ΘΕΣΠΡΩΤΙΑ: ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ ΤΗΣ ΠΛΕΣΙΒΙΤΣΑΣ- πριν 77 χρόνια!
Απο το αρχείο του Γεράσιμου Μίχα |
του Γ.Ι.ΡΙΣΒΑΝΗ (δημοσιεύτηκε το 1947 στα ΘΕΣΠΡΩΤΙΚΑ ΝΕΑ)
Τη 14η Σεπτεμβρίου 1943: Γιορτή του Σταυρού : Οι καμπάνες χτυπούν χαρμόσυνα και ο αν πολλαπλός τους ακούγεται στα γύρω γνώριμα βουνά και φαράγγια. Το χωριό έχει όψη γιορτάσιμη .Άνδρες ,γυναίκες και παιδιά ντυμένοι τα γιορτινά τους πάνε στην εκκλησιά. Τίποτε δε δείχνει ,τίποτα δε μαρτυράει το δράμα, την τραγωδία που μέλλει σε λίγο να συμβεί.
Η εκκλησία είναι κατάμεστη . Στη δέηση του παπά Σπύρου Μακατσώρη <ειρήνη το κόσμω δώρισε….> όλο το νου με έκσταση προς τη μεγάλη του Χριστού εικόνα. Βαθειά κατά νύξη συνείχε το εκκλησίασμα. Στην υπέρτατη αυτή στιγμή της δέησης μήνυμα αναπάντεχο κι ξαφνικά διέδραμε μεσ’τους πιστούς.
<έρχονται οι Γερμανοί>
Ο παρατηρητής της ημέρας πάνω από την Κιάφα σαν άλλος μαραθωνοδρόμος καλών όμως μαντάτων, ασθμαίνων μεταφέρει το κακό μήνυμα που διαδίδεται από στόμα σε στόμα και από σπίτι σε σπίτι σε όλη τη Πλεσιβίτσα.
Μονομιάς όλα αλλάζουν. Οι καμπάνες χτυπούνε συναγερμό η εκκλησία αδειάζει και μόνο οι παπάδες ήρεμοι συνεχίζουν τη λειτουργία και μαζί τους μερικοί απ’τους γερόντους προσεύχονται σιωπηλοί. Το χωριό είναι ανάστατο. Από παντού ακούγονται φωνές και κλάματα. Πλεσιβιτσιώτες και ξένοι φροντίζουν για την πιο γρήγορη αναχώρηση τους παίρνοντας ότι είναι δυνατό. Μανάδες φωνάζουν τα παιδιά τους, παιδάκια κλαίνε και ζητούν τις μανάδες τους, σπίτια κλειδώνονται ,περιουσίες εγκαταλείπονται ,πανικός στιγμές τραγικές και σκηνές φρίκης και απελπισίας.
Το χωριό σχεδόν αδειάζει λίγοι παρέμειναν με την ελπίδα να σώσουν τα σπίτια και το βίο τους. Οι φεύγοντες με δάκρυα στα μάτια αποχαιρετούνε το χωριό κι εκείνους που αποχαιρετούν με τουφεκιές και που επιτείνουν τον πανικό. Εξακόσιοι και πλέον Γερμανοί το τάγμα της φωτιάς και του θανάτου απ’το Γιάννινα και μαζί τους οκτακόσιοι μπαλίτσες Τσάμιδες με τους Νούριδες τους, τους Μαζάρ μπέηδες ,τους Ντίνο Ρετζέπηδες, τους Τσαπουνίδες, τους Ντούρο Χασάνιδες τους Σολίκιδες και λοιπούς Σαλίκους έχουν από τα κυριότερα σημεία ζωσμένη την Πλεσιβίτσα.
Οι όλμοι και τα πολυβόλα οργώνουν κυριολεκτικά τα γύρω βουνά, τις χαράδρες και τους δρόμους του χωριού και χτυπούν τα γυναικόπαιδα που φεύγουν. Από τα βόλια τους σκοτώνεται ο Σιώζο Ντόμπρας και το 16χρονο παλληκάρι του χωριού ο Γιώργης ο Χαϊδούσης. Δύο ακόμη θύματα που έδωκε η Πλεσιβίτσα, κατά τον τελευταίο πόλεμο και την κατοχή στον αγώνα της αντίστασης και της ελευθεριάς.
Είναι μεσημέρι που οι Γερμανοτσάμιδες πατούνε την Πλεσιβίτσα. Οι λιγοστοί άνδρες ο πρόεδρος και ο παπάς βρίσκονται στο κέντρο του χωριού. Γίνεται μια τυπική σύσταση του Γερμανού του Ταγματάρχη και των αρχηγών των τσάμιδων και η απόφαση βγαίνει γρήγορα. «Φωτιά εις την Πλεσιβίτσα»! Τίποτε δεν τους συγκινεί. Ούτε οι παρακλήσεις του Παππά και των γερόντων, ούτε των γυναικών οι οδυρμοί.
Στη διαταγή του Γερμανού ταγματάρχη όσοι απόμειναν στο χωριό μαζεύονται στο μεσοχώρι. Τους μαζεύουν οι Τσάμιδες. Γριές και γέροντες τυφλοί, πετιούνται από τα σπίτια, άρρωστοι σέρνονται στους δρόμους.
Διατάσσει ο Ρετζέπ Ντίνο μπέης. Και τα μεν γυναικόπαιδα οδηγούνται με συνοδεία τσάμιδων προς την Κώτσικα, οι δε άνδρες προς το Φιλιάτι. Όλα δείχνουν πως τους πάνε για εκτέλεση. Οι καρδιές σφίγγονται από την αγωνία. Οι νοεροί θρήνοι των παιδιών και το δράμα παίρνει την έξαλλη εικόνα της παραφροσύνης. Η συμφορά αρχίζει. Οι πομπές οδεύουν προς το άγνωστο. Το χωριό το δέρνει η ερημιά. Οι μπέηδες ριχτήκανε στο πλιάτσικο. Εκατό υποζύγια μεταφέρουν τον πλούτο της Πλεσιβίτσας, ότι είχε από τη γη και το ταξείδι, όλο τον ατίμητο θησαυρό της αρχοντιάς της.
Σαν αποσκόλλασαν το ρημαδιό βάλανε φωτιά. Και η ιστορική Πλεσιβίτσα παραδίδεται στις φλόγες και στο πυρ. Σε τρεις ώρες κάψανε 185 σπίτια,185 ωραιόκτιστα αρχοντικά πανύψηλα και ηγεμονικά. Μονάχα εσεβάστηκαν την εκκλησία και το σχολείο. Είναι η δεύτερη φορά που καίγεται η Πλεσιβίτσα ύστερα από τα Μουχαρεμικά στον πόλεμο του 12.Και τότε σαν και τώρα πότισε με αίμα το δένδρο της ελευθεριάς με τον λεβέντη Παπά –Γιώργη που τον έκαψαν ζωντανό και την μαρτυρική κυρ-Αλέξαινα. Στάθηκε πρωτοπόρος σε όλες τις εθνικές περιπέτειες πιστή και αντάξια των παραδόσεών της. Σήμερα συμπληρώνεται τέσσερα χρόνια από το ολοκαύτωμα της Πλεσιβίτσας. Τι έγινε από τότε: Οι Πλέσιοι έμειναν και μένουν γύρω από τα προσφιλή τους ερείπια. Μόνοι με τις ίδιες τους δυνάμεις, με την δημιουργική τους πίστη, με τις αυθόρμητες και γενναιόφρονες ενισχύσεις των απανταχού Πλεσιβιτσιωτών επούλωσαν και επουλώνουν τις απούλωτες πληγές τους και ανακουφίζουν τον μεγάλο τους πόνο.
Στα θλιβερά τέσσερα χρόνια μας η σκέψη όλων των Πλεσιβιτσιωτών οπουδήποτε κι αν ζουν ή βρίσκονται περνάει στεριές και θάλασσες και σταματάει στο αγαπημένο τους χωριό. Για μια στιγμή με την αναπόληση της τραγικής των περιπέτειας σφίγγεται η καρδιά τους και το μάτι τους δακρύζει. Όμως δεν μοιρολογούν γιατί δεν είναι ίδιον των Πλαισίων. Όπως με θάρρος και καρτερικότητα αντιμετώπισαν ως τα σήμερα όλες τις συμφορές και τα δεινά ,έτσι και τώρα με θάρρος και με πίστη ενωμένοι και αδελφωμένοι βαδίζουν για μια καινούργια Πλεσιβίτσα αντάξια των παραδόσεων της. Γιατί…
«Δεν κάψαν την Πλεσιβίτσα του μπέη τα τσιράκια
«Κι αν φλόγισαν τα επουράνια
«Κι ένα με τ’άστρα γίναν…
μας λέει ο ποιητής μας Γεώργιος Βουγίδης στα «Θεσπρωτικά του» τραγούδια.
Ναι. Δεν κόψαν την Πλεσιβίτσα γιατί δεν καίγεται το πνεύμα και η ιδέα. Ας κείτεται σ’ερείπια από το πέρασμα των Ούνων. Μέσα από τα συντρίμμια και τις συμφορές ξανανασταίνεται και πάλι όπως ο φοίνικας από την τέφρα. Κάποτε θε να χτίσουνε και τα σπίτια. Θα πάρουν την πρώτη την παλιά αρχοντική μορφή τους. Δε θα υπάρχουν πια χαλάσματα και συμφορές. Θα μείνουν ως ιστόρημα σημαδιακό οι ξύλινοι σταυροί εκείνων που μαρτύρησαν κι επότησαν με τ’αγιό τους το αίμα, το δένδρο της ελευθεριάς.
Θα μαρτυρούν το πέρασμα μίας ανιστόρητης θεομηνίας που δεν γνώρισε ως τώρα η ανθρωπότητα ουδέ αναφέρει που η ιστορία της.
Τη 14η Σεπτεμβρίου 1943: Γιορτή του Σταυρού : Οι καμπάνες χτυπούν χαρμόσυνα και ο αν πολλαπλός τους ακούγεται στα γύρω γνώριμα βουνά και φαράγγια. Το χωριό έχει όψη γιορτάσιμη .Άνδρες ,γυναίκες και παιδιά ντυμένοι τα γιορτινά τους πάνε στην εκκλησιά. Τίποτε δε δείχνει ,τίποτα δε μαρτυράει το δράμα, την τραγωδία που μέλλει σε λίγο να συμβεί.
Η εκκλησία είναι κατάμεστη . Στη δέηση του παπά Σπύρου Μακατσώρη <ειρήνη το κόσμω δώρισε….> όλο το νου με έκσταση προς τη μεγάλη του Χριστού εικόνα. Βαθειά κατά νύξη συνείχε το εκκλησίασμα. Στην υπέρτατη αυτή στιγμή της δέησης μήνυμα αναπάντεχο κι ξαφνικά διέδραμε μεσ’τους πιστούς.
<έρχονται οι Γερμανοί>
Ο παρατηρητής της ημέρας πάνω από την Κιάφα σαν άλλος μαραθωνοδρόμος καλών όμως μαντάτων, ασθμαίνων μεταφέρει το κακό μήνυμα που διαδίδεται από στόμα σε στόμα και από σπίτι σε σπίτι σε όλη τη Πλεσιβίτσα.
Μονομιάς όλα αλλάζουν. Οι καμπάνες χτυπούνε συναγερμό η εκκλησία αδειάζει και μόνο οι παπάδες ήρεμοι συνεχίζουν τη λειτουργία και μαζί τους μερικοί απ’τους γερόντους προσεύχονται σιωπηλοί. Το χωριό είναι ανάστατο. Από παντού ακούγονται φωνές και κλάματα. Πλεσιβιτσιώτες και ξένοι φροντίζουν για την πιο γρήγορη αναχώρηση τους παίρνοντας ότι είναι δυνατό. Μανάδες φωνάζουν τα παιδιά τους, παιδάκια κλαίνε και ζητούν τις μανάδες τους, σπίτια κλειδώνονται ,περιουσίες εγκαταλείπονται ,πανικός στιγμές τραγικές και σκηνές φρίκης και απελπισίας.
Το χωριό σχεδόν αδειάζει λίγοι παρέμειναν με την ελπίδα να σώσουν τα σπίτια και το βίο τους. Οι φεύγοντες με δάκρυα στα μάτια αποχαιρετούνε το χωριό κι εκείνους που αποχαιρετούν με τουφεκιές και που επιτείνουν τον πανικό. Εξακόσιοι και πλέον Γερμανοί το τάγμα της φωτιάς και του θανάτου απ’το Γιάννινα και μαζί τους οκτακόσιοι μπαλίτσες Τσάμιδες με τους Νούριδες τους, τους Μαζάρ μπέηδες ,τους Ντίνο Ρετζέπηδες, τους Τσαπουνίδες, τους Ντούρο Χασάνιδες τους Σολίκιδες και λοιπούς Σαλίκους έχουν από τα κυριότερα σημεία ζωσμένη την Πλεσιβίτσα.
Οι όλμοι και τα πολυβόλα οργώνουν κυριολεκτικά τα γύρω βουνά, τις χαράδρες και τους δρόμους του χωριού και χτυπούν τα γυναικόπαιδα που φεύγουν. Από τα βόλια τους σκοτώνεται ο Σιώζο Ντόμπρας και το 16χρονο παλληκάρι του χωριού ο Γιώργης ο Χαϊδούσης. Δύο ακόμη θύματα που έδωκε η Πλεσιβίτσα, κατά τον τελευταίο πόλεμο και την κατοχή στον αγώνα της αντίστασης και της ελευθεριάς.
Είναι μεσημέρι που οι Γερμανοτσάμιδες πατούνε την Πλεσιβίτσα. Οι λιγοστοί άνδρες ο πρόεδρος και ο παπάς βρίσκονται στο κέντρο του χωριού. Γίνεται μια τυπική σύσταση του Γερμανού του Ταγματάρχη και των αρχηγών των τσάμιδων και η απόφαση βγαίνει γρήγορα. «Φωτιά εις την Πλεσιβίτσα»! Τίποτε δεν τους συγκινεί. Ούτε οι παρακλήσεις του Παππά και των γερόντων, ούτε των γυναικών οι οδυρμοί.
Στη διαταγή του Γερμανού ταγματάρχη όσοι απόμειναν στο χωριό μαζεύονται στο μεσοχώρι. Τους μαζεύουν οι Τσάμιδες. Γριές και γέροντες τυφλοί, πετιούνται από τα σπίτια, άρρωστοι σέρνονται στους δρόμους.
Διατάσσει ο Ρετζέπ Ντίνο μπέης. Και τα μεν γυναικόπαιδα οδηγούνται με συνοδεία τσάμιδων προς την Κώτσικα, οι δε άνδρες προς το Φιλιάτι. Όλα δείχνουν πως τους πάνε για εκτέλεση. Οι καρδιές σφίγγονται από την αγωνία. Οι νοεροί θρήνοι των παιδιών και το δράμα παίρνει την έξαλλη εικόνα της παραφροσύνης. Η συμφορά αρχίζει. Οι πομπές οδεύουν προς το άγνωστο. Το χωριό το δέρνει η ερημιά. Οι μπέηδες ριχτήκανε στο πλιάτσικο. Εκατό υποζύγια μεταφέρουν τον πλούτο της Πλεσιβίτσας, ότι είχε από τη γη και το ταξείδι, όλο τον ατίμητο θησαυρό της αρχοντιάς της.
Σαν αποσκόλλασαν το ρημαδιό βάλανε φωτιά. Και η ιστορική Πλεσιβίτσα παραδίδεται στις φλόγες και στο πυρ. Σε τρεις ώρες κάψανε 185 σπίτια,185 ωραιόκτιστα αρχοντικά πανύψηλα και ηγεμονικά. Μονάχα εσεβάστηκαν την εκκλησία και το σχολείο. Είναι η δεύτερη φορά που καίγεται η Πλεσιβίτσα ύστερα από τα Μουχαρεμικά στον πόλεμο του 12.Και τότε σαν και τώρα πότισε με αίμα το δένδρο της ελευθεριάς με τον λεβέντη Παπά –Γιώργη που τον έκαψαν ζωντανό και την μαρτυρική κυρ-Αλέξαινα. Στάθηκε πρωτοπόρος σε όλες τις εθνικές περιπέτειες πιστή και αντάξια των παραδόσεών της. Σήμερα συμπληρώνεται τέσσερα χρόνια από το ολοκαύτωμα της Πλεσιβίτσας. Τι έγινε από τότε: Οι Πλέσιοι έμειναν και μένουν γύρω από τα προσφιλή τους ερείπια. Μόνοι με τις ίδιες τους δυνάμεις, με την δημιουργική τους πίστη, με τις αυθόρμητες και γενναιόφρονες ενισχύσεις των απανταχού Πλεσιβιτσιωτών επούλωσαν και επουλώνουν τις απούλωτες πληγές τους και ανακουφίζουν τον μεγάλο τους πόνο.
Στα θλιβερά τέσσερα χρόνια μας η σκέψη όλων των Πλεσιβιτσιωτών οπουδήποτε κι αν ζουν ή βρίσκονται περνάει στεριές και θάλασσες και σταματάει στο αγαπημένο τους χωριό. Για μια στιγμή με την αναπόληση της τραγικής των περιπέτειας σφίγγεται η καρδιά τους και το μάτι τους δακρύζει. Όμως δεν μοιρολογούν γιατί δεν είναι ίδιον των Πλαισίων. Όπως με θάρρος και καρτερικότητα αντιμετώπισαν ως τα σήμερα όλες τις συμφορές και τα δεινά ,έτσι και τώρα με θάρρος και με πίστη ενωμένοι και αδελφωμένοι βαδίζουν για μια καινούργια Πλεσιβίτσα αντάξια των παραδόσεων της. Γιατί…
«Δεν κάψαν την Πλεσιβίτσα του μπέη τα τσιράκια
«Κι αν φλόγισαν τα επουράνια
«Κι ένα με τ’άστρα γίναν…
μας λέει ο ποιητής μας Γεώργιος Βουγίδης στα «Θεσπρωτικά του» τραγούδια.
Ναι. Δεν κόψαν την Πλεσιβίτσα γιατί δεν καίγεται το πνεύμα και η ιδέα. Ας κείτεται σ’ερείπια από το πέρασμα των Ούνων. Μέσα από τα συντρίμμια και τις συμφορές ξανανασταίνεται και πάλι όπως ο φοίνικας από την τέφρα. Κάποτε θε να χτίσουνε και τα σπίτια. Θα πάρουν την πρώτη την παλιά αρχοντική μορφή τους. Δε θα υπάρχουν πια χαλάσματα και συμφορές. Θα μείνουν ως ιστόρημα σημαδιακό οι ξύλινοι σταυροί εκείνων που μαρτύρησαν κι επότησαν με τ’αγιό τους το αίμα, το δένδρο της ελευθεριάς.
Θα μαρτυρούν το πέρασμα μίας ανιστόρητης θεομηνίας που δεν γνώρισε ως τώρα η ανθρωπότητα ουδέ αναφέρει που η ιστορία της.
Γ.Ι.ΡΙΣΒΑΝΗΣ
ΘΕΣΠΡΩΤΙΑ: ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ ΤΗΣ ΠΛΕΣΙΒΙΤΣΑΣ- πριν 77 χρόνια!
Reviewed by thespro.gr
on
Σάββατο, Σεπτεμβρίου 14, 2024
Rating:
Δεν υπάρχουν σχόλια: