Σωτήρης Δημητρίου: "Ο δρόμος της αξιοπρέπειας είναι ανηφορικός"...
thespro.gr
Παρασκευή, Ιουλίου 01, 2016
Ο πρωτοεμφανιζόμενος Θεσπρωτός συγγραφέας του ιστορικού μυθισοτρήματος "Μείναμε εμείς...!" σε μια αποκαλυπτική συνέντευξη "φωτίζει" το βιβλίο του και τον εαυτό του...
Είναι πολύ συναρπαστικό, αλλά και χρήσιμο συνάμα να μιλάει κανείς με τον Θεσπρωτό συγγραφέα Σωτήρη Δημητρίου.
Τόσο συναρπαστικό, που περνούν τα δευτερόλεπτα, τα λεπτά και οι ώρες, χωρίς να σου αφήνουν ούτε το παραμικρό σημάδι κόπωσης.
Τον ακούς και τον απολαμβάνεις...
Αυθόρμητος , «ντόμπρος» και γενικά «ψαγμένος» τύπος ο Σωτήρης Δημητρίου, μιλάει χωρίς περιστροφές και χωρίς υπονοούμενα.
Αλλά με καθαρότητα και με πειθώ.
Έτσι λειτούργησε και στο πρώτο του βιβλίο «Μείναμε εμείς...!».
Μυθιστορηματική μορφή, μπορεί να έχει, το βιβλίο, ωστόσο ο κ. Δημητρίου τις αλήθειες της εποχής, γύρω στα 1780, όπου ξεδιπλώνεται το μυθιστόρημά του, αλλά και τις προσωπικές του αλήθειες δεν τις καμουφλάρει, δεν τις ωραιοποιεί, αλλά τις αναδεικνύει αυθεντικά.
Στο βιβλίο του όσα ιστορικά γεγονότα πλέκονται με τον μύθο, αποδίδονται με κάθε δυνατή ακρίβεια και αντικειμενικότητα.
Πολλές λεπτομέρειες των γεγονότων, τις έζησαν, ακριβώς, όπως περιγράφονται, διάφορα άτομα κι έτσι διασώθηκαν και διασταυρώθηκαν.
Μαζί τους και ο χαρακτήρας και οι σκέψεις προσώπων.
Το βιβλίο του «Μείναμε εμείς...!», έρχεται σε μια ανάποδη εποχή.
Ο συγγραφέας του το γνωρίζει.
Όμως τώρα είναι ακριβώς, που χρειάζεται.
Τώρα που ο νους μας «ψήλωσε» και ξέφρενα στριφογυρίζουμε στον ανεμόμυλο του κόσμου σαν σκιάχτρα.
Η εποχή μας βρίσκεται σε μια καμπή πνευματικής και ηθικής κατάπτωσης.
Πού πάμε; Κοινότυπη ερώτηση, αλλά μονάχα ερώτηση...
Ωστόσο στη συνέντευξη, που ακολουθεί με τον πρωτοεμφανιζόμενο συγγραφέα Σωτήρη Δημητρίου, ίσως ανακαλύψουν μερικοί κάποιες απαντήσεις, αν όχι στο πού πάμε σίγουρα στο πώς πρέπει να πάμε στο μέλλον, μέσα από το παρελθόν.
ΕΡ: Μπορείς να μας συστήσετε με λίγα λόγια τον εαυτό σας; Να αυτοσυστηθείτε, δηλαδή...
Σ.Δ.: Γεννήθηκα στην Αγ. Μαρίνα Ηγουμενίτσας το 1959. Πήγα στο 6τάξιο (τότε) γυμνάσιο Ηγουμενίτσας και αποφοίτησα από την Δημόσια Σχολή ως Εργοδηγός. Εργάστηκα κατά τα μαθητικά του χρόνια παράλληλα με το σχολείο, ακόμη και τα καλοκαίρια ως ναυτικός. Αργότερα εργάστηκε σε διάφορες εταιρείες. Το επάγγελμά του είναι ηλεκτρολόγος.
ΕΡ.: Υπήρξε κάποια αφορμή ή κάποιος συγκεκριμένος λόγος, για να γράψετε αυτό σας το ιστορικό μυθιστόρημα, που έχει αποσπάσει μέχρι στιγμής εξαιρετικά θετικές κριτικές;
Σ.Δ.: Οι μνήμες των παππούδων μου, καθώς και των άλλων παππούδων του χωριού μου και λοιπών συγγενικών προσώπων, με ταξίδεψαν στο παρελθόν της ιδιαίτερης πατρίδας μου, όπως και της γύρω περιοχής. Η παντελώς άγνωστη ιστορία του τόπου μου, ιδιαίτερα κατά την συγκεκριμένη εποχή και η υπόσχεση στους παππούδες του χωριού μου, είναι η ελάχιστη τιμή στην μνήμη τους. Ασφαλώς κίνητρο είναι και η αγάπη μου για την ιστορία. Αυτά ήταν αρκετά για να με «πείσουν» να «μεταφέρω στο χαρτί», ό,τι από προφορικές πλην έγκυρες αφηγήσεις ή διασταυρώσεις από κάποιες πηγές, βρέθηκαν.
ΕΡ.: «Μείναμε εμείς…!», ο τίτλος του βιβλίου. Αλήθεια, παραφράζοντας τον τίτλο, «ποιοι έμειναν...», δηλαδή ποιοί είναι οι πρωταγωνιστές του βιβλίου και κάτω από ποιές συνθήκες δραστηριοποιούνται, επιβιώνουν και αναπνέουν;
Σ.Δ.: Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα με χρονική αφετηρία κάπου στο 1780. Βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα, στο οποίο συνυπάρχουν αρμονικά, η μυθοπλασία με την ιστορική παράδοση και την βιβλιογραφία, που παραθέτουμε μέσα στο βιβλίο. Χρησιμοποιούνται πολλοί «γλωσσικοί ιδιωματισμοί» του τόπου και της εποχής. Οι κάτοικοι είναι δίγλωσσοι Έλληνες- ορθόδοξοι (ομιλούντες την αρβανίτικη). Αρνούνται να πληρώσουν φόρο στον τουρκαλβανό αγά της περιοχής. Ο προεστός του χωριού και ο αγάς της περιοχής είναι βλάμηδες μεταξύ τους. Αυτό δεν εμποδίζει τον αγά (εκμεταλλευόμενος την εμπιστοσύνη της φιλίας) να προσπαθήσει με τεχνάσματα, να εισπράξει φόρο τον οποίο αρνήθηκαν οι «ήρωες» του έργου. Ξεκινάει ένας κλεφτοπόλεμος και μάχες… Έχει καταγραφεί και μία (πραγματική όπως επιμένει η παράδοση) ενδιαφέρουσα ιστορία, για το σπάνιο τρόπο επικοινωνίας, μεταξύ δύο ερωτευμένων. Μέσα από τους διαλόγους των ηρώων και την περιγραφή, καταγράφονται τα ήθη και οι συνήθειες της καθημερινότητας, η νοοτροπία και οι ιδιαιτερότητες των Ελλήνων αρβανιτών, η «παλικαριά» και η «μπέσα», ο τρόπος ζωής και επιβίωσης. Ο ξεριζωμός και η (για πολύ λίγους) επιστροφή.
ΕΡ.: Το τότε προεκτείνεται στο σήμερα κατά τη γνώμη σας ; Τι είναι αυτό που επισκιάζει ή και εξουδετερώνει κάθε ανθρώπινη προσπάθεια για κάτι καλύτερο διαχρονικά; Και τι είναι αυτό, που επηρεάζει τη δράση και έχει επιπτώσεις στα αποτελέσματά της;
ΕΡ: Μπορείς να μας συστήσετε με λίγα λόγια τον εαυτό σας; Να αυτοσυστηθείτε, δηλαδή...
Σ.Δ.: Γεννήθηκα στην Αγ. Μαρίνα Ηγουμενίτσας το 1959. Πήγα στο 6τάξιο (τότε) γυμνάσιο Ηγουμενίτσας και αποφοίτησα από την Δημόσια Σχολή ως Εργοδηγός. Εργάστηκα κατά τα μαθητικά του χρόνια παράλληλα με το σχολείο, ακόμη και τα καλοκαίρια ως ναυτικός. Αργότερα εργάστηκε σε διάφορες εταιρείες. Το επάγγελμά του είναι ηλεκτρολόγος.
ΕΡ.: Υπήρξε κάποια αφορμή ή κάποιος συγκεκριμένος λόγος, για να γράψετε αυτό σας το ιστορικό μυθιστόρημα, που έχει αποσπάσει μέχρι στιγμής εξαιρετικά θετικές κριτικές;
Σ.Δ.: Οι μνήμες των παππούδων μου, καθώς και των άλλων παππούδων του χωριού μου και λοιπών συγγενικών προσώπων, με ταξίδεψαν στο παρελθόν της ιδιαίτερης πατρίδας μου, όπως και της γύρω περιοχής. Η παντελώς άγνωστη ιστορία του τόπου μου, ιδιαίτερα κατά την συγκεκριμένη εποχή και η υπόσχεση στους παππούδες του χωριού μου, είναι η ελάχιστη τιμή στην μνήμη τους. Ασφαλώς κίνητρο είναι και η αγάπη μου για την ιστορία. Αυτά ήταν αρκετά για να με «πείσουν» να «μεταφέρω στο χαρτί», ό,τι από προφορικές πλην έγκυρες αφηγήσεις ή διασταυρώσεις από κάποιες πηγές, βρέθηκαν.
ΕΡ.: «Μείναμε εμείς…!», ο τίτλος του βιβλίου. Αλήθεια, παραφράζοντας τον τίτλο, «ποιοι έμειναν...», δηλαδή ποιοί είναι οι πρωταγωνιστές του βιβλίου και κάτω από ποιές συνθήκες δραστηριοποιούνται, επιβιώνουν και αναπνέουν;
Σ.Δ.: Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα με χρονική αφετηρία κάπου στο 1780. Βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα, στο οποίο συνυπάρχουν αρμονικά, η μυθοπλασία με την ιστορική παράδοση και την βιβλιογραφία, που παραθέτουμε μέσα στο βιβλίο. Χρησιμοποιούνται πολλοί «γλωσσικοί ιδιωματισμοί» του τόπου και της εποχής. Οι κάτοικοι είναι δίγλωσσοι Έλληνες- ορθόδοξοι (ομιλούντες την αρβανίτικη). Αρνούνται να πληρώσουν φόρο στον τουρκαλβανό αγά της περιοχής. Ο προεστός του χωριού και ο αγάς της περιοχής είναι βλάμηδες μεταξύ τους. Αυτό δεν εμποδίζει τον αγά (εκμεταλλευόμενος την εμπιστοσύνη της φιλίας) να προσπαθήσει με τεχνάσματα, να εισπράξει φόρο τον οποίο αρνήθηκαν οι «ήρωες» του έργου. Ξεκινάει ένας κλεφτοπόλεμος και μάχες… Έχει καταγραφεί και μία (πραγματική όπως επιμένει η παράδοση) ενδιαφέρουσα ιστορία, για το σπάνιο τρόπο επικοινωνίας, μεταξύ δύο ερωτευμένων. Μέσα από τους διαλόγους των ηρώων και την περιγραφή, καταγράφονται τα ήθη και οι συνήθειες της καθημερινότητας, η νοοτροπία και οι ιδιαιτερότητες των Ελλήνων αρβανιτών, η «παλικαριά» και η «μπέσα», ο τρόπος ζωής και επιβίωσης. Ο ξεριζωμός και η (για πολύ λίγους) επιστροφή.
ΕΡ.: Το τότε προεκτείνεται στο σήμερα κατά τη γνώμη σας ; Τι είναι αυτό που επισκιάζει ή και εξουδετερώνει κάθε ανθρώπινη προσπάθεια για κάτι καλύτερο διαχρονικά; Και τι είναι αυτό, που επηρεάζει τη δράση και έχει επιπτώσεις στα αποτελέσματά της;
Σ.Δ.: Ο φόβος, που αποτελεί το βασικό συναίσθημα, το εργαλείο χειραγώγησης, καθοδήγησης και ελέγχου των ανθρώπινων συναισθημάτων. Αυτό λοιπόν το συναίσθημα συνδυαζόμενο με την άγνοια φαίνεται να διαιωνίζει την ανθρώπινη μετριότητα και να μας φέρνει αντιμέτωπους ακόμη και με ακραία φαινόμενα προβλημα-τικών συμπεριφορών. Ο φόβος, γεννάει ανθρώπινη επιθετικότητα, ενώ διαιωνίζει μια συμπεριφορά με στερεότυπα...
ΕΡ. : Στο βιβλίου υπάρχουν καταγραφές, όχι βέβαια εκτεταμένες, για την πίστη, την θρησκευτική πίστη των ανθρώπων...
Σ.Δ : Ναι, ήταν αγράμματοι, αλλά θρησκευόμενοι. Αναφέρομαι ελάχιστα στον Θεό, αλλά βγαίνει κατά την ανάγνωση, ο τρόπος που οι άνθρωποι τον αισθάνονται και τον εκφράζουν. Αναφέρομαι σε συγκεκριμένη εποχή και τον τρόπο που υπερασπίζονται την πίστη τους, μαζί με τα υπόλοιπα ιδανικά τους.
ΕΡ. : Ποιο είναι το μήνυμα που θα θέλατε να πάρουν οι αναγνώστες σας διαβάζοντας το βιβλίο σας;
Σ.Δ. : Ο κόσμος είναι γεμάτος από ανόμοιους ανθρώπους, με τους οποίους ίσως και να μη μπορεί να συνυπάρξει όσο διαρκεί η ζωή του. Μικρές ή μεγαλύτερες ομάδες ανθρώπων δεν μπορούν να καθορίσουν την εξέλιξη των γεγονότων, αλλά μπορούν να την επηρεάσουν και να επιλέξουν την στάση απέναντι σ' αυτά. Θα ήθελα να έχουν στο νου τους, ότι ο δρόμος της αξιοπρέπειας είναι ανηφορικός! Μπορεί να επιλέξει να μην μεταβιβάζει την ευθύνη για τα δεινά του σε άλλους και να μην βρίσκει αποδιοπομπαίους τράγους. Αυτό δεν έκαναν και οι «ήρωες» του βιβλίου; Αγόγγυστα και αυτονόητα ή αναντίρρητα επιλέξανε τον δύσκολο δρόμο της αξιοπρέπειας και έβαζαν ένα ακόμη λιθαράκι (έστω κι αν δεν το γνώριζαν) στις αξίες της εποχής που τώρα πια φθίνουν. Βέβαια ο κάθε αναγνώστης θα δει και θα εισπράξει τα δικά του μηνύματα και θα αισθανθεί τις δικές του «ψυχικές δονήσεις».
ΕΡ.: Όταν ήσουν παιδί ποιο βιβλίο είχες αγαπήσει πιο πολύ και ποιον συγγραφέα;
Σ.Δ.: «Ένα παιδί μετράει τ΄ άστρα» του Μ. Λουντέμη και κάποια ακόμη μυθιστορήματα και διηγήματα.
ΕΡ.: Στα πρόσωπα του βιβλίου σας, βλέπουμε στοιχεία του εαυτού και της προσωπικότητας σας;
Σ.Δ.: Δεν θα μπορούσε το βιβλίο μου να μην έχει κομμάτια του εαυτού μου, εμπειρίες των εξιστορήσεων και διδαχές, πιθανόν ακόμη και βιώματα της ζωή μου. Ξεκίνησα το ταξίδι της ανακάλυψης «πιασμένος από το χέρι», πότε των προγόνων μου και πότε των δικών μου παππούδων, που μου τα εξιστορούσαν. Πέρασα νοερά μαζί τους, τα δύσβατα μονοπάτια της λευτεριάς, της μνήμης και του χωριού μου. Έτσι όπως τα είχαν χιλιοπερπατήσει, αυτά τα μονοπάτια. Έτσι που μας τα άφησαν, αλλά δεν υπάρχουν πια. (Ίσως όμως και να υπάρχουν!).
ΕΡ.: Μπορεί σήμερα ένας Έλληνας να «κουβαλήσει» μέσα του την πατρίδα;
Σ.Δ.: Πατρίδα μας, με την ευρεία έννοια του όρου, (όπως γράφω) είναι η μάνα γη που μας γοήτευσε από τα μικρά μας χρόνια, με τα ακούσματα, τα χρώματά, των λουλουδιών τα αρώματά του και τις γεύσεις της φύσης. Είναι ο τόπος όπου νιώσαμε την οικογενειακή θαλπωρή στα τρυφερά μας χρόνια, εκείνος που μας πρόσφερε τα πρώτα βιώματα με φίλους στη γειτονιά και στο σχολείο. Πατρίδα μας πια είναι η φύση, το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον όπου μεγάλωσε τον νου και την καρδιά μας, είναι ο αέρας που μοσχοβολάει.
ΕΡ.: Θα σε ενοχλούσε η κακή κριτική;
Σ.Δ.: Από τη στιγμή που γράφεις ένα βιβλίο εκτίθεσαι στο κοινό. Και πρέπει να είσαι έτοιμος να δεχτείς την κριτική των αναγνωστών. Ως τώρα ακούστηκαν και γράφτηκαν καλές κριτικές και θετικά σχόλια για το βιβλίο μου. Αλλά πρέπει να δεχόμαστε και τις κακές κριτικές όταν γίνονται καλόπιστα και όχι με εμπάθεια, για να διορθώνουμε τα λάθη μας και να γινόμαστε καλύτεροι.
ΕΡ.: Τι θα συμβουλεύατε κάποιον, που έχει το μεράκι να γίνει συγγραφέας;
Σ.Δ.: Δύσκολες εποχές για το βιβλίο. Να ρωτήσει όμως έναν έμπειρο συγγραφέα (χαμογελάει), η γνώμη μου πάντως είναι, να διαβάζει πάρα πολλά, λογοτεχνικά βιβλία και να έχει την αυτοπεποίθηση ότι «τόχει».
ΕΡ.: Έχετε ήδη κάποιο επόμενο βιβλίο στο μυαλό σας;
Σ.Δ. Ναι, δυο θεατρικά που δεν έχω αποφασίσει να εκδώσω, ενώ δεν θα βιαστώ να εκδώσω, μία σε εξέλιξη ακόμη εργασία μου.
ΕΡ.: Ποια η σχέση σας με το διαδίκτυο και τα μέσα της τεχνολογίας;
Σ.Δ.: Αναλώνομαι πολλές ώρες στο διαδίκτυο μήνες ολόκληρους ψάχνοντας στοιχεία για ένα βιβλίο μου ή για κάτι που διαβάζω. Ακόμη, «μιλάω» με φίλους και γνωστούς μου, ίσως και ώρες την ημέρα.
ΕΡ.: Αν συναντούσατε κάποιους από αυτούς που θα διαβάσουν τη συνέντευξή μας, τι θα τους λέγατε;
Σ.Δ..: Κι άλλο μήνυμα να στείλω;... Να χαμογελάμε συχνότερα, να μη χάσουμε το χιούμορ. Να μη γελάμε υστερικά, θα μας συμβούλευε ο ψυχολόγος μας. (χαμογελάει). Να έχουμε από τους άλλους απαιτήσεις, αλλά τις ίδιες απαιτήσεις να έχουμε και από τον εαυτό μας.
ΕΡ. : Στο βιβλίου υπάρχουν καταγραφές, όχι βέβαια εκτεταμένες, για την πίστη, την θρησκευτική πίστη των ανθρώπων...
Σ.Δ : Ναι, ήταν αγράμματοι, αλλά θρησκευόμενοι. Αναφέρομαι ελάχιστα στον Θεό, αλλά βγαίνει κατά την ανάγνωση, ο τρόπος που οι άνθρωποι τον αισθάνονται και τον εκφράζουν. Αναφέρομαι σε συγκεκριμένη εποχή και τον τρόπο που υπερασπίζονται την πίστη τους, μαζί με τα υπόλοιπα ιδανικά τους.
ΕΡ. : Ποιο είναι το μήνυμα που θα θέλατε να πάρουν οι αναγνώστες σας διαβάζοντας το βιβλίο σας;
Σ.Δ. : Ο κόσμος είναι γεμάτος από ανόμοιους ανθρώπους, με τους οποίους ίσως και να μη μπορεί να συνυπάρξει όσο διαρκεί η ζωή του. Μικρές ή μεγαλύτερες ομάδες ανθρώπων δεν μπορούν να καθορίσουν την εξέλιξη των γεγονότων, αλλά μπορούν να την επηρεάσουν και να επιλέξουν την στάση απέναντι σ' αυτά. Θα ήθελα να έχουν στο νου τους, ότι ο δρόμος της αξιοπρέπειας είναι ανηφορικός! Μπορεί να επιλέξει να μην μεταβιβάζει την ευθύνη για τα δεινά του σε άλλους και να μην βρίσκει αποδιοπομπαίους τράγους. Αυτό δεν έκαναν και οι «ήρωες» του βιβλίου; Αγόγγυστα και αυτονόητα ή αναντίρρητα επιλέξανε τον δύσκολο δρόμο της αξιοπρέπειας και έβαζαν ένα ακόμη λιθαράκι (έστω κι αν δεν το γνώριζαν) στις αξίες της εποχής που τώρα πια φθίνουν. Βέβαια ο κάθε αναγνώστης θα δει και θα εισπράξει τα δικά του μηνύματα και θα αισθανθεί τις δικές του «ψυχικές δονήσεις».
ΕΡ.: Όταν ήσουν παιδί ποιο βιβλίο είχες αγαπήσει πιο πολύ και ποιον συγγραφέα;
Σ.Δ.: «Ένα παιδί μετράει τ΄ άστρα» του Μ. Λουντέμη και κάποια ακόμη μυθιστορήματα και διηγήματα.
ΕΡ.: Στα πρόσωπα του βιβλίου σας, βλέπουμε στοιχεία του εαυτού και της προσωπικότητας σας;
Σ.Δ.: Δεν θα μπορούσε το βιβλίο μου να μην έχει κομμάτια του εαυτού μου, εμπειρίες των εξιστορήσεων και διδαχές, πιθανόν ακόμη και βιώματα της ζωή μου. Ξεκίνησα το ταξίδι της ανακάλυψης «πιασμένος από το χέρι», πότε των προγόνων μου και πότε των δικών μου παππούδων, που μου τα εξιστορούσαν. Πέρασα νοερά μαζί τους, τα δύσβατα μονοπάτια της λευτεριάς, της μνήμης και του χωριού μου. Έτσι όπως τα είχαν χιλιοπερπατήσει, αυτά τα μονοπάτια. Έτσι που μας τα άφησαν, αλλά δεν υπάρχουν πια. (Ίσως όμως και να υπάρχουν!).
ΕΡ.: Μπορεί σήμερα ένας Έλληνας να «κουβαλήσει» μέσα του την πατρίδα;
Σ.Δ.: Πατρίδα μας, με την ευρεία έννοια του όρου, (όπως γράφω) είναι η μάνα γη που μας γοήτευσε από τα μικρά μας χρόνια, με τα ακούσματα, τα χρώματά, των λουλουδιών τα αρώματά του και τις γεύσεις της φύσης. Είναι ο τόπος όπου νιώσαμε την οικογενειακή θαλπωρή στα τρυφερά μας χρόνια, εκείνος που μας πρόσφερε τα πρώτα βιώματα με φίλους στη γειτονιά και στο σχολείο. Πατρίδα μας πια είναι η φύση, το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον όπου μεγάλωσε τον νου και την καρδιά μας, είναι ο αέρας που μοσχοβολάει.
ΕΡ.: Θα σε ενοχλούσε η κακή κριτική;
Σ.Δ.: Από τη στιγμή που γράφεις ένα βιβλίο εκτίθεσαι στο κοινό. Και πρέπει να είσαι έτοιμος να δεχτείς την κριτική των αναγνωστών. Ως τώρα ακούστηκαν και γράφτηκαν καλές κριτικές και θετικά σχόλια για το βιβλίο μου. Αλλά πρέπει να δεχόμαστε και τις κακές κριτικές όταν γίνονται καλόπιστα και όχι με εμπάθεια, για να διορθώνουμε τα λάθη μας και να γινόμαστε καλύτεροι.
ΕΡ.: Τι θα συμβουλεύατε κάποιον, που έχει το μεράκι να γίνει συγγραφέας;
Σ.Δ.: Δύσκολες εποχές για το βιβλίο. Να ρωτήσει όμως έναν έμπειρο συγγραφέα (χαμογελάει), η γνώμη μου πάντως είναι, να διαβάζει πάρα πολλά, λογοτεχνικά βιβλία και να έχει την αυτοπεποίθηση ότι «τόχει».
ΕΡ.: Έχετε ήδη κάποιο επόμενο βιβλίο στο μυαλό σας;
Σ.Δ. Ναι, δυο θεατρικά που δεν έχω αποφασίσει να εκδώσω, ενώ δεν θα βιαστώ να εκδώσω, μία σε εξέλιξη ακόμη εργασία μου.
ΕΡ.: Ποια η σχέση σας με το διαδίκτυο και τα μέσα της τεχνολογίας;
Σ.Δ.: Αναλώνομαι πολλές ώρες στο διαδίκτυο μήνες ολόκληρους ψάχνοντας στοιχεία για ένα βιβλίο μου ή για κάτι που διαβάζω. Ακόμη, «μιλάω» με φίλους και γνωστούς μου, ίσως και ώρες την ημέρα.
ΕΡ.: Αν συναντούσατε κάποιους από αυτούς που θα διαβάσουν τη συνέντευξή μας, τι θα τους λέγατε;
Σ.Δ..: Κι άλλο μήνυμα να στείλω;... Να χαμογελάμε συχνότερα, να μη χάσουμε το χιούμορ. Να μη γελάμε υστερικά, θα μας συμβούλευε ο ψυχολόγος μας. (χαμογελάει). Να έχουμε από τους άλλους απαιτήσεις, αλλά τις ίδιες απαιτήσεις να έχουμε και από τον εαυτό μας.
ΕΡ.: Υπάρχει κάτι από έναν μεγάλο λογοτέχνη, που θα θέλατε να το είχατε γράψει εσείς;
Σ.Δ.: Ναι… του Οδ. Ελύτη: «…Αυτοί οι αγριωποί, βασανισμένοι και περήφανοι πρόγονοι έρχονται κάποιες φορές στον ύπνο μου (ή και στον ξύπνιο μου, δεν κάνουν διάκριση) χτυπώντας με ελαφρά αλλά κι επίμονα στην πλάτη. Με απορία στα σκοτεινά τους μάτια. Μπορεί και παράπονο. Συχνά το καταλαβαίνω σαν παράπονο. Δεν ξέρω τι ακριβώς θέλουν από μένα, πάντως κάτι απαιτούν και φεύγοντας κάτι εισπράττουν. Τι είναι που δεν έκανα; Τι είναι που θα 'πρεπε να είχα κάνει; Και το σωστό ή το λάθος, αυτό που έγινε κι εκείνο που σκόρπισε, ποιος τα 'χει βαφτίσει;…»
ΕΡ.: Με ποιο τρόπο μπορεί να επικοινωνήσει μαζί σας το αναγνωστικό κοινό;
Σ.Δ: Μπορούν εύκολα να επικοινωνήσουν μαζί μου μέσω του προφίλ μου στο facebook: Σωτήρης Δημητρίου, και στο email: dimitriousot@yahoo.gr
***
Κάπου εδώ, ολοκληρώσαμε τη συζήτηση με τον Σωτήρη Δημητρίου, αν και κάθε επικοινωνία μαζί του γεννά όλο και περισσότερο την επιθυμία να τον ξανασυναντήσεις. Τον αποχαιρετούμε, αφού προηγουμένως μας έχει δημιουργήσει τον προβληματισμό να αναζητήσουμε όχι στο διπλανό μας, αλλά στον εαυτό μας τα αίτια και τα αιτιατά, που επηρεάζουν αρνητικά και τον κοινωνικό μας βίο και τις μεταξύ μας σχέσεις.
Σωτήρης Δημητρίου: "Ο δρόμος της αξιοπρέπειας είναι ανηφορικός"...
Reviewed by thespro.gr
on
Παρασκευή, Ιουλίου 01, 2016
Rating: