Γράφει ο Θεόδωρος Χόβολος
Λύνει τα χέρια του Δήμου Σουλίου η πρόσφατη απόφαση της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Ηπείρου και Δ. Μακεδονίας. ‘Όχι μόνο του επιτρέπει να αυξήσει τρελά τα δημοτικά τέλη καθαριότητας και ηλεκτροφωτισμού αλλά να επεκτείνει για πρώτη φορά, αυτό το ανταποδοτικό τέλος, σε άσχετο κόσμο όπως οι κτηνοτρόφοι.
Απορρίφθηκαν πανηγυρικά οι δύο ενστάσεις κατά της απόφασης 250/14-12-2015 του Δήμου Σουλίου από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση. Σαν «αβάσιμη» αυτή των δημοτικών συμβούλων και προέδρων Τ.Κ που πέφτει ο πέλεκυς και σαν «εκπρόθεσμη» αυτή του μοναδικού κτηνοτρόφου, παρά του ότι κατατέθηκαν και οι δύο στις 31/12/2015. Ο Γενικός Γραμματέας εκτιμά ότι όντος η επιβολή σε στάβλους του τέλους φωτισμού και καθαριότητας, είναι σύννομη με τον ορισμό των ανταποδοτικών τελών.
Σωστά έπραξε ο Δήμος Σουλίου και τσεκουρώνει για ανύπαρκτες υπηρεσίες τον κτηνοτροφικό κόσμο του τόπου, παρά του ότι ο νόμος ορίζει σαφώς και κατηγορηματικά ότι : «Για να είναι ανταποδοτικά τα τέλη θα πρέπει να πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις : 1)Να αποτελούν αντάλλαγμα μιας ειδικής παροχής που προσφέρεται αποκλειστικά στους βαρυνομένους με αυτά και 2)Το ύψος τους να είναι ανάλογο προς το ύψος της αντιπαροχής της οποίας μπορεί να κάνει χρήση ο πολίτης» (άρθρο 25 παρ. 14 του Ν. 1828/1989)
Η πολλαπλή καταστρατήγηση της νομοθεσίας και η διαστρέβλωση της έννοιας της ανταποδοτικότητας από τη μεριά του Δήμου Σουλίου, η οποία επικροτείται από την εποπτεύουσα κρατική αρχή, καθώς και η σχεδόν αδιαμαρτύρητη εφαρμογή του μέτρου που θα διαπιστωθεί από πολύ κόσμο στον επόμενο λογαριασμό της ΔΕΗ, αποτελούν την ορατή μορφή των από καιρό προωθούμενων «μεταρρυθμίσεων» στο χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Και να ‘μαστε λοιπόν μπροστά σε ένα φαινόμενο καθαρής φορομπηξίας που παίρνει μάλιστα το προκάλυμμα της ισονομίας και ισοπολιτείας. Ο νέος «Καλλικρατικός Δήμος Α.Ε.» έχει το δήμαρχο «λογιστή» με το βιβλίο εσόδων-εξόδων στο χέρι, και όπου υπάρχει έλλειμμα, το υποζύγιο, εμείς δηλαδή, πρέπει να καλύψουμε τη διαφορά. Το ότι πληρώνουμε ένα σωρό φόρους στο κεντρικό κράτος (το οποίο τώρα πια ζητά και «τα αυγά και το καλάθια») αυτό δεν μετρά. Μπορεί κάθε τοπικός άρχοντας άσχετα με τη διαχείριση που κάνει, να μας φορτώνει και με τους δικού του φόρους. Η έννοια της «ανταποδοτικότητας» αναδεικνύεται σε ρυθμιστικό παράγοντα. Ότι δεν είναι ανταποδοτικό θα είναι παράνομο, ενώ ότι είναι (δηλαδή τα πάντα) θα πληρώνεται αδρά από τους χρήστες αλλά και από τους μη χρήστες, όπως στην περίπτωσή μας.
Αν η πλειοψηφία του Δημοτικού Συμβουλίου δέχεται να παίξει αυτό το δυσάρεστο ρόλο, ουρά σε μια σειρά βάρβαρων αντιλαϊκών μέτρων που έχουν πάρει τη μορφή κατακλυσμού στον αγροτικό χώρο (ακριβώς αυτός που στοχοποείται και εδώ ), από την άλλη μεριά είναι εμφανέστατη η παντελής έλλειψη αντίδρασης – αντίστασης σ’ αυτή πολιτική. Ο αντιπολιτευτικός λόγος και των δύο αντιπολιτευόμενων παρατάξεων, έμεινε κλεισμένος μέσα στους τέσσερεις τοίχους του Δημαρχείου, απόμακρος και απόλυτα ξεκομμένος από την κοινωνία.
Η πολλαπλή καταστρατήγηση της νομοθεσίας και η διαστρέβλωση της έννοιας της ανταποδοτικότητας από τη μεριά του Δήμου Σουλίου, η οποία επικροτείται από την εποπτεύουσα κρατική αρχή, καθώς και η σχεδόν αδιαμαρτύρητη εφαρμογή του μέτρου που θα διαπιστωθεί από πολύ κόσμο στον επόμενο λογαριασμό της ΔΕΗ, αποτελούν την ορατή μορφή των από καιρό προωθούμενων «μεταρρυθμίσεων» στο χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Και να ‘μαστε λοιπόν μπροστά σε ένα φαινόμενο καθαρής φορομπηξίας που παίρνει μάλιστα το προκάλυμμα της ισονομίας και ισοπολιτείας. Ο νέος «Καλλικρατικός Δήμος Α.Ε.» έχει το δήμαρχο «λογιστή» με το βιβλίο εσόδων-εξόδων στο χέρι, και όπου υπάρχει έλλειμμα, το υποζύγιο, εμείς δηλαδή, πρέπει να καλύψουμε τη διαφορά. Το ότι πληρώνουμε ένα σωρό φόρους στο κεντρικό κράτος (το οποίο τώρα πια ζητά και «τα αυγά και το καλάθια») αυτό δεν μετρά. Μπορεί κάθε τοπικός άρχοντας άσχετα με τη διαχείριση που κάνει, να μας φορτώνει και με τους δικού του φόρους. Η έννοια της «ανταποδοτικότητας» αναδεικνύεται σε ρυθμιστικό παράγοντα. Ότι δεν είναι ανταποδοτικό θα είναι παράνομο, ενώ ότι είναι (δηλαδή τα πάντα) θα πληρώνεται αδρά από τους χρήστες αλλά και από τους μη χρήστες, όπως στην περίπτωσή μας.
Αν η πλειοψηφία του Δημοτικού Συμβουλίου δέχεται να παίξει αυτό το δυσάρεστο ρόλο, ουρά σε μια σειρά βάρβαρων αντιλαϊκών μέτρων που έχουν πάρει τη μορφή κατακλυσμού στον αγροτικό χώρο (ακριβώς αυτός που στοχοποείται και εδώ ), από την άλλη μεριά είναι εμφανέστατη η παντελής έλλειψη αντίδρασης – αντίστασης σ’ αυτή πολιτική. Ο αντιπολιτευτικός λόγος και των δύο αντιπολιτευόμενων παρατάξεων, έμεινε κλεισμένος μέσα στους τέσσερεις τοίχους του Δημαρχείου, απόμακρος και απόλυτα ξεκομμένος από την κοινωνία.
Για αρκετό καιρό (όπως μαθαίνουμε) κουβεντιαζόταν στις επιτροπές και υποεπιτροπές του Δήμου το θέμα, με τη συμμετοχή της αντιπολίτευσης, αλλά τίποτε δεν διέρρευσε και καμιά αντίσταση δεν επιχειρήθηκε. Καμιά ενημέρωση των πολιτών και κυρίως του κτηνοτροφικού κόσμου που αδικείται κατάφορα, για το σχέδιο που εκπονούνταν. Καμιά κριτική στο «Καλλικρατικό» αυτοδιοικητικό μόρφωμα. Κανένα μα κανένα κάλεσμα την ύστατη στιγμή για μια παράσταση διαμαρτυρίας στο Δημοτικό Συμβούλιο, το οποίο με την γραφειοκρατική του άνεση, ψήφισε το μέτρο.
Μέσα σ’ όλα αυτά προκύπτει αβίαστα ένα και βασικό, ερώτημα: Αν δεν μπορούμε να απαντήσουμε με έναν οργανωμένο τρόπο απέναντι σε αυτά τα μικρά, πώς θα αντισταθούμε στα μεγάλα και σοβαρότερα. Αν ο αγροτικός και κτηνοτροφικός κόσμος του τόπου, δεν διαθέτει εκείνη την ελάχιστη οργανωτική δομή που να μπορεί να αποτρέψει αυτή την κατάφορη αδικία από το πιο στενό και οικείο περιβάλλον του, πώς θα εμποδίσει την ολομέτωπη επίθεση και τον επιχειρούμενο ξεκληρισμό του; Ερώτημα που θα πρέπει να βασανίσει κάθε δημοκρατική σκέψη και να βάλει σε προβληματισμό όχι μόνο τον αγροτικό κόσμο που αποτελεί την παραγωγική βάση του τόπου. Η απάντησή του μέσα στην ίδια τη ζωή, μέσα στις τάξεις των ίδιων των παραγωγών, είναι αυτή που θα μπορέσει να επιτρέψει την όποια αισιόδοξη προοπτική.
Μέχρι τότε, θα αναζητείται αυτή η πρωτοπορία
Μέσα σ’ όλα αυτά προκύπτει αβίαστα ένα και βασικό, ερώτημα: Αν δεν μπορούμε να απαντήσουμε με έναν οργανωμένο τρόπο απέναντι σε αυτά τα μικρά, πώς θα αντισταθούμε στα μεγάλα και σοβαρότερα. Αν ο αγροτικός και κτηνοτροφικός κόσμος του τόπου, δεν διαθέτει εκείνη την ελάχιστη οργανωτική δομή που να μπορεί να αποτρέψει αυτή την κατάφορη αδικία από το πιο στενό και οικείο περιβάλλον του, πώς θα εμποδίσει την ολομέτωπη επίθεση και τον επιχειρούμενο ξεκληρισμό του; Ερώτημα που θα πρέπει να βασανίσει κάθε δημοκρατική σκέψη και να βάλει σε προβληματισμό όχι μόνο τον αγροτικό κόσμο που αποτελεί την παραγωγική βάση του τόπου. Η απάντησή του μέσα στην ίδια τη ζωή, μέσα στις τάξεις των ίδιων των παραγωγών, είναι αυτή που θα μπορέσει να επιτρέψει την όποια αισιόδοξη προοπτική.
Μέχρι τότε, θα αναζητείται αυτή η πρωτοπορία
Η «Aνταποδοτικότητα» σαν εργαλείο φορομπηξίας - Γράφει ο Θεόδωρος Χόβολος
Reviewed by thespro.gr
on
Σάββατο, Μαρτίου 12, 2016
Rating: