Σε μια περίοδο όπου ο δημόσιος διάλογος επικεντρώνεται στην κατάρρευση του Νόμου Παππά για τις τηλεοπτικές άδειες, η κατάσταση στην πραγματική οικονομία χειροτερεύει μέρα με την ημέρα και οι επιχειρήσεις αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στις τεράστιες φορολογικές τους υποχρεώσεις και να παραμείνουν βιώσιμες και ανταγωνιστικές. Οι ελεύθεροι επαγγελματίες, εκτός από τη ραγδαία μείωση του κύκλου εργασιών τους και την τεράστια φορολογία που τους έχει επιβληθεί, έχουν πλέον να αντιμετωπίσουν και τον νέο νόμο Κατρούγκαλου για το ασφαλιστικό. Και σα να μην έφταναν όλα αυτά, οι πλειστηριασμοί αλλά και η πώληση των κόκκινων δανείων στα ξένα funds είναι ο νέος μεγάλος υπαρκτός κίνδυνος.
Η κυβέρνηση, αντί να αντιμετωπίσει την κατάσταση με ένα εθνικό σχέδιο αναδόμησης της ελληνικής οικονομίας, επιλέγει να βρίσκεται σε μια διαρκή και αέναη διαπραγμάτευση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το Δ.Ν.Τ. επιδεινώνοντας την αβεβαιότητα. Η επικοινωνιακή διαχείριση, με προτάγματα τη διεκδίκηση του χρέους και τον πόλεμο στην εγχώρια διαπλοκή δεν μπορεί να κρύψει την έλλειψη σχεδίου για επιστροφή της χώρας στην ανάπτυξη, την προσέλκυση επενδύσεων και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Η διευθέτηση του χρέους είναι ασφαλώς ένα σημαντικό ζήτημα το οποίο όμως θα απασχολήσει την Ελλάδα μετά το 2022 όπου οι ανάγκες εξυπηρέτησής του, θα είναι σημαντικά υψηλότερες από τις σημερινές. Μέχρι τότε, όμως, η χώρα δεν μπορεί να σέρνεται στα ελλείμματα και την ύφεση.
Η νέα γενιά, το ανθρώπινο κεφάλαιο που θα έπρεπε να γίνει η ατμομηχανή της ανόρθωσης της οικονομίας, φεύγει αναζητώντας προοπτική και εργασία στο εξωτερικό. Ακόμη και αυτοί που παραμένουν στη χώρα, βλέπουν αντί της ελπίδας που τους υποσχέθηκε ο Πρωθυπουργός, νέους φόρους και τη θέσπιση νέων βαρύτερων ασφαλιστικών εισφορών. Οι ελάχιστοι που προσπάθησαν μέσα στην κρίση να καταπιαστούν με την οικογενειακή τους επιχείρηση ή να δημιουργήσουν μία επιχείρηση αντιλαμβάνονται ότι το κράτος δεν είναι σύμμαχος αλλά εχθρός στο εγχείρημά τους. Είναι αποκομμένοι από τραπεζική χρηματοδότηση, προκαταβάλουν το 100% του φόρου για τα επόμενα έτη, ενώ οι ασφαλιστικές τους εισφορές αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο.
Η απορρόφηση ευρωπαϊκών προγραμμάτων (ΕΣΠΑ, πακέτο Γιούνκερ), η επιδότηση νέων και καινοτόμων επιχειρήσεων αλλά και η ελάφρυνση των νέων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές θα έπρεπε να έχουν τεθεί από την Κυβέρνηση σε πρώτο πλάνο. Όπως επίσης θα έπρεπε να έχουν ήδη προωθηθεί πολιτικές για τη δημιουργία ενός ελκυστικού περιβάλλοντος για επενδύσεις (πχ. Ελληνικό, Περιφερειακά Αεροδρόμια, κ.τ.λ.) και των συνθηκών εκείνων ώστε η χώρα μόνη της να γεννά θέσεις εργασίας τόσο για εξειδικευμένο όσο και για ανειδίκευτο προσωπικό. Χωρίς όμως τέτοιες παρεμβάσεις και χωρίς πολιτικές υπέρ της αντιμετώπισης του μείζονος προβλήματος της υπογεννητικότητας, το οποίο αποτελεί βόμβα στα θεμέλια τόσο του δημογραφικού γενικότερα όσο και του ασφαλιστικού και εργασιακού ειδικότερα, η Ελλάδα θα χάνει ανθρώπινο κεφάλαιο. Γι’ αυτό είναι άμεση ανάγκη να ανοίξει επιτέλους ο διάλογος για τα κίνητρα που πρέπει να δοθούν στους νέους ανθρώπους να επιστρέψουν, να ζήσουν, να εργαστούν και να κάνουν οικογένεια στην Ελλάδα.
Προς την κατεύθυνση αυτή, κάποιες από τις προτάσεις που θα μπορούσαν να αποτελέσουν θέματα δημόσιας διαβούλευσης είναι:
- Η μείωση φορολογίας εισοδήματος για όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες κάτω των 35 ετών από το 26% στο 13%.
- Η απαλλαγή των επιχειρήσεων (εταιρικών και ατομικών) από τον ΦΠΑ για τζίρο μικρότερο των 40.000 ευρώ.
- Η έκπτωση φόρου στα φυσικά πρόσωπα (νέα ζευγάρια) από 1%-3% για κάθε παιδί ανάλογα με τα εισοδηματικά τους κριτήρια.
- Η έκπτωση των ασφαλιστικών εισφορών των υπαρχόντων εταιριών όσο αυξάνεται ο αριθμός των εργαζομένων.
- Η εξασφάλιση χρηματοδότησης νέων επιχειρηματικών κινήσεων από τις τράπεζες (το ζήτημα αυτό αποτελεί ίσως και το πιο σημαντικό θέμα πάνω στο οποίο πρέπει να γίνει πολύ σκληρή και ουσιαστική διαπραγμάτευση με τους θεσμούς).
Αντί, λοιπόν, να αναλώνεται η παρούσα κυβέρνηση σε τακτικισμούς και συνεχές ανακάτεμα της τράπουλας, θα πρέπει με γενναίες αποφάσεις να υπερβεί τις αγκυλώσεις και να διαμορφώσει εσωτερικά τους όρους ώστε να παραχθεί εγχώριος πλούτος.
*Ο κ. Ανδρέας Σπυρόπουλος είναι μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ
Η κυβέρνηση, αντί να αντιμετωπίσει την κατάσταση με ένα εθνικό σχέδιο αναδόμησης της ελληνικής οικονομίας, επιλέγει να βρίσκεται σε μια διαρκή και αέναη διαπραγμάτευση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το Δ.Ν.Τ. επιδεινώνοντας την αβεβαιότητα. Η επικοινωνιακή διαχείριση, με προτάγματα τη διεκδίκηση του χρέους και τον πόλεμο στην εγχώρια διαπλοκή δεν μπορεί να κρύψει την έλλειψη σχεδίου για επιστροφή της χώρας στην ανάπτυξη, την προσέλκυση επενδύσεων και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Η διευθέτηση του χρέους είναι ασφαλώς ένα σημαντικό ζήτημα το οποίο όμως θα απασχολήσει την Ελλάδα μετά το 2022 όπου οι ανάγκες εξυπηρέτησής του, θα είναι σημαντικά υψηλότερες από τις σημερινές. Μέχρι τότε, όμως, η χώρα δεν μπορεί να σέρνεται στα ελλείμματα και την ύφεση.
Η νέα γενιά, το ανθρώπινο κεφάλαιο που θα έπρεπε να γίνει η ατμομηχανή της ανόρθωσης της οικονομίας, φεύγει αναζητώντας προοπτική και εργασία στο εξωτερικό. Ακόμη και αυτοί που παραμένουν στη χώρα, βλέπουν αντί της ελπίδας που τους υποσχέθηκε ο Πρωθυπουργός, νέους φόρους και τη θέσπιση νέων βαρύτερων ασφαλιστικών εισφορών. Οι ελάχιστοι που προσπάθησαν μέσα στην κρίση να καταπιαστούν με την οικογενειακή τους επιχείρηση ή να δημιουργήσουν μία επιχείρηση αντιλαμβάνονται ότι το κράτος δεν είναι σύμμαχος αλλά εχθρός στο εγχείρημά τους. Είναι αποκομμένοι από τραπεζική χρηματοδότηση, προκαταβάλουν το 100% του φόρου για τα επόμενα έτη, ενώ οι ασφαλιστικές τους εισφορές αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο.
Η απορρόφηση ευρωπαϊκών προγραμμάτων (ΕΣΠΑ, πακέτο Γιούνκερ), η επιδότηση νέων και καινοτόμων επιχειρήσεων αλλά και η ελάφρυνση των νέων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές θα έπρεπε να έχουν τεθεί από την Κυβέρνηση σε πρώτο πλάνο. Όπως επίσης θα έπρεπε να έχουν ήδη προωθηθεί πολιτικές για τη δημιουργία ενός ελκυστικού περιβάλλοντος για επενδύσεις (πχ. Ελληνικό, Περιφερειακά Αεροδρόμια, κ.τ.λ.) και των συνθηκών εκείνων ώστε η χώρα μόνη της να γεννά θέσεις εργασίας τόσο για εξειδικευμένο όσο και για ανειδίκευτο προσωπικό. Χωρίς όμως τέτοιες παρεμβάσεις και χωρίς πολιτικές υπέρ της αντιμετώπισης του μείζονος προβλήματος της υπογεννητικότητας, το οποίο αποτελεί βόμβα στα θεμέλια τόσο του δημογραφικού γενικότερα όσο και του ασφαλιστικού και εργασιακού ειδικότερα, η Ελλάδα θα χάνει ανθρώπινο κεφάλαιο. Γι’ αυτό είναι άμεση ανάγκη να ανοίξει επιτέλους ο διάλογος για τα κίνητρα που πρέπει να δοθούν στους νέους ανθρώπους να επιστρέψουν, να ζήσουν, να εργαστούν και να κάνουν οικογένεια στην Ελλάδα.
Προς την κατεύθυνση αυτή, κάποιες από τις προτάσεις που θα μπορούσαν να αποτελέσουν θέματα δημόσιας διαβούλευσης είναι:
- Η μείωση φορολογίας εισοδήματος για όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες κάτω των 35 ετών από το 26% στο 13%.
- Η απαλλαγή των επιχειρήσεων (εταιρικών και ατομικών) από τον ΦΠΑ για τζίρο μικρότερο των 40.000 ευρώ.
- Η έκπτωση φόρου στα φυσικά πρόσωπα (νέα ζευγάρια) από 1%-3% για κάθε παιδί ανάλογα με τα εισοδηματικά τους κριτήρια.
- Η έκπτωση των ασφαλιστικών εισφορών των υπαρχόντων εταιριών όσο αυξάνεται ο αριθμός των εργαζομένων.
- Η εξασφάλιση χρηματοδότησης νέων επιχειρηματικών κινήσεων από τις τράπεζες (το ζήτημα αυτό αποτελεί ίσως και το πιο σημαντικό θέμα πάνω στο οποίο πρέπει να γίνει πολύ σκληρή και ουσιαστική διαπραγμάτευση με τους θεσμούς).
Αντί, λοιπόν, να αναλώνεται η παρούσα κυβέρνηση σε τακτικισμούς και συνεχές ανακάτεμα της τράπουλας, θα πρέπει με γενναίες αποφάσεις να υπερβεί τις αγκυλώσεις και να διαμορφώσει εσωτερικά τους όρους ώστε να παραχθεί εγχώριος πλούτος.
*Ο κ. Ανδρέας Σπυρόπουλος είναι μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ
Όλα για την επικοινωνία και όχι για την ουσία - Του Ανδρέα Σπυρόπουλου
Reviewed by thespro.gr
on
Πέμπτη, Νοεμβρίου 03, 2016
Rating: