κύρια γραμμή άμυνας, στη νότια όχθη του Καλαμά. Η Ιταλική Αεροπορία συνέχισε τη δράση της, και βομβάρδισε ακόμα και το στρατηγείο της Μεραρχίας στη θέση Βρύση Πασά.

Ευτυχώς, οι Ιταλοί βομβάρδισαν μόνο τις εγκαταλελειμμένες σκηνές, καθώς ο Κατσιμήτρος είχε μεταφέρει το στρατηγείο του νότια του Καλπακίου. Στον παραλιακό  τομέα, οι Ιταλοί επιχείρησαν και κατόρθωσαν να περάσουν τον Καλαμά. Ελληνική αντεπίθεση όμως τους έριξε και πάλι πίσω, στη βόρεια όχθη. Πίσω τους άφησαν 16 νεκρούς.

Στο Δελβινάκι επίσης οι Ιταλοί, πιστεύοντας ότι οι ελληνικές δυνάμεις είχαν αποσυρθεί, κινήθηκαν να περάσουν τη στενωπό σε πυκνούς σχηματισμούς, συνοδεία ακόμα και στρατιωτικής μουσικής.

Η επιτροπή υποδοχής, όμως, ένας λόχος ευζώνων, ενισχυμένος με δύο πολυβόλα, τους απάντησε δεόντως. Οι Ιταλοί κυριολεκτικά αποδεκατίστηκαν, και για πρώτη φορά τράπηκαν σε φυγή.

Ύστερα από μία ώρα, εκδήλωσαν επίθεση κατά των ελληνικών θέσεων, αλλά αποκρούστηκαν. Νοτιότερα, όμως, οι Ιταλοί είχαν κατορθώσει να υπερκεράσουν τις ελληνικές θέσεις.

Έτσι, ο Κατσιμήτρος αποφάσισε να διατάξει όλα τα τμήματα της προκάλυψης να υποχωρήσουν στην τοποθεσία αντίστασης. Εκεί θα ανασυγκροτούνταν και θα αποτελούσαν τις εφεδρείες των τομέων.

Ήπειρος Προμαχούσα

Η απόσυρση των ελληνικών προκαλυπτικών τμημάτων αποτέλεσε μία ακόμα πρώτου μεγέθους έκπληξη για τους Ιταλούς, οι οποίοι μέχρι εκείνη τη στιγμή αντιμετώπισαν ισχυρή αντίσταση.

Το μέγεθος του αιφνιδιασμού τους ήταν δε τέτοιο, ώστε δεν κατόρθωσαν να λάβουν καν επαφή με τις ελληνικές γραμμές. Για 32 περίπου ώρες, οι ιταλικές δυνάμεις είχαν χάσει τα ίχνη των ελληνικών.

Μόνο το ελληνικό πυροβολικό, έχοντας από πριν κανονίσει τη βολή του, έβαλλε, όχι πυκνά, μα εξαιρετικά εύστοχα κατά εισβολέων. Στο μεταξύ, ο Κατσιμήτρος είχε λάβει  καλές ειδήσεις από το ΓΕΣ.

Οι Βρετανοί θα κάλυπταν τις ελληνικές ακτές με το στόλο τους. Άρα, η Μεραρχία μπορούσε να αποσύρει τα τμήματα που είχε αγκιστρώσει να φρουρούν τις ακτές και να τα διαθέσει στην κρίσιμη μάχη.

Έφτασε έτσι η τελευταία μέρα του Οκτωβρίου. Από το πρωί της 31ης Οκτωβρίου, οι Ιταλοί επιδίωξαν να λάβουν στενή επαφή με την ελληνική τοποθεσία αντίστασης. Δεν το κατόρθωσαν, όμως, καθώς το ελληνικό πυροβολικό τούς προκάλεσε συντριπτικά πλήγματα.

Οι Ιταλοί επικέντρωσαν την προσπάθειά τους στον παραλιακό τομέα, όπου, με την υποστήριξη πυροβολικού και όλμων, επιχείρησαν να περάσουν τον Καλαμά. Αποκρούστηκαν, με απώλειες, από τα ελληνικά τμήματα. 7

Την ίδια ώρα, τα αλβανικά τμήματα του Ιταλικού Στρατού λεηλατούσαν τα ελληνικά  χωριά που κυριεύτηκαν από τους Ιταλούς. Από τις 10.30, το ιταλικό πυροβολικό άρχισε να βάλλει κατά της τοποθεσίας Καλπακίου. Σε λίγο ακολούθησε και η Ιταλική Αεροπορία. Ο βομβαρδισμός αυτός δεν είχε αποτέλεσμα, και προκάλεσε ελάχιστες απώλειες στα ελληνικά τμήματα.

Βορειότερα, η κατάσταση για τα ελληνικά όπλα δεν ήταν ευνοϊκή. Το Απόσπασμα Πίνδου είχε καμφθεί και υποχωρήσει, αφήνοντας ακάλυπτο το δεξί πλευρό της VΙΙΙ Μεραρχίας.

Για να αντιμετωπίσει τη δυσμενή αυτή εξέλιξη, το ΓΕΣ ειδοποίησε τη Μεραρχία ότι πιθανόν θα έπρεπε να υποχωρήσει και αυτή. Ο Κατσιμήτρος βέβαια δεν σκεφτόταν καν ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

Συγκρότησε το Απόσπασμα Αώου, με δύο τάγματα πεζικού, μία πυροβολαρχία, έναν ουλαμό των 65 χιλ. και μία διμοιρία πολυβόλων, το οποίο έθεσε υπό τον εβραϊκής καταγωγής ήρωα αντισυνταγματάρχη Μ.Φριζή, με εντολή  να καλύψει το δεξιό της Μεραρχίας.

Την ίδια ώρα, στο άλλο άκρο του μετώπου, συνέβη ένα άλλο σημαντικό γεγονός, τεράστιου ηθικού αντίκτυπου. Δύο ελληνικά αντιτορπιλικά, τα «Σπέτσαι» και «Ψαρά», με επικεφαλής τον τότε αντιπλοίαρχο Κώνστα, βομβάρδισαν τις ιταλικές θέσεις κατά μήκος των ακτών της Θεσπρωτίας, στην περιοχή Σαγιάδας.

Τα ελληνικά πλοία, σημαιοστολισμένα, βομβάρδισαν για δύο ώρες τις ιταλικές θέσεις, και κατόπιν αποχώρησαν ανενόχλητα. Ο ενθουσιασμός των στρατιωτών του παραλιακού τομέα ήταν απερίγραπτος, καθώς είδαν τα δύο μοναχικά ελληνικά  αντιτορπιλικά να αψηφούν τον πανίσχυρο ιταλικό στόλο και να ενισχύουν το σκληρό αγώνα τους.

Η πρώτη ημέρα του Νοεμβρίου κύλησε, με τους Ιταλούς να μην μπορούν ακόμα να λάβουν επαφή με την ελληνική τοποθεσία αντίστασης. Η Ιταλική Αεροπορία εξαπέλυσε σειρά επιδρομών.

Οι απώλειες της Μεραρχίας ήταν ελάχιστες, περιοριζόμενες σε λίγους τραυματίες και μερικά τηλεφωνικά καλώδια. Παράλληλα με τη δράση της Αεροπορίας, βομβαρδισμό των ελληνικών θέσεων άρχισε και το εχθρικό πυροβολικό.

Οι Ιταλοί, υπό την κάλυψη του βομβαρδισμού, σκόπευαν να προωθήσουν τις δυνάμεις, λαμβάνοντας στενή επαφή με την ελληνική αμυντική  τοποθεσία, με στόχο την εξαπόλυση σφοδρής, συνδυασμένης επίθεσης πεζικού και αρμάτων κατά της τοποθεσίας Καλπακίου. Πίσω, το Μηχανικό τους αγωνιζόταν να επισκευάσει τις ανατιναγμένες γέφυρες και τους κατεστραμμένους δρόμους.

Στην περιοχή των Αγίων, ιταλικός λόχος Μηχανικού γκρέμισε ένα μικρό εκκλησάκι της Αγ. Παρασκευής, για να επισκευάσει με το υλικό την ανατιναγμένη γέφυρα του Γόρμου.

Το ελληνικό πυροβολικό όμως απάντησε στην ιεροσυλία, μέσω της «πυροβολαρχίας-φάντασμα», όπως την ονόμασαν οι Ιταλοί, των 105 χιλ. του  λοχαγού Βαμβέτσου. Άνοιξε πυρ εναντίον τους από απόσταση 7 χλμ. περίπου, βρίσκοντας ακριβώς το στόχο.

Καίρια ελληνική βολή σκότωσε 50 Ιταλούς και τραυμάτισε άλλους τόσους. Το ιταλικό πυροβολικό επιχείρησε να απαντήσει με δύο πυροβολαρχίες. Και αυτές όμως αναγκάστηκαν να σιγήσουν από τα εύστοχα ελληνικά πυρά.

Αλλά και στην περιοχή του Παρακάλαμου, απόπειρα ιταλικού τεθωρακισμένου τμήματος να προελάσει, αναχαιτίστηκε από τον Κωστάκη.

Από απόσταση 5 χλμ., τα ελληνικά πυροβόλα τίναξαν στον αέρα ιταλικά άρματα και οχήματα,  αναγκάζοντας τα υπόλοιπα να τρέξουν να καλυφθούν. Βορειότερα, ο Βερσής καθήλωνε με τη σειρά του τις φάλαγγες της Φεράρα. Το ελληνικό πυροβολικό είχε καταστεί ο εφιάλτης των Ιταλών όλο αυτό το διάστημα.

Το πρωί της 2ας Νοεμβρίου, οι διαβιβαστές της Μεραρχίας υπέκλεψαν ένα σήμα του Ιταλού διοικητή του ΧΧV Σώματος Στρατού, αντιστράτηγου Ρόσι, το οποίο προέτρεπε την Ιταλική Αεροπορία να πλήξει σκληρά τον εχθρό, εκμεταλλευόμενη την καλοκαιρία.

Πραγματικά, η Ιταλική Αεροπορία εμφανίστηκε μαζικά επάνω από το πεδίο της μάχης, χωρίς όμως να επιτύχει τίποτε το ιδιαίτερο. Μόνο η επίθεσή της κατά της πόλης των Ιωαννίνων στοίχισε τη ζωή σε αρκετούς άμαχους.

Η Ιταλική Αεροπορία βομβάρδιζε τις ελληνικές θέσεις επί τρεις συνεχόμενες  ώρες. Στις 12.00, η Αεροπορία αποχώρησε και τη σκυτάλη έλαβε το ιταλικό πυροβολικό. Η Γκραμπάλα, η Ασσόνισα, τα γύρω από το Καλπάκι υψώματα, κάηκαν από την ιταλική φωτιά. Τουλάχιστον 100 ιταλικά πυροβόλα κάθε διαμετρήματος συμμετείχαν στην προπαρασκευή, επί τρεις ώρες.

Τελικά, γύρω στις 15.00, το ιταλικό πυροβολικό ήρε τα πυρά του, και το πεζικό εξόρμησε. Το ιταλικό πεζικό εξόρμησε σε σχηματισμό, πυκνό, έτσι ώστε να διοικείται εύκολα. Σε καμία περίπτωση όμως ο σχηματισμός αυτός δεν ήταν κατάλληλος για προσπέλαση απέναντι στα ελληνικά όπλα.

Αμέσως, το ελληνικό πυροβολικό, έχοντας παρατηρητήρια σε όλα τα δεσπόζοντα υψώματα, άνοιξε καταχθόνιο πυρ κατά των Ιταλών, προκαλώντας τους συντριπτικά πλήγματα και αναγκάζοντάς τους, στις περισσότερες περιπτώσεις, να καθηλωθούν. Ένα δε συγκρότημα δύο  ταγμάτων βλήθηκε τόσο καίρια, που διαλύθηκε.

Οι άνδρες του εγκατέλειψαν τα όπλα τους και τράπηκαν σε φυγή – κατορθώθηκε η ανασυγκρότησή τους 20 χλμ. πίσω από το μέτωπο.

Κάποια εχθρικά τμήματα, υποστηριζόμενα από όλμους και πολυβόλα, κατάφεραν να πλησιάσουν σε απόσταση εφόδου από τις ελληνικές θέσεις. Τότε το λόγο έλαβαν τα Μάνλιχερ, τα πολυβόλα και τα οπλοπολυβόλα του πεζικού.

Οι Ιταλοί καθηλώθηκαν, μην μπορώντας να κινηθούν ούτε μπρος ούτε πίσω. Καθώς πλησίαζε η νύχτα και οι Ιταλοί δεν είχαν κατορθώσει το παραμικρό, άρχισε νέα ισχυρή προπαρασκευή πυροβολικού. Στόχος 32 ιταλικών πυροβόλων έγινε τώρα η Γκραμπάλα.

Το ύψωμα αυτό βρίσκεται σε απόσταση 4 χλμ. περίπου από το Καλπάκι. Αποτελούσε το  άκρο δεξιό της τοποθεσίας αντίστασης, και κατ’ επέκταση σημείο-κλειδί της όλης τοποθεσίας.

Αν έπεφτε η Γκραμπάλα, ολόκληρη η τοποθεσία του Καλπακίου θα κατέρρεε. Αυτό το γνώριζαν και οι Ιταλοί, οι οποίοι, με οδηγούς Αλβανούς, που γνώριζαν καλά το έδαφος, επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά το βράδυ της 2ας προς 3η Νοεμβρίου κατά της Γκραμπάλας, εν μέσω σφοδρής θύελλας, και κατέλαβαν δύο από τις τρεις κορυφές της. Ο Κατσιμήτρος στο άκουσμα της είδησης διέταξε άμεση αντεπίθεση με όλες τις διαθέσιμες εφεδρείες.

Τελικά, συγκεντρώθηκαν δύο  λόχοι του 15ου ΣΠ, υπό τους αντισυνταγματάρχη Κυριαζή και ταγματάρχη Πανταζή.

Οι ελληνικές δυνάμεις όμως καθηλώθηκαν από τη σφοδρή θύελλα. Υπό αυτές τις συνθήκες ήταν αδύνατο να εξαπολυθεί αντεπίθεση.

Η θύελλα ωστόσο εμπόδισε και τους Ιταλούς να ενισχύσουν τα επί της Γκραμπάλας τμήματά τους. Βορειότερα, στον Αώο, οι αλπινιστές της «Τζούλια» επιχείρησαν να ανατρέψουν το απόσπασμα Φριζή και να πλαγιοκοπήσουν την VIII MΠ. Αποκρούστηκαν και οι δύο απόπειρές τους με απώλειες – 5 νεκροί, 24 αιχμάλωτοι.

Τα ξημερώματα της 3ης Νοεμβρίου, ο 1ος και ο 7ος Λόχος του 15ου ΣΠ επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά, και με την ξιφολόγχη και με την ιαχή «Αέρα», ανέτρεψαν τα εχθρικά τμήματα.

Την ίδια ώρα ένα ιταλικό τάγμα ανέβαινε στο ύψωμα για να ενισχύσει το τμήμα που το είχε καταλάβει, χωρίς να γνωρίζει ότι αυτό είχε ήδη ανατραπεί από την ελληνική αντεπίθεση.

Οι υποχωρούντες Ιταλοί και Αλβανοί αναμείχθηκαν με το εν λόγω τάγμα, προκαλώντας του σύγχυση. Έτσι, όταν και αυτό δέχτηκε με τη σειρά του την ελληνική επίθεση, τράπηκε σε φυγή. Πιο χαμηλά, σε μια  από τις πλαγιές της Γκραμπάλας, είχε πάρει θέσεις ολόκληρο το ιταλικό 47ο ΣΠ. Με την ανακατάληψη όμως του υψώματος από τους Έλληνες, έγινε αντιληπτό από τους παρατηρητές του πυροβολικού.

Το αποτέλεσμα ήταν τραγικό για τους Ιταλούς. Τέσσερις ελληνικές πυροβολαρχίες άρχισαν συγκεντρωτικό πυρ εναντίον του και το διέλυσαν. Οι ιταλικές απώλειες επί του υψώματος ήταν επίσης βαριές – 20 νεκροί, 60 τραυματίες και 6 αιχμάλωτοι. Στα χέρια των Ελλήνων περιήλθαν τρία πολυβόλα και τέσσερις όλμοι. Οι ελληνικές απώλειες ανήλθαν σε 8 νεκρούς  και 27 τραυματίες.

Ωστόσο, η μόνη έως τότε ιταλική επιτυχία -και μάλιστα επιτυχία σοβαρή- είχε ακυρωθεί. Με το πρώτο φως της ημέρας, το ιταλικό πυροβολικό άρχισε και πάλι να βάλλει καταιγιστικά κατά των ελληνικών θέσεων.

Από τις 10.00, στο βομβαρδισμό συμμετείχε και η Ιταλική Αεροπορία. Με το βομβαρδισμό αυτό η ιταλική ηγεσία επιθυμούσε να ανοίξει δρόμο στην επίθεση των «Κενταύρων» της.

Ο βομβαρδισμός συνεχίστηκε με την ίδια ένταση μέχρι τις πρώτες απογευματινές ώρες, οπότε και εμφανίστηκαν εμπρός από το Καλπάκι 60 περίπου ιταλικά άρματα. Τα  άρματα αυτά, καλυπτόμενα από ένα λόχο μοτοσικλετιστών, θα αποτελούσαν το πρώτο κλιμάκιο εφόδου κατά του υψώματος του Καλπακίου. Τα ιταλικά άρματα προχώρησαν, παρά το φραγμό του ελληνικού πυροβολικού, φτάνοντας σε απόσταση 300 μ. από τις ελληνικές θέσεις.

Εκεί ακινητοποιήθηκαν από τα αντιαρματικά φράγματα σιδηροτροχιών και επιχείρησαν να κινηθούν εκατέρωθεν. Και πάλι όμως έπεσαν σε αντιαρματική τάφρο και στη συνέχεια σε ναρκοπέδιο.

Αμέσως μετά την ανατίναξη δύο ιταλικών αρμάτων, ανέλαβε δράση το αντιαρματικό συγκρότημα  που είχε οργανώσει ο Κατσιμήτρος – 8 πεδινά πυροβόλα των 75 χιλ., 4 πυροβόλα των 105 χιλ. και 4 αντιαρματικά πυροβόλα των 37 χιλ.

Το αποτέλεσμα ήταν συντριπτικό. Τα ιταλικά άρματα τινάζονταν στο αέρα το ένα μετά το άλλο, την ώρα που οι Εύζωνοι του 40ού ΣΕ επιχειρούσαν να βγουν από τα χαρακώματα και να τα λογχίσουν! Πολλοί κάτοικοι των γύρω χωριών ανέβηκαν στα γύρω υψώματα και παρακολουθούσαν τη μάχη. Βλέποντας δε την τύχη των ιταλικών αρμάτων, άρχισαν όλοι μαζί να φωνάζουν: «Βάρα τους, κυρ λοχαγέ! Δώσε τους να καταλάβουν τι παει να πει Ελληνικός Στρατός»!

Υπό αυτές τις συνθήκες, όσα άρματα «επιβίωσαν», μαζί με τους Βερσαλιέρους μοτοσικλετιστές, υποχώρησαν  άτακτα, με τους Έλληνες να κραυγάζουν όρθιοι «Αέρα» και να σφυρίζουν περιπαικτικά. Καταστράφηκαν 9 άρματα μάχης, και κυριεύτηκαν 50 μοτοσικλέτες, ένα γεφυροφόρο άρμα, πολυβόλα, τυφέκια.

Επι τόπου μετρήθηκαν 20 Ιταλοί νεκροί και περισυνελέγησαν 12 βαριά τραυματίες.

Ωστόσο, φοβούμενος επίθεση κατά του υποτομέα Καλαμά με άρματα, ο Κατσιμήτρος διέταξε τα εκεί στρατεύματα να υποχωρήσουν πίσω από τη νότια όχθη του ποταμού. Η υποχώρηση έγινε χωρίς οι Ιταλοί να αντιληφθούν το παραμικρό.

Τα ξημερώματα της 4ης Νοεμβρίου, οι Ιταλοί επιχείρησαν να περάσουν τον Καλαμά στο ύψος της Βροντισμένης, και τα κατάφεραν. Άμεση όμως αντεπίθεση του 1ου Τάγματος Πολυβόλων τούς έριξε και πάλι πίσω, με σημαντικές απώλειες, κυρίως σε πνιγμένους.

Το πρωί το ιταλικό πυροβολικό άρχισε να σφυροκοπά την Γκραμπάλα και την Ασσόνισα. Διαρκούντος του βομβαρδισμού του πυροβολικού, εμφανίστηκε και η Ιταλική Αεροπορία, τα αεροσκάφη της οποίας βομβάρδισαν και πολυβόλησαν τις ελληνικές θέσεις από χαμηλό ύψος. Παρ’ όλα αυτά, οι Ιταλοί δεν  αποτόλμησαν νέα επίθεση.

Ήταν εμφανές ότι συγκέντρωναν ακόμα ισχυρότερες δυνάμεις, ενώ παράλληλα προσπαθούσαν να καταπονήσουν τις ελληνικές. Ο Κατσιμήτρος φρόντισε να ενισχύσει και αυτός τις θέσεις του, προωθώντας το 39ο ΣΕ.

Επίσης, διέταξε την εκπομπή περιπόλων σε όλη τη ζώνη της Μεραρχίας, κυρίως για ψυχολογικούς λόγους. Οι ελληνικές περίπολοι όμως αιφνιδίασαν τους Ιταλούς, σε σημείο ο Πράσκα να αναφέρει ότι «οι ηρωικοί Βερσαλιέροι υπέστησαν απροσδόκητη επίθεση από συντριπτικά υπέρτερες δυνάμεις»! Βορειότερα, οι Ιταλοί  επιχείρησαν να διασχίσουν τον Αώο, αλλά και πάλι αποκρούστηκαν.

Ωστόσο, επίθεση ετοίμαζαν οι Ιταλοί και κατά του παραλιακού τομέα. Το Μηχανικό τους κατασκεύαζε γέφυρες για να περάσουν τα τμήματα τον Καλαμά, νότια των Φιλιατών. Το ελληνικό πυροβολικό αντέδρασε και τίναξε στον αέρα μία από αυτές.

Την 5η Νοεμβρίου, οι Ιταλοί ήταν έτοιμοι να συνεχίσουν την επίθεσή τους τόσο κατά του Καλπακίου, όσο και στον παραλιακό τομέα. Για το σκοπό αυτό, το πυροβολικό τους άρχισε σφοδρό βομβαρδισμό των ελληνικών θέσεων, συνεπικουρούμενο, λίγο αργότερα, και από την Αεροπορία.

Ο Κατσιμήτρος είχε στο μεταξύ ενισχύσει την αντιαεροπορική του άμυνα, διατάσσοντας την μεταστάθμευση μιας πυροβολαρχίας των 88 χιλ. από τα Ιωάννινα στο Καλπάκι. Η πυροβολαρχία αυτή, υπό τον λοχαγό Ζαρονίκο, κατέρριψε δύο ιταλικά βομβαρδιστικά. Σε ένα από αυτά  βρέθηκαν δύο δέματα με μαύρα μαντίλια.

Απορημένος ο Κατσιμήτρος, ρώτησε Ιταλούς αιχμαλώτους για τη σημειολογία τους, κι εκείνοι του απάντησαν ότι τα μαντίλια θα τα έριχναν τα αεροπλάνα πάνω από τα Ιωάννινα για να τρομοκρατήσουν τον πληθυσμό, ο οποίος υποτίθεται θα πενθούσε τους χιλιάδες νεκρούς του.

Γύρω στις 14.30, οι Ιταλοί εξαπέλυσαν την αναμενόμενη επίθεσή τους. Στον τομέα του Καλπακίου, τα επιτιθέμενα τμήματά τους διαλύθηκαν από το ελληνικό πυροβολικό, πριν καν προλάβει το ελληνικό πεζικό να ανοίξει πυρ.

Στον κεντρικό τομέα, οι Ιταλοί κατάφεραν να περάσουν τον Καλαμά, αλλά ελληνική αντεπίθεση τους έριξε και πάλι μέσα και πέρα από τον ποταμό. Νέα επίθεση στο ύψος του χωριού Παρακάλαμου, υποστηριζόμενη από επιλαρχία αρμάτων, απέτυχε επίσης παταγωδώς και 15 άρματα εγκαταλείφθηκαν – αργότερα κυριεύτηκαν από τις  ελληνικές δυνάμεις.

Η μόνη ιταλική επιτυχία επετεύχθη στον παραλιακό τομέα. Εκεί οι Ιταλοί πέρασαν με ισχυρές δυνάμεις τον ποταμό και ανέτρεψαν ένα μοναχικό ελληνικό τάγμα. Ο Κατσιμήτρος διέταξε τότε τα εκεί τμήματα να συμπτυχθούν νοτιότερα, καλύπτοντας την οδό Ηγουμενίτσας-Μαργαριτίου.

Σε περίπτωση που οι Ιταλοί διασπούσαν και αυτή την τοποθεσία, τα ελληνικά τμήματα θα υποχωρούσαν πίσω από τον ποταμό Αχέροντα. Εκεί όφειλαν να κρατήσουν πάση θυσία τον εχθρό.

Το απόγευμα της 5ης Νοεμβρίου, οι Ιταλοί εξαπέλυσαν και νέα επίθεση κατά του Καλπακίου, με την υποστήριξη του πυροβολικού.

Το ελληνικό πυροβολικό απάντησε με σφοδρότητα. Η πυροβολαρχία του Βαμβέτσου μάλιστα τίναξε στον αέρα ιταλικό παρατηρητήριο και τους εντός αυτού έξι Ιταλούς αξιωματικούς.

Κατόπιν τούτου, η ιταλική επίθεση εκφυλίστηκε. Το βράδυ οι Έλληνες διαβιβαστές υπέκλεψαν ιταλικά σήματα, που έκαναν λόγο για αναστολή των επιθέσεων, μέχρι την άφιξη ενισχύσεων.

Μιλούσαν μάλιστα και για τις μέχρι τότε ιταλικές  απώλειες, ανεβάζοντάς τες στους 2.228 άνδρες, και αυτά μόλις επτά ημέρες από την εισβολή και 56 ώρες από την έναρξη της πραγματικής μάχης.

Η επόμενη ημέρα πέρασε σχετικά ήρεμα. Οι Ιταλοί έλειχαν ακόμα τις πληγές τους, και μόνο στον τομέα Βροντισμένης αποτόλμησαν επίθεση, η οποία κατεπνίγη εν τη γενέσει της από το εξαίρετο ελληνικό πυροβολικό.

Στον παραλιακό τομέα, οι Ιταλοί, αφού κατέλαβαν την Ηγουμενίτσα, προήλασαν νοτιότερα, χωρίς να επιτύχουν επαφή με τα ελληνικά τμήματα που έπαιρναν θέσεις στον Αχέροντα. Τμήμα ωστόσο της Ηγουμενίτσας πυρπολήθηκε από τους Ιταλούς και τους Αλβανούς.

Οι Ιταλοί πάντως δεν είχαν ακόμα παντελώς απογοητευθεί. Έτσι, την 7η Νοεμβρίου εξαπέλυσαν την σοβαρότερη ίσως επίθεσή τους κατά της τοποθεσίας Καλπακίου. Οι προσπάθειές τους επικεντρώθηκαν και πάλι κατά της Γκραμπάλας και της Ασσόνισας. Οι πρώτες ιταλικές επιθέσεις αποκρούστηκαν μάλλον εύκολα και με σοβαρές για τους Ιταλούς απώλειες.

Το βράδυ, όμως, νέα ιταλική επίθεση, υποστηριζόμενη από σφοδρά πυρά πυροβολικού, κατόρθωσε να ανατρέψει τα ελληνικά τμήματα στην Γκραμπάλα και να καταλάβει μέρος του υψώματος.

Σχεδόν αμέσως  εξαπολύθηκε αντεπίθεση δύο ελληνικών λόχων, υπό τον ταγματάρχη Πανταζή. Με τη λόγχη και τις χειροβομβίδες, φωνάζοντας «Αέρα», τα ελληνικά τμήματα ξεχύθηκαν στη γυμνή βουνοπλαγιά. Ακολούθησε πραγματικά μάχη εκ του συστάδην. Οι αντίπαλοι πιάστηκαν στα χέρια. Πολεμούσαν ακόμα και με τα χέρια, ακόμα και με τα δόντια.

Στο τέλος όμως οι Ιταλοί λύγισαν. Οι Έλληνες φάνηκαν πολύ καλύτεροί τους. Τουλάχιστον 46 νεκροί Ιταλοί καταμετρήθηκαν. Άλλοι 7 αιχμαλωτίστηκαν. Στα χέρια των Ελλήνων έπεσαν επίσης 5 όλμοι, 3 πολυβόλα, 4 οπλοπολυβόλα, τυφέκια και πυρομαχικά.

Οι Ιταλοί ανήκαν στο περίφημο 47ο ΣΠ, το λεγόμενο «Σύνταγμα Θανάτου». Οι Έλληνες είχαν 9 νεκρούς και 29 τραυματίες. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν και ο ανθυπολοχαγός Νίκος Χατζόπουλος, ένας πραγματικός Έλληνας. Πρώτος όρμησε στη φωτιά, επικεφαλής των ανδρών, εμψυχώνοντάς τους και δίνοντάς τους το  παράδειγμα της αυτοθυσίας. Ολόκληρο το 15ο ΣΠ τον έκλαψε.

Η επίθεση αυτή αποτέλεσε το κύκνειο άσμα της ιταλικής επίθεσης κατά της τοποθεσίας Καλπακίου. Η ελληνική άμυνα συνέτριψε τις ιταλικές δυνάμεις και, πάνω από όλα, την ιταλική αλαζονεία.

Η νίκη του Καλπακίου είχε εξαιρετική σημασία. Πέραν του ότι ματαίωσε σε καθαρά στρατιωτικό επίπεδο την απόπειρα διείσδυσης των Ιταλών στο ελληνικό έδαφος, είχε και τεράστιο ψυχολογικό αντίκτυπο και στα δύο στρατόπεδα, αλλά και στον κόσμο ολόκληρο.

Η ήττα στο Καλπάκι αποτέλεσε εξαιρετικά δυσάρεστη έκπληξη για την ιταλική ηγεσία, πολιτική και στρατιωτική. Η σιγουριά των Ιταλών για έναν γρήγορο, «ευχάριστο» πόλεμο, διαψεύστηκε, με τραγικά μάλιστα αποτελέσματα. Η νίκη έστεψε τα Ελληνικά Οπλα.

Ο Ιωάννης Μεταξάς στο άκουσμα της νίκης πήγε και προσευχήθηκε μόνος του στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης. Το ΟΧΙ που είπε, είχε γραφτεί και με το αίμα των εχθρών της Ελλάδας.
Read More »
Πώς η VΙΙΙ Μεραρχία συνέτριψε την ιταλική επίθεση στην Ηπειρο Πώς η VΙΙΙ Μεραρχία συνέτριψε την ιταλική επίθεση στην Ηπειρο Reviewed by thespro.gr on Κυριακή, Οκτωβρίου 27, 2024 Rating: 5
Blog Pop-ups

Σελίδες

Από το Blogger.