ΟΜΙΛΙΑ Β. ΓΙΟΓΙΑΚΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΙ ΠΩΛΗΣΗ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΠΝΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ
Ο Βασίλης Γίογιακας είναι ο εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας στο σχέδιο νόμου με θέμα "Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς την Οδηγία 2014/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 3ης Απριλίου 2014 για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών-μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων". Η συζήτηση του νομοσχεδίου ξεκίνησε την Τετάρτη 27 Ιουλίου στην αρμόδια Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της εισήγησης του βουλευτή Θεσπρωτίας:
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Νομίζω ότι θα ήταν χρήσιμο να ξεκινήσω λέγοντας ορισμένα πράγματα για τη οδηγία που καλούμαστε να ενσωματώσουμε στη νομοθεσία μας.
Η αναθεώρηση της προηγούμενης Οδηγίας, της 2001/37, είχε ζητηθεί επανειλημμένα από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο γιατί στο μεταξύ είχαν προκύψει σημαντικές εξελίξεις:
· Είχαμε νέα ερευνητικά δεδομένα για τις επιπτώσεις συγκεκριμένων προϊόντων καπνού στην υγεία αλλά και περιορισμένη, σε σχέση με τους στόχους, αποτελεσματικότητα των γραπτών προειδοποιήσεων στις συσκευασίες προϊόντων καπνού.
· Είχαμε επίσης την κυκλοφορία νέων προϊόντων, όπως τα ηλεκτρονικά τσιγάρα που, όπως βλέπουμε και στη χώρα μας, κερδίζουν την προτίμηση ολοένα και περισσότερων καταναλωτών.
· Και επίσης, τα τελευταία χρόνια, αυξήθηκαν οι αποκλίσεις μεταξύ των διαφόρων εθνικών ρυθμίσεων σχετικά με τον έλεγχο του καπνίσματος και την εφαρμογή της σύμβασης-πλαισίου της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ) που ισχύει από τον Φεβρουάριο του 2005. Την οποία έχουν υπογράψει όλα τα κράτη – μέλη της Ε.Ε. και είναι νομικά δεσμευτική.
Πίσω και πέρα από τα προηγούμενα, υπάρχει μια γενικά αποδεκτή, βασική αιτία με την οποία όλοι συμφωνούμε:
Και δεν είναι άλλη από τις εξαιρετικά βλαβερές επιπτώσεις του καπνίσματος στην ανθρώπινη υγεία.
Και εγώ ως καρδιολόγος, και οι άλλοι εκλεκτοί συνάδελφοι που είναι εδώ μπορούν να το βεβαιώσουν με δεκάδες ή εκατοντάδες περιπτώσεις από την επαγγελματική τους εμπειρία.
Αλλά και η μεγάλη εικόνα είναι ανησυχητική, και θα μείνω μόνο στα σχετικά πρόσφατα στοιχεία έκθεσης του Ειδικού Ευρωβαρόμετρου με θέμα τις «στάσεις των Ευρωπαίων πολιτών απέναντι στον Καπνό».
· Το κάπνισμα ευθύνεται για περίπου 700.000 πρόωρους θανάτους στην Ε.Ε.
· 7 στους 10 καπνιστές ξεκινούν πριν κλείσουν τα 18 και περισσότεροι από 9 στους 10 πριν συμπληρώσουν τα 25.
· Τα δημόσια συστήματα υγείας επιβαρύνονται με 25 δισεκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο, με το κόστος αυτό να αυξάνεται κατά περίπου 2% κάθε έτος.
· Η απώλεια της παραγωγικότητας λόγω του καπνίσματος αποτιμάται σε 8 δισεκατομμύρια ευρώ το χρόνο και αυξάνεται επίσης με ετήσιο ρυθμό 2%.
Έχοντας απέναντί μας την πραγματικότητα με αριθμούς, είναι σίγουρα θετικό ότι η Ε.Ε. περιμένει από την αναθεώρηση της Οδηγίας συγκεκριμένα αποτελέσματα:
· Να μειωθεί η κατανάλωση του καπνού κατά 2% μέσα σε 5 χρόνια, δηλαδή να έχουμε γύρω στα 2,5 εκατομμύρια λιγότερους καπνιστές σε όλη την Ε.Ε..
· Και επειδή το κάπνισμα θα μειωθεί, εκτιμάται ότι η μειωθούν και οι δαπάνες για την υγειονομική περίθαλψη κατά 506 εκατ. ευρώ το χρόνο.
Αυτά σε ό,τι αφορά τους ποσοτικούς στόχους.
Ποιοτικά μιλώντας, είναι ξεκάθαρο ότι η νέα οδηγία θέλει να αποτρέψει, να αποθαρρύνει με πολλούς διαφορετικούς τρόπους από την κατανάλωση καπνού:
από τις φωτογραφικές προειδοποιήσεις υγείας και την κατάργηση πρόσθετων που κάνουν το κάπνισμα πιο ευχάριστο, μέχρι την κατάργηση των μικρών – άρα και πιο οικονομικών πακέτων και τη διαγραφή φράσεων όπως light, medium κτλ που υπονοούν μειωμένες βλαπτικές επιδράσεις.
Επίσης επιδιώκεται όλη η πληροφόρηση γύρω από τα προϊόντα καπνού και τα συναφή προϊόντα να γίνει ακόμα πιο υπεύθυνη, πιο διαφανής και πολύ πιο ακριβής.
Το σκεπτικό είναι ότι ο καλύτερα ενημερωμένος καταναλωτής μπορέσει να πάρει καλύτερες αποφάσεις.
Το αν οι στόχοι αυτοί επιτευχθούν, είναι κάτι που δεν μπορούμε να προεξοφλήσουμε, είναι αντικείμενο μελλοντικών ερευνών.
Υπάρχει και ένας ακόμα στόχος που επικαλείται η Οδηγία και αφορά τις επιχειρήσεις, τους κατασκευαστές και εισαγωγείς:
να γίνουν ξεκάθαροι και κοινοί οι κανόνες του παιχνιδιού άρα να υπάρξει ισότιμος ανταγωνισμός στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς.
Μίλησα και στην αρχή για τις αποκλίσεις που έχουν παρατηρηθεί μεταξύ των ρυθμιστικών πλαισίων ανά χώρα για τα προϊόντα καπνού και τα συναφή προϊόντα.
Οι νέες αγορές που δημιουργούν τα ηλεκτρονικά τσιγάρα και τα νέα προϊόντα καπνού πιθανότατα θα μεγάλωναν τις αποκλίσεις αυτές.
Σημειώνεται βέβαια ότι οι νέοι κανόνες του παιχνιδιού θα λαμβάνουν υπόψη τις συγκεκριμένες ανάγκες των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
Και εδώ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, προκύπτει ένα ερώτημα.
Εάν η βελτίωση του επιπέδου της δημόσιας υγείας και η καλύτερη λειτουργία του ανταγωνισμού στην αγορά της Ε.Ε. γίνεται με τρόπο ώστε να μην προσθέτει υπερβολικά εμπόδια στην άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, και κυρίως της μικρομεσαίας.
Το ερώτημα αυτό αφορά κυρίως τη διάθεση στην αγορά των λεγόμενων νέων προϊόντων καπνού και των ηλεκτρονικών τσιγάρων.
Στο κείμενο της Οδηγίας τα νέα προϊόντα καπνού ορίζονται δια του αποκλεισμού. Λέει, δηλαδή, το κείμενο τι δεν μπορεί να είναι:
δεν μπορεί να είναι τσιγάρο, δεν μπορεί να είναι χύμα καπνός για οποιαδήποτε χρήση, δεν μπορεί να είναι πούρο ή πουράκι.
Ο Σύνδεσμος Ελληνικών Καπνοβιομηχανιών μάς ενημέρωσε ότι πρόκειται για προϊόντα που πράγματι δεν μπορούν να προσδιοριστούν ακόμα με ακρίβεια.
Πολλά από αυτά βρίσκονται άλλωστε στη φάση της Έρευνας και Ανάπτυξης.
Παρ' όλα αυτά, αναζητώντας κανείς σχετικές πληροφορίες μπορεί να έχει μια ενδεικτική αλλά σαφή εικόνα του τι μπορεί να είναι τα νέα προϊόντα καπνού.
Περιλαμβάνουν προϊόντα που έχουν ως συστατικό τον καπνό και ενίοτε καπνίζονται.
Μπορεί να έχουν μορφή που θυμίζει αυτή των τυπικών τσιγάρων, αλλά ξεχωρίζουν από αυτά λόγω μικρότερου μεγέθους και περιορισμένης περιεκτικότητας σε καπνό.
Η διαφορά με τα παραδοσιακά καπνικά προϊόντα είναι ότι δε γίνεται καύση η οποία έχει βλαπτικά αποτελέσματα λόγω των χιλιάδων χημικών ενώσεων που εκλύονται.
Γίνεται ελεγχομένη θέρμανση μέσω μιας ηλεκτρικής μικροσυσκευής, με αποτέλεσμα την έκλυση πολύ λιγότερων χημικών ενώσεων.
Αντιλαμβάνεται κανείς ότι, από τη στιγμή και μόνο που τα νέα αυτά προϊόντα έχουν βάση τον καπνό, δεν μπορούν να θεωρηθούν εκ ακίνδυνα.
Και όσο και εάν οι έρευνες για τις επιδράσεις των νέων προϊόντων καπνού στην υγεία βρίσκονται σε εξέλιξη και δεν υπάρχουν οριστικά συμπεράσματα, δεν είμαστε σε θέση να πούμε με ασφάλεια εάν και κατά πόσο έχουν μειωμένη βλαπτική επίδραση στην υγεία.
Το συμπέρασμα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι ότι ο νομοθέτης σωστά αντιμετωπίζει τα προϊόντα με επιφύλαξη.
Είναι προϊόντα τις προδιαγραφές των οποίων δε γνωρίζουμε, που δεν έχουν κυκλοφορήσει στην ελληνική αγορά και πιθανότατα ενέχουν σοβαρές επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία, έστω και μειωμένες.
Όμως η λογική αυτή επιφύλαξη δε σημαίνει απαραίτητα και υπερβολική ρύθμιση.
Η δημόσια υγεία μπορεί να προστατεύεται με επάρκεια χωρίς να προστίθενται αχρείαστα διοικητικά βάρη σε επιχειρήσεις, επηρεάζοντας όλη την εφοδιαστική αλυσίδα της αγοράς καπνού, από τους παραγωγούς μέχρι τους λιανοπωλητές.
Με αυτό αναφέρομαι στις διοικητικές διαδικασίες του άρθρου 17 που αφορά τη διάθεση στην αγορά των νέων καπνικών προϊόντων.
Πολύ συνοπτικά θέλω να σημειώσω ορισμένα πράγματα για τη διαδικασία αδειοδότησης των νέων καπνικών προϊόντων:
· στη σχετική Οδηγία υπάρχει μια υποχρεωτική και σαφής διαδικασία κοινοποίησης των νέων προϊόντων καπνού στην αρμόδια κρατική Αρχή, καθώς και μια σύντομη αναφορά στη δυνατότητα, το τονίζω, των κρατικών Αρχών να θεσπίσουν μια διαδικασία αδειοδότησης.
· ο έλληνας νομοθέτης επιλέγει να κάνει αυτή την προαιρετική διαδικασία αδειοδότησης, υποχρεωτική, η οποία μάλιστα καταλήγει στην έκδοση Υπουργικής Απόφασης για κάθε νέο προϊόν καπνού.
Το ερώτημα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι γιατί τα νέα προϊόντα καπνού πρέπει να υπόκεινται ανεξαιρέτως σε εναλλακτικό καθεστώς αδειοδότησης σε σχέση με τα θεωρητικά πιο επικίνδυνα παραδοσιακά καπνικά προϊόντα;
Εμείς θεωρούμε ότι η αδειοδότηση είτε πρέπει να διατηρήσει τον προαιρετικό χαρακτήρα της Οδηγίας, είτε να περιοριστεί μόνο σε νέα προϊόντα καπνού που θα ισχυρίζονται μειωμένη βλάβη στην υγεία.
Μπορεί ακόμη να προβλεφθεί η δυνατότητα προσωρινής απαγόρευσης νέων προϊόντων καπνού που έχουν διατεθεί στην αγορά, όπως προβλέπεται για τα ηλεκτρονικά τσιγάρα .
Και, έρχομαι, για να κλείσω, στη διάθεση των ηλεκτρονικών τσιγάρων που αποτέλεσε και αυτό επίμαχο θέμα κατά τη δημόσια διαβούλευση του νομοσχεδίου.
Οι νέοι κανόνες αφορούν τα ηλεκτρονικά τσιγάρα που περιέχουν νικοτίνη, όχι τα φαρμακευτικά ηλεκτρονικά τσιγάρα, όπως καθορίζεται στην Οδηγία 2001/83 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ούτε στα ιατροτεχνολογικά προϊόντα της Οδηγίας 93/42 της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας.
Και οι δύο έχουν ενσωματωθεί από χρόνια στην ελληνική νομοθεσία με κοινές υπουργικές αποφάσεις.
Θεωρούμε επί της αρχής σωστό το ότι επιφυλάσσεται διαφορετικό νομικό καθεστώς διάθεσης στην αγορά, λιγότερο αυστηρό, σε σχέση, και με τα τυπικά προϊόντα καπνού και με τα νέα καπνικά προϊόντα.
Και αυτό έχει να κάνει με τα διαφορετικά αντικειμενικά χαρακτηριστικά των ηλεκτρονικών τσιγάρων.
Αν και αναγνωρίζονται οι σημαντικά μειωμένες επιπτώσεις του ηλεκτρονικού τσιγάρου στη υγεία, η επιστημονική έρευνα δεν έχει αποφανθεί τελεσίδικα και οριστικά για το εύρος των κινδύνων από το λεγόμενο «άτμισμα».
Τα συμπεράσματα που έχουμε υπόψη μας είναι σε ένα βαθμό αντικρουόμενα.
Ένα από αυτά σχετίζεται με το εάν η χρήση ηλεκτρονικού τσιγάρου είναι προθάλαμος του καπνίσματος ή πύλη εξόδου και απεξάρτησης από αυτό.
Επικαλούμενος αυτή την αβεβαιότητα, ο νομοθέτης λαμβάνει περιοριστικά μέτρα.
Τα μέτρα αυτά έχουν να κάνουν με απαγορεύσεις στην εμπορική επικοινωνία του ηλεκτρονικού τσιγάρου, που είναι αντίστοιχες με εκείνες που έχουν επιβληθεί στα παραδοσιακά προϊόντα καπνού.
Συμφωνούμε με το σκεπτικό ότι πρέπει να λαμβάνονται μέτρα προστασίας όταν είναι άγνωστο εάν και ποιοι είναι οι κίνδυνοι και προτού αποδειχθεί πλήρως ότι οι κίνδυνοι αυτοί πράγματι θα επέλθουν και θα είναι σοβαροί.
Και σε αυτή την περίπτωση, όπως και στα νέα προϊόντα καπνού, θεωρούμε ότι τα μέτρα πρέπει να είναι μεν αυστηρά, χωρίς όμως να επιφέρουν δυσανάλογο κόστος στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην κατασκευή και στην εμπορία ηλεκτρονικών τσιγάρων.
Ανάλογος είναι ο προβληματισμός μας σε σχέση με την απαγόρευση της χρήσης ηλεκτρονικού τσιγάρου σε δημόσιους χώρους, όπου δηλαδή απαγορεύεται και το κάπνισμα.
Και εδώ υιοθετείται η άποψη ότι, ο ρόλος του ηλεκτρονικού τσιγάρου είναι αβέβαιος, άρα είναι επίσης αβέβαιο εάν το άτμισμα στους δημόσιους χώρους ενθαρρύνει το κάπνισμα ή όχι.
Και έτσι επιλέγεται η πλήρης απαγόρευση, η οποία όμως δε συνάδει ούτε με το πνεύμα, ούτε με το γράμμα της Οδηγίας για το ηλεκτρονικό τσιγάρο.
Από την άλλη, η κοινή εμπειρία των χρηστών ηλεκτρονικού τσιγάρου λέει ότι το άτμισμα είναι πύλη εξόδου από το κάπνισμα ενώ τα πιο πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν ότι δεν υπάρχει παθητικό άτμισμα, με την έννοια ότι δε βλάπτεται η υγεία τρίτων από την έκθεσή τους στον ατμό του ηλεκτρονικού τσιγάρου.
Να σημειώσω εδώ ότι το άτμισμα σε δημόσιους χώρους έχει επιτραπεί σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία.
Και μάλιστα σε χώρες στις οποίες η απαγόρευση του καπνίσματος σε κλειστούς δημόσιους χώρους εφαρμόζεται, σε αντίθεση με τη χώρα μας.
Αν λοιπόν θέλετε, κύριε Υπουργέ, να κάνετε κάτι ουσιαστικό για την προστασία της δημόσιας υγείας, ας εφαρμόσετε άμεσα την αντικαπνιστική νομοθεσία.
Κλείνοντας, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θεωρούμε την ενσωμάτωση της Οδηγίας ένα σημαντικό βήμα στον αγώνα κατά του καπνίσματος, στη βελτίωση της δημόσιας υγείας και στη μείωση της δαπάνης υγειονομικής περίθαλψης για τις παθήσεις που σχετίζονται με το κάπνισμα.
Από την άλλη, θεωρούμε ότι η προστασία του δημοσίου συμφέροντος πρέπει να αφήνει χώρο στην ευθύνη του ατόμου να παίρνει τεκμηριωμένες αποφάσεις σε σχέση με την υγεία του.
Και να μη δυσχεραίνει υπέρμετρα την επιχειρηματική δραστηριότητα.
Είμαστε λοιπόν κατ' αρχάς θετικοί, με τον όποιο προβληματισμό μας να περιορίζεται στα συγκεκριμένα σημεία που σάς ανέφερα και που θα έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε και τις επόμενες μέρες, έχοντας ακούσει και τις απόψεις των φορέων.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Νομίζω ότι θα ήταν χρήσιμο να ξεκινήσω λέγοντας ορισμένα πράγματα για τη οδηγία που καλούμαστε να ενσωματώσουμε στη νομοθεσία μας.
Η αναθεώρηση της προηγούμενης Οδηγίας, της 2001/37, είχε ζητηθεί επανειλημμένα από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο γιατί στο μεταξύ είχαν προκύψει σημαντικές εξελίξεις:
· Είχαμε νέα ερευνητικά δεδομένα για τις επιπτώσεις συγκεκριμένων προϊόντων καπνού στην υγεία αλλά και περιορισμένη, σε σχέση με τους στόχους, αποτελεσματικότητα των γραπτών προειδοποιήσεων στις συσκευασίες προϊόντων καπνού.
· Είχαμε επίσης την κυκλοφορία νέων προϊόντων, όπως τα ηλεκτρονικά τσιγάρα που, όπως βλέπουμε και στη χώρα μας, κερδίζουν την προτίμηση ολοένα και περισσότερων καταναλωτών.
· Και επίσης, τα τελευταία χρόνια, αυξήθηκαν οι αποκλίσεις μεταξύ των διαφόρων εθνικών ρυθμίσεων σχετικά με τον έλεγχο του καπνίσματος και την εφαρμογή της σύμβασης-πλαισίου της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ) που ισχύει από τον Φεβρουάριο του 2005. Την οποία έχουν υπογράψει όλα τα κράτη – μέλη της Ε.Ε. και είναι νομικά δεσμευτική.
Πίσω και πέρα από τα προηγούμενα, υπάρχει μια γενικά αποδεκτή, βασική αιτία με την οποία όλοι συμφωνούμε:
Και δεν είναι άλλη από τις εξαιρετικά βλαβερές επιπτώσεις του καπνίσματος στην ανθρώπινη υγεία.
Και εγώ ως καρδιολόγος, και οι άλλοι εκλεκτοί συνάδελφοι που είναι εδώ μπορούν να το βεβαιώσουν με δεκάδες ή εκατοντάδες περιπτώσεις από την επαγγελματική τους εμπειρία.
Αλλά και η μεγάλη εικόνα είναι ανησυχητική, και θα μείνω μόνο στα σχετικά πρόσφατα στοιχεία έκθεσης του Ειδικού Ευρωβαρόμετρου με θέμα τις «στάσεις των Ευρωπαίων πολιτών απέναντι στον Καπνό».
· Το κάπνισμα ευθύνεται για περίπου 700.000 πρόωρους θανάτους στην Ε.Ε.
· 7 στους 10 καπνιστές ξεκινούν πριν κλείσουν τα 18 και περισσότεροι από 9 στους 10 πριν συμπληρώσουν τα 25.
· Τα δημόσια συστήματα υγείας επιβαρύνονται με 25 δισεκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο, με το κόστος αυτό να αυξάνεται κατά περίπου 2% κάθε έτος.
· Η απώλεια της παραγωγικότητας λόγω του καπνίσματος αποτιμάται σε 8 δισεκατομμύρια ευρώ το χρόνο και αυξάνεται επίσης με ετήσιο ρυθμό 2%.
Έχοντας απέναντί μας την πραγματικότητα με αριθμούς, είναι σίγουρα θετικό ότι η Ε.Ε. περιμένει από την αναθεώρηση της Οδηγίας συγκεκριμένα αποτελέσματα:
· Να μειωθεί η κατανάλωση του καπνού κατά 2% μέσα σε 5 χρόνια, δηλαδή να έχουμε γύρω στα 2,5 εκατομμύρια λιγότερους καπνιστές σε όλη την Ε.Ε..
· Και επειδή το κάπνισμα θα μειωθεί, εκτιμάται ότι η μειωθούν και οι δαπάνες για την υγειονομική περίθαλψη κατά 506 εκατ. ευρώ το χρόνο.
Αυτά σε ό,τι αφορά τους ποσοτικούς στόχους.
Ποιοτικά μιλώντας, είναι ξεκάθαρο ότι η νέα οδηγία θέλει να αποτρέψει, να αποθαρρύνει με πολλούς διαφορετικούς τρόπους από την κατανάλωση καπνού:
από τις φωτογραφικές προειδοποιήσεις υγείας και την κατάργηση πρόσθετων που κάνουν το κάπνισμα πιο ευχάριστο, μέχρι την κατάργηση των μικρών – άρα και πιο οικονομικών πακέτων και τη διαγραφή φράσεων όπως light, medium κτλ που υπονοούν μειωμένες βλαπτικές επιδράσεις.
Επίσης επιδιώκεται όλη η πληροφόρηση γύρω από τα προϊόντα καπνού και τα συναφή προϊόντα να γίνει ακόμα πιο υπεύθυνη, πιο διαφανής και πολύ πιο ακριβής.
Το σκεπτικό είναι ότι ο καλύτερα ενημερωμένος καταναλωτής μπορέσει να πάρει καλύτερες αποφάσεις.
Το αν οι στόχοι αυτοί επιτευχθούν, είναι κάτι που δεν μπορούμε να προεξοφλήσουμε, είναι αντικείμενο μελλοντικών ερευνών.
Υπάρχει και ένας ακόμα στόχος που επικαλείται η Οδηγία και αφορά τις επιχειρήσεις, τους κατασκευαστές και εισαγωγείς:
να γίνουν ξεκάθαροι και κοινοί οι κανόνες του παιχνιδιού άρα να υπάρξει ισότιμος ανταγωνισμός στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς.
Μίλησα και στην αρχή για τις αποκλίσεις που έχουν παρατηρηθεί μεταξύ των ρυθμιστικών πλαισίων ανά χώρα για τα προϊόντα καπνού και τα συναφή προϊόντα.
Οι νέες αγορές που δημιουργούν τα ηλεκτρονικά τσιγάρα και τα νέα προϊόντα καπνού πιθανότατα θα μεγάλωναν τις αποκλίσεις αυτές.
Σημειώνεται βέβαια ότι οι νέοι κανόνες του παιχνιδιού θα λαμβάνουν υπόψη τις συγκεκριμένες ανάγκες των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
Και εδώ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, προκύπτει ένα ερώτημα.
Εάν η βελτίωση του επιπέδου της δημόσιας υγείας και η καλύτερη λειτουργία του ανταγωνισμού στην αγορά της Ε.Ε. γίνεται με τρόπο ώστε να μην προσθέτει υπερβολικά εμπόδια στην άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, και κυρίως της μικρομεσαίας.
Το ερώτημα αυτό αφορά κυρίως τη διάθεση στην αγορά των λεγόμενων νέων προϊόντων καπνού και των ηλεκτρονικών τσιγάρων.
Στο κείμενο της Οδηγίας τα νέα προϊόντα καπνού ορίζονται δια του αποκλεισμού. Λέει, δηλαδή, το κείμενο τι δεν μπορεί να είναι:
δεν μπορεί να είναι τσιγάρο, δεν μπορεί να είναι χύμα καπνός για οποιαδήποτε χρήση, δεν μπορεί να είναι πούρο ή πουράκι.
Ο Σύνδεσμος Ελληνικών Καπνοβιομηχανιών μάς ενημέρωσε ότι πρόκειται για προϊόντα που πράγματι δεν μπορούν να προσδιοριστούν ακόμα με ακρίβεια.
Πολλά από αυτά βρίσκονται άλλωστε στη φάση της Έρευνας και Ανάπτυξης.
Παρ' όλα αυτά, αναζητώντας κανείς σχετικές πληροφορίες μπορεί να έχει μια ενδεικτική αλλά σαφή εικόνα του τι μπορεί να είναι τα νέα προϊόντα καπνού.
Περιλαμβάνουν προϊόντα που έχουν ως συστατικό τον καπνό και ενίοτε καπνίζονται.
Μπορεί να έχουν μορφή που θυμίζει αυτή των τυπικών τσιγάρων, αλλά ξεχωρίζουν από αυτά λόγω μικρότερου μεγέθους και περιορισμένης περιεκτικότητας σε καπνό.
Η διαφορά με τα παραδοσιακά καπνικά προϊόντα είναι ότι δε γίνεται καύση η οποία έχει βλαπτικά αποτελέσματα λόγω των χιλιάδων χημικών ενώσεων που εκλύονται.
Γίνεται ελεγχομένη θέρμανση μέσω μιας ηλεκτρικής μικροσυσκευής, με αποτέλεσμα την έκλυση πολύ λιγότερων χημικών ενώσεων.
Αντιλαμβάνεται κανείς ότι, από τη στιγμή και μόνο που τα νέα αυτά προϊόντα έχουν βάση τον καπνό, δεν μπορούν να θεωρηθούν εκ ακίνδυνα.
Και όσο και εάν οι έρευνες για τις επιδράσεις των νέων προϊόντων καπνού στην υγεία βρίσκονται σε εξέλιξη και δεν υπάρχουν οριστικά συμπεράσματα, δεν είμαστε σε θέση να πούμε με ασφάλεια εάν και κατά πόσο έχουν μειωμένη βλαπτική επίδραση στην υγεία.
Το συμπέρασμα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι ότι ο νομοθέτης σωστά αντιμετωπίζει τα προϊόντα με επιφύλαξη.
Είναι προϊόντα τις προδιαγραφές των οποίων δε γνωρίζουμε, που δεν έχουν κυκλοφορήσει στην ελληνική αγορά και πιθανότατα ενέχουν σοβαρές επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία, έστω και μειωμένες.
Όμως η λογική αυτή επιφύλαξη δε σημαίνει απαραίτητα και υπερβολική ρύθμιση.
Η δημόσια υγεία μπορεί να προστατεύεται με επάρκεια χωρίς να προστίθενται αχρείαστα διοικητικά βάρη σε επιχειρήσεις, επηρεάζοντας όλη την εφοδιαστική αλυσίδα της αγοράς καπνού, από τους παραγωγούς μέχρι τους λιανοπωλητές.
Με αυτό αναφέρομαι στις διοικητικές διαδικασίες του άρθρου 17 που αφορά τη διάθεση στην αγορά των νέων καπνικών προϊόντων.
Πολύ συνοπτικά θέλω να σημειώσω ορισμένα πράγματα για τη διαδικασία αδειοδότησης των νέων καπνικών προϊόντων:
· στη σχετική Οδηγία υπάρχει μια υποχρεωτική και σαφής διαδικασία κοινοποίησης των νέων προϊόντων καπνού στην αρμόδια κρατική Αρχή, καθώς και μια σύντομη αναφορά στη δυνατότητα, το τονίζω, των κρατικών Αρχών να θεσπίσουν μια διαδικασία αδειοδότησης.
· ο έλληνας νομοθέτης επιλέγει να κάνει αυτή την προαιρετική διαδικασία αδειοδότησης, υποχρεωτική, η οποία μάλιστα καταλήγει στην έκδοση Υπουργικής Απόφασης για κάθε νέο προϊόν καπνού.
Το ερώτημα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι γιατί τα νέα προϊόντα καπνού πρέπει να υπόκεινται ανεξαιρέτως σε εναλλακτικό καθεστώς αδειοδότησης σε σχέση με τα θεωρητικά πιο επικίνδυνα παραδοσιακά καπνικά προϊόντα;
Εμείς θεωρούμε ότι η αδειοδότηση είτε πρέπει να διατηρήσει τον προαιρετικό χαρακτήρα της Οδηγίας, είτε να περιοριστεί μόνο σε νέα προϊόντα καπνού που θα ισχυρίζονται μειωμένη βλάβη στην υγεία.
Μπορεί ακόμη να προβλεφθεί η δυνατότητα προσωρινής απαγόρευσης νέων προϊόντων καπνού που έχουν διατεθεί στην αγορά, όπως προβλέπεται για τα ηλεκτρονικά τσιγάρα .
Και, έρχομαι, για να κλείσω, στη διάθεση των ηλεκτρονικών τσιγάρων που αποτέλεσε και αυτό επίμαχο θέμα κατά τη δημόσια διαβούλευση του νομοσχεδίου.
Οι νέοι κανόνες αφορούν τα ηλεκτρονικά τσιγάρα που περιέχουν νικοτίνη, όχι τα φαρμακευτικά ηλεκτρονικά τσιγάρα, όπως καθορίζεται στην Οδηγία 2001/83 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ούτε στα ιατροτεχνολογικά προϊόντα της Οδηγίας 93/42 της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας.
Και οι δύο έχουν ενσωματωθεί από χρόνια στην ελληνική νομοθεσία με κοινές υπουργικές αποφάσεις.
Θεωρούμε επί της αρχής σωστό το ότι επιφυλάσσεται διαφορετικό νομικό καθεστώς διάθεσης στην αγορά, λιγότερο αυστηρό, σε σχέση, και με τα τυπικά προϊόντα καπνού και με τα νέα καπνικά προϊόντα.
Και αυτό έχει να κάνει με τα διαφορετικά αντικειμενικά χαρακτηριστικά των ηλεκτρονικών τσιγάρων.
Αν και αναγνωρίζονται οι σημαντικά μειωμένες επιπτώσεις του ηλεκτρονικού τσιγάρου στη υγεία, η επιστημονική έρευνα δεν έχει αποφανθεί τελεσίδικα και οριστικά για το εύρος των κινδύνων από το λεγόμενο «άτμισμα».
Τα συμπεράσματα που έχουμε υπόψη μας είναι σε ένα βαθμό αντικρουόμενα.
Ένα από αυτά σχετίζεται με το εάν η χρήση ηλεκτρονικού τσιγάρου είναι προθάλαμος του καπνίσματος ή πύλη εξόδου και απεξάρτησης από αυτό.
Επικαλούμενος αυτή την αβεβαιότητα, ο νομοθέτης λαμβάνει περιοριστικά μέτρα.
Τα μέτρα αυτά έχουν να κάνουν με απαγορεύσεις στην εμπορική επικοινωνία του ηλεκτρονικού τσιγάρου, που είναι αντίστοιχες με εκείνες που έχουν επιβληθεί στα παραδοσιακά προϊόντα καπνού.
Συμφωνούμε με το σκεπτικό ότι πρέπει να λαμβάνονται μέτρα προστασίας όταν είναι άγνωστο εάν και ποιοι είναι οι κίνδυνοι και προτού αποδειχθεί πλήρως ότι οι κίνδυνοι αυτοί πράγματι θα επέλθουν και θα είναι σοβαροί.
Και σε αυτή την περίπτωση, όπως και στα νέα προϊόντα καπνού, θεωρούμε ότι τα μέτρα πρέπει να είναι μεν αυστηρά, χωρίς όμως να επιφέρουν δυσανάλογο κόστος στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην κατασκευή και στην εμπορία ηλεκτρονικών τσιγάρων.
Ανάλογος είναι ο προβληματισμός μας σε σχέση με την απαγόρευση της χρήσης ηλεκτρονικού τσιγάρου σε δημόσιους χώρους, όπου δηλαδή απαγορεύεται και το κάπνισμα.
Και εδώ υιοθετείται η άποψη ότι, ο ρόλος του ηλεκτρονικού τσιγάρου είναι αβέβαιος, άρα είναι επίσης αβέβαιο εάν το άτμισμα στους δημόσιους χώρους ενθαρρύνει το κάπνισμα ή όχι.
Και έτσι επιλέγεται η πλήρης απαγόρευση, η οποία όμως δε συνάδει ούτε με το πνεύμα, ούτε με το γράμμα της Οδηγίας για το ηλεκτρονικό τσιγάρο.
Από την άλλη, η κοινή εμπειρία των χρηστών ηλεκτρονικού τσιγάρου λέει ότι το άτμισμα είναι πύλη εξόδου από το κάπνισμα ενώ τα πιο πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν ότι δεν υπάρχει παθητικό άτμισμα, με την έννοια ότι δε βλάπτεται η υγεία τρίτων από την έκθεσή τους στον ατμό του ηλεκτρονικού τσιγάρου.
Να σημειώσω εδώ ότι το άτμισμα σε δημόσιους χώρους έχει επιτραπεί σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία.
Και μάλιστα σε χώρες στις οποίες η απαγόρευση του καπνίσματος σε κλειστούς δημόσιους χώρους εφαρμόζεται, σε αντίθεση με τη χώρα μας.
Αν λοιπόν θέλετε, κύριε Υπουργέ, να κάνετε κάτι ουσιαστικό για την προστασία της δημόσιας υγείας, ας εφαρμόσετε άμεσα την αντικαπνιστική νομοθεσία.
Κλείνοντας, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θεωρούμε την ενσωμάτωση της Οδηγίας ένα σημαντικό βήμα στον αγώνα κατά του καπνίσματος, στη βελτίωση της δημόσιας υγείας και στη μείωση της δαπάνης υγειονομικής περίθαλψης για τις παθήσεις που σχετίζονται με το κάπνισμα.
Από την άλλη, θεωρούμε ότι η προστασία του δημοσίου συμφέροντος πρέπει να αφήνει χώρο στην ευθύνη του ατόμου να παίρνει τεκμηριωμένες αποφάσεις σε σχέση με την υγεία του.
Και να μη δυσχεραίνει υπέρμετρα την επιχειρηματική δραστηριότητα.
Είμαστε λοιπόν κατ' αρχάς θετικοί, με τον όποιο προβληματισμό μας να περιορίζεται στα συγκεκριμένα σημεία που σάς ανέφερα και που θα έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε και τις επόμενες μέρες, έχοντας ακούσει και τις απόψεις των φορέων.
ΟΜΙΛΙΑ Β. ΓΙΟΓΙΑΚΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΙ ΠΩΛΗΣΗ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΠΝΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ
Reviewed by thespro.gr
on
Παρασκευή, Ιουλίου 29, 2016
Rating: