Όπως όλα δείχνουν – δυστυχώς για την προοπτική της χώρας – στις βουλευτικές εκλογές της 7ης Ιουλίου οι πιθανότητες επικράτησης της ΝΔ είναι αρκετά ισχυρές. Η εξέλιξη αυτή δεν οφείλεται στο γεγονός ότι το πρόγραμμα, οι αρχές και η ηγεσία του συγκεκριμένου κόμματος εμπνέουν την σχετική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας. Οφείλεται κυρίως στο ότι η πολιτική της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, μάλλον οδηγεί την πλειοψηφία αυτή στη συντηρητική παράταξη και ακριβώς για το συγκεκριμένο λόγο είναι βαριά η ευθύνη της, για την παλινόρθωση της Δεξιάς στη χώρα μας.
Μια πολιτική που στηρίχθηκε στα ψεύδη, την υποσχεσιολογία, την δαιμονοποίηση των αντιπάλων και τον λαϊκισμό, προκειμένου να κατακτηθεί η εξουσία. Και αφού ο στόχος επιτεύχθηκε, αποδείχθηκε ότι η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ήταν η χειρότερη Κυβέρνηση της μεταπολίτευσης.
Ένα μείγμα ανικανότητας, ασχετοσύνης, αδράνειας και εφαρμογής των πιο ακραίων στοιχείων του λαϊκισμού, των πελατειακών σχέσεων και του παλαιοκομματισμού – τον οποίο τάχα καταγγέλλει ενώ τον υιοθετεί απόλυτα – οδήγησαν την χώρα και την οικονομία σε πρωτοφανές τέλμα, καθώς και την κοινωνία σε απόγνωση. Όλοι όσοι υπηρετούμε στη δημόσια διοίκηση και βλέπουμε τα πράγματα εκ των έσω, θεωρούσαμε ότι δεν θα μπορούσε να υπάρξει χειρότερη Κυβέρνηση, από αυτή της Ν.Δ. της περιόδου 2004 – 2009, που οδήγησε τη χώρα στην ουσιαστική χρεοκοπία και στην δεκαετή περιπέτεια, από την οποία αδυνατεί να εξέλθει ακόμη. Δυστυχώς διαψευσθήκαμε από την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, η ανικανότητα της οποίας παρέτεινε την παραμονή της χώρας σε συνθήκες οικονομικής και κοινωνικής κρίσης.
Το ερώτημα είναι: μπορεί ένα τέτοιο κόμμα που έχει καταθέσει τα διαπιστευτήρια της ανικανότητάς του, να αποτελέσει μια αξιόπιστη αντιπολιτευτική δύναμη, απέναντι στην επερχόμενη Ν.Δ. Η απάντηση είναι σαφώς αρνητική. Το κόμμα του έξαλλου και ανέξοδου «αντιμνημονιακού» αγώνα, της ακατάσχετης παροχολογίας, των απατηλών ψευδαισθήσεων, του άκρατου λαϊκισμού, της ωμής περιφρόνησης του εκλογικού σώματος όταν ερμηνεύοντας αυθαίρετα το δημοψήφισμα του 2015, στην ουσία ανέτρεψε το αποτέλεσμά του, της χωρίς όρια ρουσφετολογίας, της ανύπαρκτης οργάνωσης και παρουσίας του στο συνδικαλιστικό κίνημα και την τοπική αυτοδιοίκηση, δεν μπορεί να ασκήσει σοβαρή και δυναμική αντιπολίτευση.
Αν αναρωτηθεί κανείς γιατί είναι τόσο σημαντικό το αντιπολιτευτικό έργο, η απάντηση είναι απλή: Γιατί όπως όλα δείχνουν έρχεται να κυβερνήσει ένα κόμμα, το οποίο προβάλλει ένα απλοϊκό αλλά σαθρό μοντέλο. Θεωρεί ότι με την άκριτη ενίσχυση της ιδιωτικής επένδυσης μπορεί «αυτόματα» να έρθει η ανάπτυξη, αγνοώντας κρίσιμα πεδία πολιτικής, όπως το κοινωνικό κράτος, η προστασία του περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς, οι μεταρρυθμίσεις στην οργάνωση και λειτουργία του κράτους, η ενίσχυση της περιφέρειας και της τοπικής αυτοδιοίκησης, η εκπαίδευση και η καινοτομία.
Ένα κόμμα με αρχηγό έναν πολιτικό με ελάχιστη και μάλλον αποτυχημένη κυβερνητική εμπειρία (έχει διατελέσει μόνο για 1, 5 χρόνο Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης, χωρίς ουσιαστικό έργο αλλά με παροιμιώδεις «γκάφες» όπως αυτή της αξιολόγησης των υπαλλήλων και της κατάργησης της Δημοτικής Αστυνομίας) και με στελέχη βγαλμένα από τις χειρότερες στιγμές των περιόδων Καραμανλή και Σαμαρά.
Απέναντι σε αυτό το δίπολο ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ που θυμίζει έντονα το μύθο της Σκύλλας και της Χάρυβδης, η μόνη αξιόπιστη πολιτική δύναμη που μπορεί να αντιπαρατεθεί και στους δύο χώρους και να ασκήσει ουσιαστική αντιπολίτευση είναι το ΚΙΝΑΛ. Ο χώρος που εκπροσωπεί το ΚΙΝΑΛ έχει αποδείξει έμπρακτα ότι γνωρίζει καλύτερα από κάθε άλλο, τα πραγματικά προβλήματα της χώρας, πολλά εκ των οποίων αντιμετώπισε αποτελεσματικά τις περιόδους που είχε την εξουσία (εκδημοκρατισμός του κράτους, ΑΣΕΠ, ΚΕΠ, ενίσχυση τοπικής αυτοδιοίκησης, κοινωνική πολιτική, ΕΣΥ, εκτέλεση μεγάλων έργων, ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική, εκπαιδευτική μεταρρύθμιση κ.α.). Έχει αποδείξει επίσης, ότι ξέρει να αντιπολιτεύεται με δυναμισμό αλλά συνάμα και με υπευθυνότητα. Και έχει αποδείξει τέλος, ότι στις δύσκολες στιγμές για την πατρίδα, αγνοώντας το πολιτικό κόστος (κάτι το οποίο πληρώνει ακόμα δυσανάλογα) «βάζει πλάτη» για να αποφευχθούν εθνικές τραγωδίες και καταστροφές.
Είναι ένα κίνημα με βαθιές ρίζες στην ελληνική κοινωνία, όπως έδειξαν και οι πρόσφατες αυτοδιοικητικές εκλογές, όπου οι συνδυασμοί και τα στελέχη του, κατέγραψαν σημαντικές επιτυχίες και δυνάμεις πολύ ανώτερες από τα ποσοστά των συνδυασμών του ΣΥΡΙΖΑ. Παρόμοια κατάσταση επικρατεί και στο συνδικαλιστικό χώρο.
Στις εκλογές της 7ης Ιουλίου το πραγματικό δίλημμα δεν είναι αν θα εμπιστευτούμε τον ΣΥΡΙΖΑ ή τη ΝΔ. Πρόκειται για δύο κόμματα με περιορισμένες δυνατότητες και χωρίς καμία ουσιαστική διαφορά, καθώς εφαρμόζουν τις ίδιες πελατειακές και ρουσφετολογικές τακτικές, απλώς με άλλο ακροατήριο το καθένα.
Το ουσιαστικό διακύβευμα των εκλογών είναι η ισχυροποίηση του ΚΙΝΑΛ, του μόνου πολιτικού φορέα που εγγυάται τη σοβαρότητα και την υπευθυνότητα στην αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων του τόπου. Με ένα δυνατό ΚΙΝΑΛ στην κοινωνία και στη Βουλή, μπορούν να αποφευχθούν περιπέτειες και πισωγυρίσματα, αλλά και θα υπάρξει μια εποικοδομητική και υπεύθυνη φωνή λογικής και σύνεσης, σε ένα περιβάλλον που και τα δύο αυτά στοιχεία είναι απαραίτητα, για να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις οριστικής εξόδου από την πολιτική, οικονομική και κοινωνική κρίση.
Ο Π. Νταής, είναι εκλεγμένος Δημοτικός Σύμβουλος Ηγουμενίτσας και μέλος της Γραμματείας του Τομέα Δημόσιας Διοίκησης του ΚΙΝΑΛ.
ΟΙ ΔΥΟ ΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣ: ΑΠΟ ΤΗ ΣΚΥΛΛΑ (ΣΥΡΙΖΑ) ΣΤΗ ΧΑΡΥΒΔΗ (ΝΔ) - Του Παναγιώτη Β. Νταή
Reviewed by thespro.gr
on
Τετάρτη, Ιουνίου 26, 2019
Rating:
Δεν υπάρχουν σχόλια: